Σάββατο 24 Απριλίου 2010

Η Μελίνα Μερκούρη (Μαρία Αμαλία Μερκο...

Η Μελίνα Μερκούρη (Μαρία Αμαλία Μερκούρη) (Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 1920 – Νέα Υόρκη, 6 Μαρτίου 1994) υπήρξε καταξιωμένη ηθοποιός, αγωνίστρια της δημοκρατίας, σημαίνουσα πολιτικός και υπουργός Πολιτισμού. Ήταν εγγονή του Σπύρου Μερκούρη, επί πολλές δεκαετίες δημάρχου Αθηναίων και ταυτισμένου με το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά. Πατέρας της ήταν ο Σταμάτης Μερκούρης, στρατιωτικός και βουλευτής. Προερχόμενη από οικογένεια πολιτικών του συντηρητικού χώρου και πολυαγαπημένη του παππού της, η Μελίνα με ατίθασο πνεύμα από μικρή έφερε σχεδόν επανάσταση στην οικογένεια με την απόφασή της να ασχοληθεί με το θέατρο, σε μια εποχή που το θέατρο και ιδιαίτερα οι «θεατρίνες» είχαν ένα πάρα πολύ κακό όνομα. Αδιαφορώντας για το σχολείο και πανεπιστημιακές σπουδές, το Σεπτέμβρη του 1938 γίνεται δεκτή στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Το χειμώνα του 1939 σε ηλικία 21 ετών παντρεύεται τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Πάνο Χαροκόπο και μένει μαζί του μέχρι το 1962, οπότε και χωρίζουν. Πρωτοεμφανίζεται στη θεατρική σκηνή το 1944 σε ηλικία 24 ετών στο Θέατρο Βρετάνια με το θίασο του Γιώργου Παππά και Αντώνη Γιαννίδη, με το έργο του Αλέξη Σολομού "Το μονοπάτι της Λευτεριάς" και ακολουθεί το έργο του Laszlo Bus-Fekete "H κόμισσα και ο καμαριέρης". Ακολουθούν πάρα πολλές επιτυχίες μέχρι την δεκαετία του 1950. Το "Λεωφορείον ο Πόθος" αποτέλεσε μια από τις παραστάσεις σταθμούς στην καριέρα της (ήταν η παράσταση για την οποία γράφτηκε το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι "Χάρτινο το Φεγγαράκι). Από το 1951 αρχίζει να πρωταγωνιστεί παράλληλα και στην Γαλλική θεατρική σκηνή, όπου έγινε μούσα ενός από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς, του Μαρσέλ Ασάρ. Συνεχίζει την παράλληλη πορεία της και στις δύο σκηνές, την αθηναϊκή και την παριζιάνικη. Το 1960 παίζει με το θέατρο Τέχνης το "Γλυκό Πουλί της Νιότης" με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Γιάννη Φέρτη. Το  1955 γυρίζει την ταινία "Στέλλα". Η Στέλλα έγινε το σύμβολο της γυναικείας χειραφέτησης σε εποχές που η ελληνική πραγματικότητα είχε πολύ δρόμο μπροστά της. Η Μελινα ως Στελλα προτάθηκε για το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας στις Κάννες, που τελικά δεν το πήρε. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στις Κάννες γνωρίζεται με τον Αμερικανό σκηνοθέτη και φιλέλληνα Ζυλ Ντασέν (Jules Dassin), που ήταν πατέρας του διάσημου Γαλλοαμερικανού τραγουδιστή της ποπ Τζο Ντασέν (Joe Dassin). Μεταξύ τους αναπτύσσεται ένας φλογερός έρωτας, ο οποίος σύντομα καταλήγει σε ένα ευτυχισμένο γάμο που τους κρατά για πάντα δεμένους. Μαζί συνεργάζονται για τη δημιουργία εννέα κινηματογραφικών ταινιών. Το  1956 γυρίζουν την ταινία "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται" βασισμένη στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, το 1957 γίνεται μαυρομάλλα για το ρόλο της "Η Τσιγγάνα και ο Τζέντελμαν". Το 1958 γυρίζει ταινία το μυθιστόρημα του Ρότζερ Βάιλαντ, "Ο νόμος", ενώ στα 1958-1960 γυρίζει το "Ποτέ την Κυριακή" που την κάνει διάσημη σε όλη την υφήλιο, ταινία η οποία βραβεύτηκε με Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού (ήταν υποψήφια για άλλα τέσσερα Όσκαρ). Η ταινία της χάρισε αρκετές σημαντικές διακρίσεις και παγκόσμια αναγνώριση, όπως το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου στις Κάννες, η υποψηφιότητα για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου. Ακολουθούν μια σειρά ταινίες στο εξωτερικό που την καθιερώνουν διεθνώς. Οι περισσότερες από αυτές τις ταινίες παραμένουν μέχρι και σήμερα άγνωστες στην Ελλάδα. Επόμενος σημαντικός σταθμός στην θεατρική της καριέρα είναι το "Illya Darling" που ανεβάζει, με προπωλημένα όλα τα εισιτήρια των παραστάσεων και με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, στο Broadway στις ΗΠΑ, ενώ είχε ήδη κάνει περιοδεία σε ολόκληρες της Ηνωμένες Πολιτείες. Το έργο είναι η θεατρική διασκευή του κινηματογραφικού έργου "Never on Sunday". Κατά τα έτη 1967-1974, τα χρόνια της δικτατορίας, από τη στιγμή που τελείωσε τις παραστάσεις του "Illya Darling" έπαιξε μόνο την Λυσιστράτη το 1972. Το 1975 και ενώ έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, ανεβάζει στο θέατρο Κάππα με τον Νίκο Κούρκουλο την "Όπερα της πεντάρας", το 1976 την "Μήδεια" με το Κ.Θ.Β.Ε., ενώ το 1978 το "Συντροφιά με το Μπρεχτ" από το Ελληνικό θέατρο του Μάνου Κατράκη, παράσταση για την οποία γράφτηκε από το Θάνο Μικρούτσικο το "Άννα μην κλαις" για να τραγουδηθεί από τη Μελίνα Μερκούρη και τον Γιάννη Κούτρα. Το 1992 κάνει μια τελευταία, έκτακτη, εμφάνιση στην όπερα Πυλάδης, σε βιντεοσκοπημένη σκηνή, στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας, που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Παράλληλα είχε σπουδαία πορεία στη δισκογραφία καθώς έχουν κυκλοφορήσει πάνω από δεκαπέντε δίσκοι της, πέρα από soundtrack ταινιών και θεατρικών παραστάσεων. Έχει τραγουδήσει μεγάλους Έλληνες συνθέτες, Μάνο Χατζιδάκι (με τον οποίο τους συνέδεε προσωπική φιλία), Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο, Γιάννη Μαρκόπουλο, Βασίλη Τσιτσάνη αλλά και κορυφαία ερμηνεία μουσικών έργων των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ. Εμφανίσεις έκανε και στην τηλεόραση, σε σειρά ντοκιμαντέρ του BBC σε επεισόδιο με τίτλο "Η Ελλάδα της Μελίνας", από όπου και ο ομώνυμος δίσκος του Σταύρου Ξαρχάκου, όπως και σε σήριαλ και εκπομπές στη Γαλλική και τη Γερμανική τηλεόραση. Επίσης έγραψε και ένα βιογραφικό βιβλίο με τίτλο "Γεννήθηκα Ελληνίδα. Ο τίτλος του βιβλίου της είναι η απάντηση που έδωσε στους δημοσιογράφους όταν της ζήτησαν να κάνει μία δήλωση για την αφαίρεση της υπηκοότητάς της από τους συνταγματάρχες: "Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα". Η ίδια εκμεταλλευόμενη την διεθνή φήμη και την αναγνώριση που της έφερε ο κινηματογράφος πολέμησε σφοδρά τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Έδωσε αρκετές συναυλίες και διοργάνωσε αρκετά μεγάλο αριθμό πορειών αντιδικτατορικού χαρακτήρα. Επεδίωξε και συναντήθηκε με πολιτικούς αλλά και με πνευματικές προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους, με σκοπό να τους ευαισθητοποιήσει. Κατά την διάρκεια των αγώνων της έγιναν εναντίον της απόπειρες δολοφονίας, μία από τις οποίες παραλίγο να της στερήσει τη ζωή. Με την πτώση της χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα όπου και εγκαθίστανται μόνιμα πλέον και συνεργαζόμενη με στελέχη της αντιστασιακής οργάνωσης Π.Α.Κ. και τον Ανδρέα Παπανδρέου ιδρύουν το ΠΑΣΟΚ. Κατεβαίνει υποψήφια στη Β` Πειραιά το 1974 αλλά δεν καταφέρνει να εκλεγεί βουλευτής, πράγμα το οποίο επιτυγχάνει το 1977. Διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού το 1981-1989 και 1993-1994, θέση η οποία της έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων μαρμάρων της Ακρόπολης από τον Λόρδο Έλγιν, τα οποία βρίσκονται στις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου, να δημιουργήσει το θεσμό των δημοτικών περιφερειακών θεάτρων (γνωστά ως ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.) με σκοπό την πολιτιστική ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας αλλά και τον θεσμό των πολιτιστικών πρωτευουσών της Ευρώπης, με πρώτη την Αθήνα το 1985. Το 1990 διεκδίκησε την δημαρχία της Αθήνας χωρίς όμως επιτυχία. Στη δεύτερη θητεία της στο υπουργείο πολιτισμού δίνει μεγάλη σημασία στην εισαγωγή του πολιτισμού και της θεατρικής αγωγής στα σχολεία αλλά καταβεβλημένη από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Memorial της Νέας Υόρκης, την Κυριακή 6 Μαρτίου του 1994. Η σορός της έφτασε στην Ελλάδα στις 8 Μαρτίου του 1994 και τέθηκε σε διήμερο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών, ενώ ταυτόχρονα κηρύχθηκε τριήμερο εθνικό πένθος. Την Πέμπτη 10 Μαρτίου του 1994 ψάλλεται η νεκρώσιμος ακολουθία στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και αμέσως μετά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι τη συνοδεύουν ως το Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύτηκε με τιμές αρχηγού κράτους. Ενταφιάστηκε σε οικογενειακό τάφο. Μετά το θάνατό της, συνεχιστής του έργου της αποδείχτηκε ο Ζυλ Ντασέν, ο οποίος ίδρυσε το Ίδρυμα «Μελίνα Μερκούρη» με σκοπούς, μεταξύ άλλων, την οργάνωση διαλέξεων, συνεδρίων, εκδόσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: