Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Έκκληση των Βυζαντινολόγων της Τουρκίας προς τους υπευθύνους και τους κατοίκους για την προστασία της ιστορίας της Κωνσταντινούπολης (Istanbul)

21 Φεβρουαρίου 2012
Έκκληση των Βυζαντινολόγων της Τουρκίας προς τους υπευθύνους και τους κατοίκους για την προστασία της ιστορίας της Κωνσταντινούπολης (Istanbul)
Εκφράζουμε τη βαθιά μας ανησυχία ως διδακτικό προσωπικό και ειδικοί της Βυζαντινής ιστορίας, τέχνης, αρχιτεκτονικής και αρχαιολογίας όπως επίσης και από ενδιαφέρον για την πόλη, για τις εξελίξεις σχετικά με την κατασκευή στο οικόπεδο επί των οδών Küçükayasofya Caddesi και Şifa Hamamı στην περιοχή του Sultanahmet στην Κωνσταντινούπολη (Istanbul). Τα κτήρια που βρίσκονται στο οικοδομικό τετράγωνο 98 στην περιοχή Sultanahmet και συγκεκριμένα στα σημεία 22-32-33 κατεδαφίστηκαν πριν λίγους μήνες και στα θεμέλια τους ανακαλύφθηκαν τείχη που ανήκουν στη Βυζαντινή και Προβυζαντινή περίοδο. Αν και η συνταχθείσα από ειδικούς του Αρχαιολογικού Μουσείου Κωνσταντινούπολης αναφορά κατεδάφισης με ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου 2011 παρεδόθη εγκαίρως στις αρμόδιες αρχές, από τις αρχές Φεβρουαρίου 2012 άρχισε κατασκευή ενός πενταόροφου κτηρίου στον εν λόγω χώρο. Στις 18 Ιανουαρίου 2012, δηλαδή ένα μήνα περίπου μετά, το θέμα της κατεδάφισης πέρασε ως 4ο στην ημερήσια διάταξη της Επιτροπής Προστασίας και, όπως ισχυρίζονται οι υπεύθυνοι του Δήμου Fatih, αν και διενήργησαν επανειλημμένως ελέγχους και το εργοτάξιο σφραγίστηκε δύο φορές, η ανέγερση του κτηρίου συνεχίστηκε. Αν και η απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού και του Δήμου Fatih, με ημερομηνία 8 Φεβρουαρίου 2012, για κατεδάφιση της νεοαναγειρόμενης οικοδομής είναι σωστή, παρ’ όλα αυτά δεν θα επαναφέρει τα τείχη που καταστράφηκαν. Στο μέλλον, η πρωθύστερη προβολή της σημασίας ενός θέματος αντί για την προσπάθεια επίλυσης κατόπιν εορτής θα εμποδίσει την καταστροφή κι άλλων ιστορικών έργων.

Τα υπόγεια και υπέργεια μνημεία της Ρωμαϊκής, Βυζαντινής και Οθωμανικής περιόδου που βρίσκονται στην παλιά πόλη δεν ανήκουν μόνο στην Τουρκία. Όπως φαίνεται από την παρουσία τους στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς είναι σημαντικά για όλο τον κόσμο. Ιδιαιτέρως η περιοχή του Sultanahmet πρέπει να προστατευθεί περισσότερο επειδή φιλοξενεί έργα που αντιπροσωπεύουν τα θρησκευτικά και πολιτικά κέντρα της Βυζαντινής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όλες οι οικοδομικές δραστηριότητες σ’ αυτή την περιοχή πρέπει να επιθεωρούνται με την ενεργή συμμετοχή και την επιστημονική συμβολή των τοπικών αρχών, των μουσείων, των επιτροπών προστασίας και των ακαδημαϊκών. Η ιστορική κληρονομιά της Κωνσταντινούπολης (Istanbul) δεν πρέπει να πέσει θύμα της απληστίας των ανθρώπων και της αδιαφορίας των αρχών.

Με εκτίμηση.

Ειδικοί Βυζαντινής ιστορίας, τέχνης, αρχιτεκτονικής και αρχαιολογίας.   

  
Ali Tirali, Doktora Öğr., EHESS-Boğaziçi Üniversitesi
Anestis Vasilakeris, Dr., Boğaziçi Üniversitesi
Ayça Tiryaki, Yard. Doç. Dr., İstanbul Üniversitesi
Aygül Ağır, Doç. Dr., İstanbul Teknik Üniversitesi
Ayla Ödekan, Prof. Dr., İstanbul Teknik Üniversitesi
Ayşın Özügül, Yard. Doç. Dr., Uludağ Üniversitesi
Bedia Yelda Uçkan, Prof. Dr., Anadolu Üniversitesi
Birsel Küçüksipahioğlu, Doç. Dr., İstanbul Üniversitesi
Buket Coşkuner, Dr.
Buket Kitapçı Bayrı, Öğr. Gör. Dr., Bilgi Üniversitesi
Dirk Krausmüller, Yard. Doç. Dr., Mardin Artuklu Üniversitesi
Ebru Altan, Doç. Dr., İstanbul Üniversitesi
Ebru Parman, Prof. Dr., Anadolu Üniversitesi
Ece Turnator, Doktora Öğr., Harvard Üniversitesi
Elif Keser-Kayaalp, Yard. Doç. Dr., Mardin Artuklu Üniversitesi
Elmon Hançer, Dr.
Engin Akyürek, Prof. Dr., İstanbul Üniveritesi
Esra Güzel Erdoğan, Öğr. Gör. Dr., Marmara Üniversitesi
Fahriye Bayram, Doç. Dr., Pamukkale Üniversitesi
Ferda Barut, Öğr. Gör., Kapadokya Meslek Yüksek Okulu
Feride İmrana Altun, Doktora Öğr., Ege Üniversitesi
Feridun Özgümüş, Doç. Dr., İstanbul Üniversitesi
Filiz İnan, Öğr. Gör. Dr., Uludağ Üniversitesi
Gökçen Kurtuluş Öztaşkın, Öğr. Gör., Pamukkale Üniversitesi
Günder Varinlioğlu, Dr., Dumbarton Oaks Araştırma Kütüphanesi
Koray Durak, Yard. Doç. Dr., Boğaziçi Üniversitesi
Kutlu Akalın, Dr.
Lale Doğer, Yard. Doç. Dr., Ege Üniversitesi
Melda Ermiş, Ar. Gör. Dr., İstanbul Üniversitesi
Merih Danalı, Doktora Öğr., Harvard Üniversitesi
Meryem Acara Eser, Dr., Cumhuriyet Üniversitesi
Mete Mimiroğlu, Doktora Öğr., Selçuk Üniversitesi
Metin Ahunbay, Prof. Dr., İstanbul Teknik Üniversitesi
Mine Kadiroğlu-Leube, Prof. Dr. Anadolu ve Çevresinde ORTAÇAĞ'ın editörü
Muradiye Öztaşkın, Öğr. Gör., Pamukkale Üniversitesi
Mustafa Daş, Doç. Dr., Dokuz Eylül Üniversitesi
Nevra Necipoğlu, Prof. Dr., Boğaziçi Üniversitesi
Nilgün Elam, Öğr. Gör. Dr., Anadolu Üniversitesi
Nilüfer Peker, Öğr. Gör. Dr., Başkent Üniversitesi
Nirva Yanıkbaca, Doktora Öğr., İstanbul Üniversitesi
Örgü Dalgıç, Dr., Amerikan Katolik Üniversitesi
Paul Magdalino, Prof. Dr., Koç Üniversitesi
Scott Redford, Prof. Dr., Koç Üniversitesi
Sema Doğan, Prof. Dr., Hacettepe Üniversitesi
Suna Çağaptay, Yard. Doç. Dr., Bahçeşehir Üniversitesi
Şahin Kılıç, Ar. Gör. Dr., Uludağ Üniversitesi
Turhan Kaçar, Prof. Dr., Pamukkale Üniversitesi
Yalçın Mergen, Öğr. Gör. Dr., Dokuz Eylül Üniversitesi
Yaman Dalanay, Doktora Öğr., Oxford Üniversitesi
Yasemin Bağcı, Doktora Öğr., Amsterdam&Leiden Üniversitesi
Zeliha Demirel Gökalp, Yard. Doç. Dr., Anadolu Üniversitesi
Zeynep Ahunbay, Prof. Dr., İstanbul Teknik Üniversitesi

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Οι Βαρκάρηδες-Η μηδενιστικη ομαδα της Θεσσαλονικης 1898-1903

Το 1898, μια παρέα επαναστατών μακεδόνων μαθητών στη Θεσσαλονίκη, σε επαφή με αναρχικούς πυρήνες με έδρα κυρίως τη Γενεύη, σχηματοποιεί την ομάδα των Ταραχοποιών που λίγο αργότερα θα μετονομασθεί Βαρκάρηδες. Εξαρχής στόχος τους είναι η τεροριστική δράση στο πνεύμα της αναρχικής «προπαγάνδας με τη δράση».

Στις 28 Απρίλη του 1903 πραγματοποιείται το από καιρό προετοιμαζόμενο σχέδιο των Βαρκάρηδων με ανατινάξεις στόχων και εκρήξεις βομβών σε όλη τη Θεσσαλονίκη. Τρεις μήνες αργότερα, στις 20 ιούλη 1903, ξεσπά και η ένοπλη εξέγερση του V.M.R.O. στη βορειοανατολική Μακεδονία. Χτυπιούνται τούρκικες φρουρές και τα τσιφλίκια των μπέηδων προτού η εξέγερση κατασταλεί αφήνοντας πίσω της χιλιάδες νεκρούς.


Οι Βαρκάρηδες-Η μhδενιστικη ομαδα της Θεσσαλονικης 1898-1903

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Ντοκουμέντο: Αυτό είναι το έγγραφο για την είσοδο Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ Ντοκουμέντο: Αυτό είναι το έγγραφο για την είσοδο Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ


Το έγγραφο με το οποίο Ελλάδα και Τουρκία μπήκαν στο ΝΑΤΟ αποδέσμευσε η Ιμπεριαλιστική Συμμαχία με την ευκαιρία της επετείου για τα 60 χρόνια των δύο συμμάχων. Το έγγραφο έχει ημερομηνία 17 Οκτωβρίου 1951. Ένα χρόνο αργότερα η ελληνική Βουλή θα επικύρωνε την ένταξη της χώρας.
http://www.onalert.gr/files/Image/NewOnAlert/EGGRAFA-SIMAIES-MAPS/NATOdoc1951.jpg
Ελλάδα και ΝΑΤΟ  Η Ελλάδα εισήλθε στη Βορειοατλαντική Συμμαχία με το δεύτερο κύμα διεύρυνσης το 1952, επί κυβερνήσεως Νικόλαου Πλαστήρα, ενώ διένυε το τρίτο μετεμφυλιακό έτος και μάλιστα την εποχή της δεύτερης δίκης Μπελογιάννη, στις 18/2/52.  Η Ελληνική Βουλή επικυρώνει τη συμφωνία ένταξης της χώρας μας στο ΝΑΤΟ στις 18 Φεβρουαρίου 1952, με μόνες αρνητικές ψήφους τις οκτώ της ΕΔΑ και τη μία του ανεξάρτητου βουλευτή της Αριστεράς Μιχάλη Κύρκου.
 Στην αγόρευσή του, ο πρωθυπουργός Πλαστήρας δήλωσε: «Δεν μπορεί κανείς να μην παραδεχθεί ότι όταν η Ελλάς συμμετέχει εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον μετά των μεγάλων δυνάμεων, αι οποίαι κατοικούνται από ελευθέρους δημοκρατικούς λαούς, αισθάνεται αυτή ασφαλεστέραν… Αι άλλαι θεωρίαι περί ειρηνεύσεων και ουδετερότητος… δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με το γεγονός αυτό».
Αν και το Κυπριακό δε φαίνεται να δικαιώνει και τόσο τον Πλαστήρα, αξίζει να επισημάνουμε ότι η ίδρυση του ΝΑΤΟ γίνεται στην αρχή του Ψυχρού πολέμου και συμπίπτει χρονικά με τον αποκλεισμό του Βερολίνου από τους Σοβιετικούς.
Στην Ουάσιγκτον στις 4/4/49 12 χώρες αρχικά υπογράφουν το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (ΗΠΑ, Βρετανία, Βέλγιο Kαναδάς, Δανία, Γαλλία, Ισλανδία Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία). Οι ΗΠΑ πλέον αναλαμβάνουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο Δυτικό καπιταλιστικό κόσμο και οι δυτικές χώρες θέτουν τις ένοπλες δυνάμεις τους κάτω από τον αποφασιστικό έλεγχο του αμερικανικού Πενταγώνου. Παράλληλα υποχρεώνονται από τα πράγματα (σχέδιο Μάρσαλ) να υπογράψουν διμερείς στρατιωτικές συνθήκες με τις ΗΠΑ που καθορίζουν τους όρους για την παροχή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Οι ΗΠΑ από το 1947 έχουν θέσει το θέμα της ένταξης στο ΝΑΤΟ της Ελλάδας και της Τουρκίας, καθώς η Νοτιανατολική Ευρώπη αναβαθμίζεται γεωστρατηγικά στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με το Ανατολικό Μπλοκ.. Η Ελλάδα τελικά μπήκε στο ΝΑΤΟ τρία χρόνια αργότερα μαζί με την Τουρκία. Η καθυστέρηση οφείλεται στην αντίθεση άλλων δυτικών χωρών, ιδιαίτερα της Βρετανίας και της Γαλλίας που έβλεπαν ότι οι ΗΠΑ θα χρησιμοποιούσαν τις δύο χώρες μέσα στο ΝΑΤΟ για την προώθηση των αμερικανικών στρατηγικών συμφερόντων σε βάρος τους στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μ. Ανατολή. Για το σκοπό αυτό πριν την επικύρωση της εισόδου των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ οι ΗΠΑ, για να παρακάμψουν την αντίδραση της Βρετανίας και της Γαλλίας, κάνουν στις 10/11/51 κοινή διακήρυξη (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Τουρκία) για την ίδρυση αρχηγείου Μ. Ανατολής, που σκοπός του θα ήταν «η υπεράσπιση της περιοχής». Η προσπάθεια τελικά απέτυχε και χάρη στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα των αραβικών λαών και γιατί οι ΗΠΑ ήθελαν την αποκλειστική ηγεμονία στην περιοχή.
Σημαντική παράμετρος για την είσοδο Ελλάδας-Τουρκίας στο ΝΑΤΟ είναι η διεξαγωγή του πολέμου της Κορέας. Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα αναχώρησε για την Κορέα από τον Πειραιά στις 16/11/1950 με το αμερικανικό οπλιταγωγό “Τζένεραλ Χαν”. Αξίζει να σημειωθεί ότι το φθινόπωρο του 1953 η ελληνική κυβέρνηση (Παπάγος) δέχτηκε να αυξήσει την ελληνική στρατιωτική παρουσία στην Κορέα – για να καλυφθεί το κενό της αποχώρησης γαλλικού τάγματος για την Ινδοκίνα – από τάγμα σε Σύνταγμα, στέλνοντας άλλο ένα τάγμα. Συνολικά στο χρονικό διάστημα 1950 – 1955 στάλθηκαν στην Κορέα 10.225 αξιωματικοί και οπλίτες. Στάλθηκε επίσης ένα σμήνος από 7 αεροσκάφη. Στη συνέχεια στάλθηκαν άλλα 2 για αναπλήρωση απωλειών.
Η ελληνική στρατιωτική παρουσία στην Κορέα ουσιαστικά τερματίστηκε τον Οκτώβρη του 1955, όταν το εκστρατευτικό σώμα διαλύθηκε και η δύναμη των ανδρών του επέστρεψε στην Ελλάδα (στην Κορέα έμεινε μια συμβολική δύναμη 10 ανδρών). Οι ελληνικές απώλειες από τη συμμετοχή στον πόλεμο της Κορέας δεν ήταν λίγες: 183 νεκροί και 610 τραυματίες, σύνολο απωλειών 793 αξιωματικοί και οπλίτες. Η αεροπορία μέτρησε απώλειες 4 αεροσκάφη και 12 νεκρούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς.
Την συνέχεια της σχέσης Ελλάδας-ΝΑΤΟ τη γνωρίζετε. Τι σχεδιάζουν το υποψιάζεστε…
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932955437   diktiospartakos.blogspot.com

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Ηγεμονικοί «μυστακοφόροι» και αιρετικοί «αριστοκρατικοί» ανδρισμοί στην Ελλάδα της Μπελ Επόκ (1890-1914)

Αγαπητές φίλες και φίλοι,

ο ΟΜΙΚ σας προσκαλεί στην εκδήλωση που διοργανώνει το  Σάββατο, 18 Φεβρουαρίου, στις 18:30, στο βιβλιοπωλείο Εκτός των Τειχών, Γραβιάς 10-12, με ομιλητή τον Σάκη Σπυρίδη και τίτλο,


Ηγεμονικοί «μυστακοφόροι» και αιρετικοί «αριστοκρατικοί» ανδρισμοί στην Ελλάδα της Μπελ Επόκ (1890-1914)

 Η πολυεπίπεδη πολιτική, οικονομική, κοινωνική και εθνική κρίση της ελληνικής Μπελ Επόκ θα ευνοήσει την σκλήρυνση στα χαρακτηριστικά των κατεστημένων ανδρισμών και θα οδηγήσει στην εφ’ όλης της ύλης αντιπαράθεσή τους με τις αιρετικές ανδρικές επιτελέσεις των νεοαστών «αριστοκρατών». Η αντιπαλότητα των δύο ανδρισμών θα συναρτηθεί με τους όρους και τις μορφές διεξαγωγής μιας ευρύτερης πολιτισμικής και κοινωνικής σύγκρουσης ανάμεσα στον κόσμο της «παραδοσιαρχίας» και αυτών που εκπροσωπεί η νεοτερικότητα. Στο βαθμό που οι «μυστακοφόροι» ανδρισμοί θα αναγνωρίσουν τον εαυτό τους στις υψηλές συμβολικές σημασίες που φέρει το «αρειμάνιο» μουστάκι, την ίδια περίοδο, θα τείνουν όλο και περισσότερο να μορφοποιούνται από τα εθνικιστικά ιδεώδη και τις μιλιταριστικές  νοοτροπίες που κυριάρχησαν στον τόπο μας, ενώ οι αιρετικοί αντίπαλοί τους θα ταυτίζονται με τις πιο θηλυπρεπείς εκφορές στη συγκρότηση των ανδρικών τους ταυτοτήτων.

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Πέμπτον διάγγελμα της ελληνικής κυβερνήσεως



του Νίκου Κουνενή από το  http://aristeroblog.gr/node/474
Ελληνικέ λαέ!
   Επί τη ευκαιρία της ιστορικής επαναληπτικής Συνόδου των κατοχικών δυνάμεων, με θέμα την έκτην κατά σειράν διάσωσιν της χώρας και των κατοίκων της, η τρικέφαλος φαιογαλαζοπρασίνη κυβέρνησις του υπερκομματικού τραπεζίτου- πρωθυπουργού Λύκου Παπαδαίμονος, σου απευθύνει θερμόν τοκοχρεωλυσιακόν χαιρετισμόν και σου υπόσχεται αταλάντευτον υποχωρητικήν στάσιν έναντι των δικαίων απαιτήσεων των δανειστών και συμμάχων μας.
   Πισταί επί διετίαν και πλέον εις τας μνημονιακάς διαταγάς των Τροικανών  στρατευμάτων και συνεπικουρουμένη ενθουσιωδώς υπό της κοινωνικής συμμαχίας των Τραπεζιτών, των Βιομηχάνων, των Ραντιέρηδων, των Χρηματιστών και των Φορομπηκτών, η κυβέρνησις υλοποίησεν ήδη μέγα μέρος του προγράμματός της και ατενίζει με αισιοδοξίαν το μέλλον: το Ελληνικόν Σύνταγμα κατηργήθη, αι αναρχοκομμουνιστικαί διατάξεις του ασφαλιστικού συστήματος κατετροπώθησαν, οι μισθοί και αι συντάξεις ακρωτηριάσθησαν, οι φόροι ανερριχήθησαν, ο πληθωρισμός και η ανεργία διεγκώθησαν, το δημόσιον χρέος ίπταται, το Ακαθάριστον Εγχώριον Προιόν κατεβαραθρώθη.
   Υπό την στιβαράν Επιτήρησιν των στρατηγών Αγγέλα Μάρκετινγκ, Ζαν Κλοντ Μπάνκερ, Κριστίν Μπαρμπάρ και κατόπιν αόκνων προσπαθειών των αξιοτίμων μελών της κυβερνήσεως, συνεπικουρουμένων υπό των κατοχικών στρατευμάτων και των εγχωρίων δυνάμεων των ευρωτσολιάδων και ματασφαλιτών, η κυβέρνησης κατήγαγεν ιστορικάς νίκας και συνεχίζει να μάχεται αποφασιστικώς εναντίον των οκνηρών κοινωνικών στρωμάτων των χειρωνακτών, των δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, των πτωχών, των ηλικιωμένων, των ανέργων, των νέων, των μητέρων, των νηπίων και των βρεφών. Ταυτοχρόνως επεδόθη υπευθύνως εις την ταχείαν υλοποίησιν του έργου της ανακατεδαφιστικής αναπτύξεως της χώρας, παραδίδουσα ή προτιθεμένη όπως παραδώση εις το άμεσον μέλλον και έναντι ευτελών τιμημάτων κρατικάς και ημικρατικάς εταιρείας, λιμένας, δρόμους, μητροπολιτικάς εκτάσεις και παντός είδους εθνικάς γαίας, πελάγη, αιγιαλούς, λίμνας, ποταμούς, παραποτάμους και ρυάκια εις δυτικάς, αραβικάς και σινικάς επενδυτικάς κατοχικάς δυνάμεις, αίτινες, προτίθενται όπως συνεισφέρουν συγκινητικώς εις την χώραν, επενδύουσαι εις την κερδολαγνίαν, την εμπορογλυφίαν, τας μεγαλοπρεπείς κατασκευάς, τα τυχηρά παίγνια και το εμπόριον σαρκός.
   Εις τον τομέαν της εξωτερικής πολιτικής η κυβέρνησις διεκρίθη όσον ποτέ άλλοτε, συνάπτουσα φανεράς και κρυφάς συμφωνίας υποτελείας μετά των κυβερνήσεων της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, της Γαλλίας, και του δοκιμαζομένου υπό της παλαιστινιακής τρομοκρατίας κράτους του Ισραήλ, επαναφέρουσα τοιουτοτρόπως την χώραν εις τας ηρωικάς εποχάς της Ιεράς Συμμαχίας, του Τρίτου Ράιχ και του δόγματος Τρούμαν.
   Ατρόμητος έναντι της πληβειακής αχαριστίας, ευγνώμων έναντι της ευρωχρηματοπιστωτικοτοκογλυφικοκερδολάγνου  ενιαίας παγκοσμίου διακυβερνήσεως και αποφασισμένη όπως ολοκληρώση με κάθε μέσον την περιπόθητον Κεφαλαιοσωτήριον Επανάστασιν, η κυβέρνησις υπόσχεται όπως συνεχίσει την εποποιίαν της γενικευμένης ανακατασκευής της χώρας και του λαού της. Θαρσείν χρη!
Ζήτω η τρικέφαλος κατοχική κυβέρνησις!
Ζήτωσαν οι Τροικανοί επιτηρηταί!
Μπούντες Μπανκ, Ντόιτσε Μπανκ, Γκόλντμαζ Ζαξ, Τζέι Πι Μόργκαν, Κρεντί Σουίς Μπανκ, Κρεντί Αγκρίκολε Μπανκ ούμπερ άλλες!

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

Η κρίση κατοικίας στο κέντρο της Αθήνας

της Βάσω Καλαμά από το site της  Αριστερής Κίνησης Εργαζόμενων Αρχιτεκτόνων

Μία από τις πιο τραγικές συνέπειες της πολιτικής της κυβέρνησης, της Ευρωπαϊκής ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι το απολύτως ορατό πλέον κοινωνικό φαινόμενο των αστέγων. Άνθρωποι που έχασαν την ιδιοκτησία τους λόγω δανείων ή άλλων οφειλών, νέοι άνεργοι που δεν μπορούν να συντηρήσουν μια κατοικία και έχουν απομακρυνθεί από την οικογένεια τους και άτομα που έχασαν την δουλειά τους λίγο πριν συνταξιοδοτηθούν και αδυνατούν να επαναπροσληφθούν σε μια νέα εργασία λόγω της ηλικίας τους, αποτελούν μία νέα κατηγορία αστέγων, δημιούργημα της κρίσης, που έρχονται να προστεθούν στην παλαιότερη κατηγορία που αποτελούνταν κυρίως από μετανάστες και τοξικοεξαρτημένους.  
Το πρόβλημα εμφανίζει χωρικά τη μεγαλύτερη οξύτητα στο κέντρο της Αθήνας, ένα κέντρο που διαμορφώθηκε από την πύκνωση την εποχή της αντιπαροχής, την εγκατάλειψη από τα υψηλότερα οικονομικά στρώματα την περίοδο της προαστιοποίησης και την νέα πύκνωση από την εγκατάσταση μεταναστών. Η κοινωνική πόλωση που προκύπτει αντιμετωπίζεται από τον κυρίαρχο λόγο με τη ρητορεία περί “γκέτο” και “άβατου”. Συνεπώς οι προτάσεις για την κατοικία στο κέντρο της πόλης (π.χ. στις περιοχές του Μεταξουργείου, του Κεραμεικού και του Γερανίου) ρητά αναφέρονται σε νέα στρώματα πληθυσμού που το κέντρο θα προσελκύσει και όχι στους υπάρχοντες κατοίκους του και στα προβλήματά τους, εντείνοντας έτσι τα φαινόμενα υποβάθμισης.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει ο τρόπος με τον οποίο αυτή η νέα κατηγορία άστεγων δημιουργείται σε μία χώρα που επιχείρησε να λύσει το ζήτημα της κατοικίας μέσω της αγοράς και της δραστηριοποίησης της μικρής επιχείρησης (αυτοστέγαση – αντιπαροχή). Η μία πλευρά του νομίσματος αυτών των διαδικασιών είναι το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης και το μεγάλο κτιριακό απόθεμα, ενώ η άλλη πλευρά είναι η απουσία οποιασδήποτε πρόνοιας για τους ενοικιαστές και όσους δυσκολεύονται να αποπληρώσουν το στεγαστικό τους δάνειο λόγω της κρίσης. Αυτή η δεύτερη πλευρά θα αποδειχθεί καθοριστική, καθώς η ραγδαία αύξηση των τιμών της κατοικίας στην εποχή της ΟΝΕ, σε συνδυασμό με την παραδοσιακά ανύπαρκτη πολιτική κοινωνικής κατοικίας, είχε σαν αποτέλεσμα την εξάρτηση του δικαιώματος στην κατοικία σε πολύ μεγάλο βαθμό από το τραπεζικό σύστημα. Επιπλέον, η  πολιτική της υπερφορολόγησης της ακίνητης περιουσίας εκ μέρους της τρόικας, αναμένεται να στρέψει πολύ κόσμο από την ιδιοκατοίκηση στην ενοικίαση. Ο αριθμός όσων δεν είναι πλέον σε θέση να πληρώνουν το ενοίκιο τους ή τη δόση του στεγαστικού τους δανείου και τη θέρμανση και το ρεύμα της κατοικίας τους αυξάνεται συνεχώς. Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν ένα μέρος του πληθυσμού σε απώλεια στέγης, και όταν δεν υπάρχει η δυνατότητα φιλοξενίας σε σπίτια φίλων ή συγγενών στο φαινόμενο των άστεγων που ήδη υπολογίζονται σε 20.000 περίπου άτομα στην Ελλάδα.  

Στεγαστικές πολιτικές και τρόποι πρόσβασης στην κατοικία

Στην Ελλάδα το σύστημα παραγωγής κατοικίας καθόρισε και σε πολύ μεγάλο βαθμό τις κρατικές στεγαστικές πολιτικές.  Στον οικοδομικό τομέα, που γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη τη μεταπολεμική περίοδο, επικράτησε ένα εξαιρετικά ιδιόμορφο σύστημα παραγωγής κατοικίας. Η ιδιόμορφη σύμπραξη της γης μέσω του συστήματος της αντιπαροχής, η απουσία μεγάλων εταιριών και η μικρή ιδιοκτησία αστικής γης, εμπόδισαν τη διείσδυση μεγάλου κεφαλαίου στον τομέα της οικοδομικής δραστηριότητας. Δεδομένου αυτού, διασφαλίστηκε πρόσβαση στην κατοικία για ευρύτατα κοινωνικά στρώματα με σχετικά χαμηλό κόστος. Μια ακόμη συνιστώσα που συνέβαλε στην κάλυψη των μεταπολεμικών στεγαστικών αναγκών αποτελούν οι αυτόνομες πρακτικές στέγασης κοινωνικών στρωμάτων που δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση μέσω της αγοράς έτοιμων κατοικιών.
Έτσι, αντιπαροχή και αυτοστέγαση εξασφάλισαν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης (περίπου 77%). Γεγονός που συνετέλεσε, κατά τον Μαλούτα, στο να μην αναπτυχθούν διεκδικητικές κινήσεις απέναντι στο κράτος αλλά στο να καταβληθούν προσπάθειες αυτόνομης ρύθμισης του ατομικού ή και οικογενειακού στεγαστικού προβλήματος (Μαλούτας, 1990, σελ 21). Απαλλαγμένη από τέτοιες ευθύνες η κρατική παρέμβαση στο τομέα της στέγασης προσδιορίστηκε κυρίως ως πολιτική πριμοδότησης που διευκόλυνε τις αυτόνομες πρακτικές στέγασης με μέτρα όμως αύξηση των συντελεστών δόμησης, εντάξεις στο σχέδιο πόλης, ανοχή στην αυθαίρετη δόμηση, συγκράτηση του κόστους κατασκευής κτλ. Στην διαμόρφωση της πολιτικής αυτής, υποστηρίζει ο Εμμανουήλ, ότι συνέβαλε και η επικρατούσα άποψη ότι δεν υπάρχει στεγαστικό πρόβλημα στην Ελλάδα που συντηρείται ως πάγια θέση των αρμόδιων και συγκεκριμένα του ΥΠΕΧΩΔΕ από το 1980 (Εμμανουήλ, 2006, σελ 15). Η θέση αυτή βασίζεται σε έρευνες και στατιστικά στοιχεία που παρουσιάζουν μεγάλο πλεόνασμα κατοικιών σε σχέση με τον πληθυσμό και μέσο όρο πυκνοκατοίκησης που υπερβαίνει το ένα δωμάτιο ανά άτομο. Τα υψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα συνηγορούν στην ενίσχυση αυτής της θέσης.
Ας δούμε όμως λίγο πιο αναλυτικά τα στοιχεία γύρω από τα οποία συγκροτήθηκε η στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα στο παρελθόν όπως τα καταγράφει και τα κατηγοριοποιεί ο Εμαννουήλ στη μελέτη του «Η κοινωνική πολιτική κατοικίας στην Ελλάδα: Οι διαστάσεις μιας απουσίας», που εν μέρει ισχύουν μέχρι και σήμερα(Εμμανουήλ, 2006, σελ 5-6):
_ το σύνολο φορολογικών ρυθμίσεων για την απόκτηση πρώτης κατοικίας, όπως η απαλλαγή φόρου μεταβίβασης
_ο χειρισμός των αντικειμενικών αξιών. «Το Σύστημα Αντικειμενικού προσδιορισμού της  Αξίας των ακινήτων» εφαρμόζεται από το 1985. Το σύστημα αυτό δεν σχετίζεται με τον προσδιορισμό των πραγματικών τιμών της γης, αλλά με τη διευκόλυνση των κρατικών υπηρεσιών προκειμένου να εισπράξουν του αναλογούντες φόρους κατά τις μεταβιβάσεις.
_οι επιδοτήσεις επιτοκίου σε περίπτωση λήψης δανείου για απόκτηση πρώτης κατοικίας και οι φοροαπαλλαγές για την αποπληρωμή των τόκων.
_τα στεγαστικά προγράμματα παροχής έτοιμης στέγης, δανειοδότησης και επιδότησης ενοικίου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας. Ο ΟΕΚ είναι ένας αυτόνομος και αυτοχρηματοδοτούμενος φορέας που καλύπτει τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ που έχει στόχο την ευρύτερη παροχή στεγαστικών ευκαιριών σε ένα φάσμα δικαιούχων βάσει κριτηρίων, όπως το μέγεθος του εισοδήματος, ο αριθμός μελών της οικογένειας, η ύπαρξη αναπηρίας και η έλλειψη ιδιοκτησίας. Στηρίζεται στις εισφορές των εργαζομένων και παράγει ένα πολύ μικρό ποσοστό, περίπου 3%,της συνολικά παραγόμενης κατοικίας στην Ελλάδα (Πορτάλιου,2006).
_πολεοδομικός σχεδιασμός που εξασφαλίζει προσφορά γης και πολεοδομικές ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν ευνοϊκούς όρους δόμησης (ένταξη των αυθαίρετων κατοικιών στο σχέδιο πόλης, παρεκκλίσεις στην αρτιότητα των μικρών οικοπέδων) και λειτουργούν ουσιαστικά ως υποκατάστατο μια κοινωνικής πολιτικής κατοικίας.
_μέτρα αντιμετώπισης έκτακτων περιπτώσεων στέγασης ειδικών κοινωνικών ομάδων όπως οι σεισμόπληκτοι, πλημμυροπαθείς παλιννοστούντες, Ρωμά κτλ.
Σε πολλές ερευνητικές μελέτες και επιστημονικά κείμενα εμφανίζεται συχνά το επιχείρημα πως το σύστημα παραγωγής κατοικίας στην Ελλάδα λειτούργησε ως υποκατάστατο του απόντος κράτους πρόνοιας δημιουργώντας έναν αστικό ιστό χωρίς μεγάλες χωροκοινωνικές αντιθέσεις. Η κατοικία, λόγου χάρη στο κέντρο της Αθήνας, αναφέρεται σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών ομάδων που συνυπάρχουν στις ίδιες περιοχές ακόμα και στις ίδιες πολυκατοικίες αποκαθιστώντας έτσι ένα είδος κοινωνικής συνοχής.
Υπάρχει όμως ένα έλλειμμα στην συζήτηση. Όπως επισημαίνει ο Εμμανουήλ, τα στοιχεία που απαρτίζουν τη στεγαστική πολιτική της χώρας αποκαλύπτουν μια οικονομική πολιτική με έντονη κοινωνική ανισομέρεια στην κατανομή των πόρων, ευνοώντας κυρίαρχα ίσως και αποκλειστικά τα μεσαία στρώματα, την οικοδομή, την ιδιοκατοίκηση ή την προσπάθεια απόκτηση κατοικίας ( Εμμανουήλ, 2006, σελ 9-10). Από πλευράς του κράτους δεν προβλέπεται καμία βοήθεια των νοικοκυριών και των ατόμων που αντιμετωπίζουν άμεσο και οξύ στεγαστικό πρόβλημα. Σε κάθε περίπτωση, οι ενοικιαστές, με εξαίρεση λίγων δικαιούχων επιδόματος ενοικίου του ΟΕΚ, δεν απολαμβάνουν καμία οικονομική ή φορολογική αρωγή και αγνοούνται ως κατηγορία για προστασία ή ενίσχυση.
Σαφή απουσία ουσιαστικών στοιχείων μιας κοινωνικής πολιτικής, διαπιστώνεται επίσης και σε περιπτώσεις ενοικιαστών ή ιδιοκτητών βεβαρυμμένων από στεγαστικά δάνεια που αντιμετωπίζουν οξύ στεγαστικό πρόβλημα σε συνθήκες αρνητικών οικονομικών αλλαγών. Στις μέρες μας, η μείωση των μισθών, η αύξηση της ανεργίας και ο πληθωρισμός των ενοικίων την τελευταία δεκαετία έχει οδηγήσει πολλά νοικοκυριά ή και άτομα στην αδυναμία συντήρησης ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης. Γεγονός που αναδεικνύει ακόμα πιο γλαφυρά ότι απουσιάζει ένα “δίχτυ προστασίας” εκ μέρους της πολιτείας για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Η κατοικία στο κέντρο της Αθήνας

Με σκοπό να μελετήσουμε την κατοικία στο κέντρο της Αθήνας, αρχικά θα πρέπει  να γίνει μια πολύ σύντομη αναφορά στις ευρύτερες μεταλλαγές που υπέστησαν οι περιοχές κατοικίας στο κέντρο σε σχέση με τις γύρω προαστιακές περιοχές από τη δεκαετία του 1950 έως το 2001. Βασικοί παράγοντες που επέδρασαν στην διαμόρφωση της δομής και της κοινωνικοοικονομικής διάρθρωσης των κεντρικών συνοικιών της Αθήνας αποτελούν η αστικοποίηση, η προαστιοποίηση και η μαζική εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση.
Κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο η αστικοποίηση στην Ελλάδα αναπτύχθηκε με πολύ γρήγορους ρυθμούς, τριπλασιάζοντας τον πληθυσμό της Αθήνας μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970. Οι ασφυκτικές ανάγκες για στέγαση που προέκυψαν λόγω της μετακίνησης εσωτερικών μεταναστών στην Αθήνα και σε άλλα αστικά κέντρα το διάστημα 1950-1960, οδήγησαν στην μεγάλη οικοδομική ανάπτυξη της χώρας, γνωστή και ως “οικοδομικό θαύμα”.
Αυτές οι διαδικασίες αστικοποίησης αντικατοπτρίζονται στο δομημένο περιβάλλον της Αθήνας. Ορισμένα στοιχεία του ιστού και του κτιριακού αποθέματος, ιδιαιτέρως της Αθήνας, δείχνουν την προσπάθεια ενσωμάτωσης αυτού του αγροτικού μεταναστευτικού πληθυσμού στην αστική κοινωνία (Μαλούτας, 2000 σελ. 2). Η γρήγορη συγκρότηση των μεσαίων στρωμάτων στην Αθήνα, τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, μετέβαλε σταδιακά και τη γεωμετρία της κοινωνικής δομής της πόλης. Η κοινωνική ανέλιξη σημαντικού τμήματος του πληθυσμού επικυρώνεται και από την στεγαστική του αναβάθμιση την δεκαετία του 1960 και 1970 μέσω των διαμερισμάτων των πολυκατοικιών της αντιπαροχής. Βασική χωρική επίπτωση του συστήματος της αντιπαροχής είναι η έντονη πύκνωση ζωνών κατοικίας στο κέντρο της Αθήνας και γύρω από αυτό (Μαλούτας, 2008, σελ 43).  Μέχρι και το 1979 συναντάται ιδιαίτερα υψηλή οικοδομική δραστηριότητα, εκτεταμένες επενδύσεις στον τομέα και πληθώρα νέων παραγόμενων κατοικιών ετησίως. Η κατάσταση αυτή αρχίζει να αλλάζει από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 λόγω της γενικότερης οικονομικής κρίσης, της διακοπής των στεγαστικών δανείων και την αύξηση της φορολογίας  που οδήγησαν τον οικοδομικό κλάδο σε ύφεση.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και τη δεκαετία του 1990, δημιουργούνται νέα κριτήρια για την επιλογή κατοικίας που συμβαδίζουν με τις νέες μορφές καταναλωτικών προτύπων της εποχής και δίνουν νέο νόημα στην κατοικία ως σύμβολο ευμάρειας και κοινωνικής ανέλιξης. Ταυτόχρονα συντελούνται μια σειρά από κοινωνικές αλλαγές όπως η είσοδος της γυναίκας στην εργασία, μονοπυρηνικά μοντέλα οικογένειας έναντι παραδοσιακών κτλ., που γεννούν την ανάγκη επαναπροσδιορισμού του μοντέλου κατοίκισης. Όλες αυτές οι αλλαγές έχουν επιπτώσεις και στις τιμές γης αλλά και στους τρόπους πρόσβασης στην κατοικία.
Οι παραπάνω συνθήκες και σε συνδυασμό με τα προβλήματα που προέκυψαν στο κέντρο της Αθήνας όπως η υποβάθμιση του κέντρου λόγω πυκνοδόμησης, η έλλειψη υποδομών και η ατμοσφαιρικής ρύπανση συνέβαλαν σε μεγάλη κινητικότητα των μεσοαστικών στρωμάτων από τις κεντρικές περιοχές της Αθήνας προς την περιφέρεια της πόλης. Αυτή η ανακατανομή του πληθυσμού είχε ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση πολλών συνοικιών στο κέντρο της πόλης λόγω εγκατάλειψης και σταδιακής ερήμωσης του κτιριακού αποθέματος.
Ταυτόχρονα όμως με την μετακίνηση του πληθυσμού προς τα προάστια, από τις αρχές τις δεκαετίας του ΄90, η Ελλάδα αλλάζει από χώρα αποστολής μεταναστών σε χώρα “υποδοχής” μεταναστών. Έτσι οι εξωτερικοί μετανάστες επανακατοικούν στο κτιριακό απόθεμα του κέντρου της Αθήνας, δίνοντας ξανά ζωή σε πολλές υποβαθμισμένες συνοικίες του. Λόγω λοιπόν και της εγκατάστασης των μεταναστών το κέντρο διατήρησε τη χρήση της κατοικίας, αναφερόμενη μάλιστα σε διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά στρώματα λόγω των μεγάλων διαφοροποιήσεων στις τιμές στην εκάστοτε περιοχή. Η ύπαρξη των μεταναστών σε περιοχές υποβαθμισμένες ξαναέβαλε στην αγορά ακινήτων μεγάλο κτιριακό απόθεμα που έμενε αχρησιμοποίητο και ερημωμένο από τους ντόπιους και συνέβαλλε στην ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων και στην ενίσχυση του εμπορίου στο κέντρο της πόλης. Σε συνδυασμό με την παράλληλη εισαγωγή νέων χρήσεων εμπορίου και αναψυχής σε πολλές περιοχές, το κέντρο της Αθήνας δεν ερήμωσε ποτέ σε αντιδιαστολή με τέτοια φαινόμενα που παρατηρήθηκαν σε άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις μετά την μετακίνηση των κατοίκων τους προς τα προάστια (Βάταλη Φ., Μπαλαμπανίδης Δ., Σιατίτσα Δ., 2011).

Η κατοικία στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης

Τα τελευταία χρόνια τα δεδομένα στον τομέα της κατασκευής της κατοικίας, που υπήρξε στο παρελθόν αυτοχρηματοδοτούμενος, είναι εντελώς διαφορετικά. Η ραγδαία άνοδος τιμών της κατοικίας και η παραγωγή της κατοικίας κυρίαρχα από τον ιδιωτικό τομέα οδήγησαν στην πλήρη εξάρτησή του από το τραπεζικό κεφάλαιο. Η ισχυρή σύνδεση της αγοράς κατοικίας με το τραπεζικό σύστημα οφείλεται στο γεγονός ότι η αγορά κατοικίας χρηματοδοτείται κατά κύριο λόγο με τραπεζικό δανεισμό και οι κατοικίες χρησιμοποιούνται συχνά ως κύρια εγγύηση για την λήψη τραπεζικών δανείων.
Πρωταγωνιστικό ρόλο άλλωστε στο ξεκίνημα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης είχε η αγορά κατοικίας και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες που την πλαισιώνουν. Οι μεταβολές των τιμών των κατοικιών, των ενοικίων και των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων επηρεάζουν αφενός τον πλούτο των νοικοκυριών και τις δυνατότητες πρόσβασης στην κατοικία και αφετέρου τις πολιτικές για οικονομική σταθερότητα αφού συνδέονται άμεσα και με τις διακυμάνσεις του πληθωρισμού. Για τους λόγους αυτούς πολλές έρευνες έχουν εκπονηθεί που παρακολουθούν στενά την εξέλιξη της αγοράς κατοικίας υποστηρίζοντας πως κρίνονται αναγκαία μέτρα και πολιτικές για την ενίσχυση του τομέα της οικοδομής που στην Ελλάδα αποτελεί παραδοσιακά ισχυρό κομμάτι της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Στην Ελλάδα για την περίοδο 1993-2007, οι τιμές των κατοικιών υπερδιπλασιάστηκαν. Πιο συγκεκριμένα στην περιοχή των Αθηνών αυξήθηκαν κατά 164% με μεγαλύτερη ένταση την περίοδο 1999-2002 (Συμιγιάννης, Χονδρογιάννης, 2009). Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως παράγοντες ζήτησης κατοικιών, η οποία επηρεάστηκε από τα νέα κριτήρια για την επιλογή κατοικίας όπως είδαμε παραπάνω, από την περαιτέρω απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος, από την διαδικασία σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας από την ΟΝΕ, από την πτώση του πληθωρισμού και την σημαντική μείωση των επιτοκίων. Η αύξηση των τιμών των κατοικιών τα τελευταία χρόνια καθιστά την απόκτηση της κατοικίας πιο δύσκολη, καθώς αυξάνει και το ποσό της αρχικής καταβολής για όσους χρηματοδοτούν την αγορά κατοικίας με δανεισμό.
Από το 2008 και έπειτα, σημείο έναρξης της οικονομικής κρίσης, συντελούνται καθημερινά αλλαγές σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο που είναι αδύνατο να καταγραφούν ή και να προβλεφθούν με ακρίβεια, όσο τα φαινόμενα αυτά είναι εν εξελίξει. Για τον λόγο αυτό θα προσπαθήσω να παραθέσω ορισμένα στοιχεία που θεωρώ ότι συνδέονται με θέματα στέγασης σε μια προσπάθεια ανίχνευσης της επίδρασης της οικονομικής κρίσης σε αυτά.
Σε άρθρο στην εφημερίδα Αττική που δημοσιεύτηκε στις 24 Ιουνίου το 2011, γίνεται λόγος για την απαρχή καθιέρωσης ενός μοντέλου στην χώρα που με την πάροδο του χρόνου θα απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την ιδιοκατοίκηση ενώ θα αυξάνεται η ζήτηση για ενοικίαση. Σύμφωνα με το άρθρο, τη θέση αυτή υιοθετεί η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) που βασίζεται σε εκτιμήσεις της ίδιας για τα αποτελέσματα που θα φέρουν τα νέα φορολογικά μέτρα, εισπρακτικού χαρακτήρα, του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος σε ότι αφορά τα ακίνητα (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. έκτακτο ειδικό τέλος ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών). Η αύξηση της ζήτηση για ενοικίαση έναντι της ιδιοκατοίκησης θα σηματοδοτήσει μια νέα εποχή για την Ελλάδα που παραδοσιακά σημείωνε υψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) η ανεργία τον Αύγουστο του 2011 ανέρχεται στο 18,4 % έναντι του ποσοστού 12,2% που κινούνταν ένα χρόνο πριν. Στο «Κοινωνικό Πορτραίτο της Ελλάδας 2010» αναφέρεται πως η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά φτώχειας (20%) (Μαλούρδος, Ναούμη, 2010, σελ. 18). Όσον αφορά στα θέματα της στέγασης στην ίδια έρευνα κατατίθεται πως το 15% του πληθυσμού στην Ελλάδα αδυνατεί να διατηρήσει σπίτι με ικανοποιητική θέρμανση, ενώ το 24% αδυνατεί να αποπληρώσει δόσεις δανείων για αγορά κατοικίας ή να καταβάλει το ενοίκιο του.
Παρόλο που τα στοιχεία της συγκεκριμένης έρευνας αναφέρονται στο 2008, στοιχεία από εφορείες που δημοσιεύονται καθημερινά στον ημερήσιο δημόσιο τύπο επιβεβαιώνουν ότι οι τάσεις αυτές (αδυναμία καταβολής ενοικίου και αποπληρωμής δανείων) είναι υπαρκτές το 2011 και ίσως (και) σε αύξηση. Συγκεκριμένα από το Φλεβάρη του 2011 μια σειρά από άρθρα του ημερήσιου τύπου, αποκαλύπτουν πως μέσα στις πρώτες 40 ημέρες του 2011 έχουν κινηθεί διαδικασίες για 4000 εξώσεις, οι μισές περίπου από όσες πραγματοποιήθηκαν ολόκληρη την διάρκεια του 2010. Η Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων εκτιμά πως το 50% των ενοικιαστών στο κέντρο της Αθήνας αδυνατεί να καταβάλει το ενοίκιο των κατοικιών και οι οφειλές τους πολλές φορές αγγίζουν τα 3.500 ευρώ, ενώ προβλήματα δημιουργούνται και με την αποπληρωμή των λογαριασμών της ΔΕΗ και του νερού. Η κατάσταση αυτή δεν περιορίζεται μόνο στις χαμηλά εισοδηματικές αστικές συνοικίες, αλλά αγγίζει και τα μεσοαστικά προάστια όπως στη Γλυφάδα και στου Ζωγράφου.
Ως προς τα θέματα των πλειστηριασμών μέχρι στιγμής εκκρεμούν πολλές υποθέσεις που αφορούν στην πρώτη κατοικία λόγω αναστολής εκδίκασης μέχρι της 31 Δεκεμβρίου του 2011 (νόμος 3869/2010). Ωστόσο σύμφωνα με ένα πρόσφατο άρθρο στην Ελευθεροτυπία πάνω από 50.000 ακίνητα βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό την απειλή του πλειστηριασμού και τα μισά από αυτά αφορούν πρώτη κατοικία. Ο πρόεδρος της Εθνικής Ομοσπονδίας Ενώσεων Προστασίας Πολιτών Καταναλωτών Δανειοληπτών, Βαγγέλης Κρητικός, αναφέρει σε συνέντευξη του στην ελευθεροτυπία στις 2/10/2011 ότι η αύξηση των διαταγών πληρωμής στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών είναι ιλιγγιώδης: «Στο συγκεκριμένο δικαστήριο, εκδικάζονται αιτήσεις διαταγών πληρωμής άνω των 12 χιλιάδων ευρώ. Σε σχέση με το 2008, το 2011 οι εκδόσεις διαταγών πληρωμής αναμένεται να αυξηθούν κατά 600%. Το 2008 είχαν εκδοθεί για ολόκληρο το έτος περίπου 5.000 διαταγές πληρωμής, ενώ μόνο για το πρώτο 6μηνο του τρέχοντος έτους εκδόθηκαν περίπου 25.000. Το αντίστοιχο ποσοστό για το Ειρηνοδικείο Αθηνών προσεγγίζει το 220%».

Η αύξηση των αστέγων και το φαινόμενο των “νεοαστέγων”

Γίνεται αντιληπτό πως σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία η αδυναμία καταβολής ενοικίου ή αποπληρωμής των δανείων, ιδιαίτερα των στεγαστικών, οδηγεί στην αυξημένη απώλεια στέγης. Τα άτομα που πλήττονται είτε καταφεύγουν σε φιλοξενία από συγγενικά πρόσωπα είτε αναγκάζονται να διαμένουν σε πρόχειρα καταλύματα ή ακόμα και στον δρόμο.
Το φαινόμενο των αστέγων πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα την δεκαετία του 1990, πολύ αργότερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες  και συνδέθηκε με την μαζική εισροή μεταναστών και αιτούντων για άσυλο. Ίσως η καθυστέρηση της εμφάνισης του φαινομένου στην Ελλάδα να οφείλεται στην ύπαρξη των άτυπων κοινωνικών και οικογενειακών δικτύων που αποτελούσαν παραδοσιακά τον κύριο υποστηρικτικό μηχανισμό αντιμετώπισης των προβλημάτων στέγασης των μελών της οικογένειας. Οι μεταλλαγές όμως των τελευταίων χρόνων ως προς την δομή της οικογένειας, των σχέσεων αλληλεγγύης και την συνοχή των διαπροσωπικών δικτύων, συνέβαλαν στον επαναπροσδιορισμό του ρόλου αυτού του υποστηρικτικού μηχανισμού για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των αδύναμων μελών της οικογένειας. Από το 1990 και μετά, το πρόβλημα της έλλειψης στέγης αυξήθηκε με γρήγορους ρυθμούς και δεν αφορά μόνο στους αλλοδαπούς αλλά και στον ντόπιο πληθυσμό. Τα τελευταία χρόνια οι άστεγοι στην χώρα μας αποτελούν μια ορατή κοινωνική πραγματικότητα, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα και το φαινόμενο αυτό έχει πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτή που, εκ πρώτης όψεως φαίνεται, δεδομένου ότι ένας μεγάλος αριθμός αστέγων διαφεύγει της αντίληψης μας.
Τα περιορισμένα στοιχεία που διαθέτουμε για τον αριθμό και τα χαρακτηριστικά των αστέγων προέρχονται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς κατά προσέγγιση  καθώς δεν υπάρχει ένα οργανωμένο σύστημα συλλογής στατιστικών στοιχείων. Προβλήματα επίσης απορρέουν από την δυσκολία προσέγγισης των αστέγων, λόγω της κοινωνικής τους απομόνωσης και την συχνή μετακίνησή τους. Το 2009 το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ανέθεσε στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις την καταγραφή των εκτός στέγης ατόμων. Σύμφωνα με την αυτή την καταγραφή ο αριθμός των αστέγων υπολογίζεται για εκείνη την περίοδο σε 7.720 άτομα χωρίς να συμπεριλαμβάνεται όμως ο αριθμός των παράνομων μεταναστών και των πολιτικών προσφύγων που φιλοξενούνται κάπου προσωρινά ούτε μετακινούμενων Ρομά/Τσιγγάνων (Παπαλιού, 2010, σελ 215-216). Τα στοιχεία της καταγραφής αυτής αμφισβητούνται από εκπροσώπους Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων οι οποίοι μιλούν για 17.000 έως 20.000 άτομα που αποκλείονται από τη στέγη. Πιο συγκεκριμένα το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την Έλλειψη Στέγης για την Ελλάδα εκτιμά για το 2010 πως οι άστεγοι υπολογίζονται στα 20.000 άτομα, εκ των οποίων 11.000 (ντόπιοι και μετανάστες) ζουν στην Αθήνα. Με τον αριθμό των 20.000 συμφωνούν και τα στοιχεία της ΜΚΟ “Κλίμακα” για το τέλος του 2010 μιλώντας όμως και για αύξηση του αριθμού αυτού κατά 25% το 2011. Σε περισσότερους από 11.000 άτομα ανέρχονται οι άστεγοι στην Αθήνα σύμφωνα και με τον κ. Τζανέτο Αντύπα, τον πρόεδρο της ΜΚΟ “Πράξις Ένταξις”.
Σε αυτό που συμφωνούν όμως όλες οι παραπάνω εκτιμήσεις είναι πως η οικονομική κρίση, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και οι περικοπές της περιόδου εκτός του ότι οδηγούν σε δραματική αύξηση των αστέγων, διαφοροποιούν το φαινόμενο αυτό και ποιοτικά. Συγκεκριμένα, έρχεται στο προσκήνιο μια νέα γενιά αστέγων και στον ημερήσιο τύπο συναντάται όλο και πιο συχνά η χρήση του όρου “νεοάστεγοι”. Ο όρος “νεοάστεγοι” χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας που διαφέρει αρκετά από ότι μέχρι σήμερα γνωρίζαμε για τα άτομα που διαβιώνουν στον δρόμο. Πρόκειται για πληθυσμό που μέχρι πρότινος είχε ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο. Στην πλειονότητα τους είναι άνδρες, ντόπιοι με μέτριο και υψηλό μορφωτικό επίπεδο, πρώην εργαζόμενοι σε επαγγελματικούς κλάδους που έχουν πληγεί από την κρίση. Είναι κυρίως άτομα παραγωγικών ηλικιών (30-45 ετών) που έχασαν την ιδιοκτησία τους με δήμευση, λόγω δανείων ή άλλων οφειλών, νέοι άνεργοι που δεν μπορούν να συντηρήσουν μια κατοικία και έχουν απομακρυνθεί από την οικογένεια τους και άτομα που έχασαν την δουλειά τους λίγο πριν συνταξιοδοτηθούν και αδυνατούν να επαναπροσληφθούν σε μια νέα εργασία λόγω της ηλικίας τους. Δεν παρουσιάζουν χαρακτηριστικά ψυχικών διαταραχών ούτε εξάρτηση από χρήση ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ και διατηρούν ισχυρές σχέσεις με το οικογενειακό και φιλικό τους περιβάλλον.
Θεωρώ σκόπιμο σε αυτό το σημείο να παραθέσω μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη που έδωσε ο κ Π.Παναγιωτόπουλος στην εφημερίδα Το Βήμα στις 21/11/2010. Ο κ Π.Παναγιωτόπουλος είναι 61 ετών, φιλοξενείται προσωρινά στους ξενώνες του Ερυθρού Σταυρού στην πλατεία Κουμουνδούρου και ως θύμα της οικονομικής κρίσης ανήκει σε αυτή την ομάδα των νεοαστέγων. Στην συνέντευξη του αφηγείται πως από την πρώτη γραμμή παραγωγής της οικονομίας βρέθηκε να διαμένει στον δρόμο καθώς και το πως διαρθρώνεται στο σήμερα η καθημερινή του ζωή.
«Έπιασα δουλειά 21 χρόνων στην Πεσινέ. Ήμουν στέλεχος της επιχείρησης και τότε απαγορευόταν να απεργήσουμε. Όμως απήργησα. Και την επομένη απολύθηκα. Η Πεσινέ τότε δημιουργούσε περιβαλλοντικά προβλήματα» λέει. «Επανήλθα στην Αθήνα και δραστηριοποιήθηκα στον κλάδο των τροφίμων. Δούλευα σε αλυσίδες τροφίμων, σε επιχειρήσεις που έκαναν πωλήσεις και αργότερα στην οργάνωση των σουπερμάρκετ. Ήμουν στον χώρο από το 1978 ως το 2000» σημειώνει. Ο κ. Παναγιωτόπουλος εργάστηκε στη συνέχεια σε εταιρεία εισαγωγής ιατρικών μηχανημάτων και, έπειτα, σε εισαγωγική επιχείρηση που ήταν και η τελευταία του δουλειά.
«Εργαζόμουν σε εταιρεία εισαγωγής ενδυμάτων. Οι δύο συνέταιροι αποφάσισαν να ανεξαρτητοποιηθούν. Βρέθηκα εκτός…» διηγείται. «Κατοικούσα σε έναν χώρο και αργότερα βρέθηκα εδώ. Δεν είχα πρόσβαση σε σπίτι, όμως δεν ήθελα να απευθυνθώ σε φίλους και ήμουν μόνος» τονίζει. Έχει πάρει διαζύγιο εδώ και χρόνια και δεν έκανε παιδιά. «Είχα βρεθεί για ημέρες στον δρόμο. Είχα δυσκολία να βρω φαγητό και ήμουν χωρίς νερό. Με αλχημείες προσπαθούσα να επιβιώσω» λέει. «Είχα βρει μία καφετερία στο κέντρο της Αθήνας. Δίπλα της υπάρχουν τρία ιδρύματα, τα οποία φρουρούνται διαρκώς. Πήγαινα να κοιμηθώ εκεί για σιγουριά .Τη νύχτα τα πράγματα είναι πολύ άγρια. Μπορεί να μπλεχτείς σε διαφορές χωρίς να φταις» σημειώνει.
«Η παραμονή μου εδώ στον ξενώνα τελειώνει. Λογικό είναι. Υπάρχει μεγάλη ζήτηση εκεί έξω και το βλέπουμε καθημερινά. Λογικά, θα βρεθώ πάλι έξω. Προσπαθούμε εδώ με τους ανθρώπους του ξενώνα να κάνουμε επαφές με επιχειρήσεις, στέλνουμε βιογραφικά για να βρεθεί μια δουλειά. Όμως, όταν ακούν την ηλικία μου, απαντούν “ψάχνω για κάποιον νεότερο”» λέει. Μιλάει για αναλγησία. «Δεν μπορεί να βγαίνει ο Πάγκαλος και να λέει “μαζί τα φάγαμε”. Δεν έχουμε να αγοράσουμε ένα τσιγάρο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος εξευτελισμός για έναν άνθρωπο που έχει δουλέψει να ζητά ένα τσιγάρο!» σημειώνει.
«Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα βρισκόμουν εδώ. Είχα σπίτι και αυτοκίνητο. Αφιερωνόμουν στη δουλειά και αμειβόμουν με το παραπάνω πάντοτε πάνω από τη συλλογική σύμβαση» λέει.
«Αυτά που ακούμε στην τηλεόραση για τον ΟΑΕΔ είναι καραμέλες. Να βρουν κονδύλια, τα οποία θα φτάσουν σε εμάς» τονίζει. «Εδώ είμαστε τα τέσσερα άλφα: Άνεργοι, ανασφάλιστοι, άστεγοι και άφραγκοι. Εάν το καταλάβουν αυτό, μόνο έτσι θα δουν και το πρόβλημά μας» λέει. «Ο ξενώνας δεν έχει τα κονδύλια. Απευθύνομαι και στους έχοντες για να προσφέρουν. Κάτι για να μας βοηθήσει ψυχολογικά» σημειώνει ο κ. Παναγιωτόπουλος. «Αυτό το πράγμα είναι παράλογο. Μηδενική ευαισθησία από τους εργοδότες. Αυτές οι εκρήξεις που δημιουργούνται θα στραφούν εν τέλει εναντίον τους» τονίζει με πικρία.
«Στα στέκια των αστέγων», Εφημερίδα το Βήμα, 21/11/2010
Στην χώρα μας, δεν υπάρχει επίσημος προσδιορισμός της ομάδας των αστέγων, γεγονός που έχει ως συνέπεια την έλλειψη δημόσιων πολιτικών πρόληψης και της αποτελεσματικής αντιμετώπισης των αναγκών αυτής της ευάλωτης ομάδας πληθυσμού. Την έλλειψη αυτή προσπαθούν να καλύψουν αρκετοί φορείς, υλοποιώντας διάφορα προγράμματα στήριξης των αστέγων κυρίως σε τοπικό επίπεδο. Στον Δήμο Αθηναίων λειτουργεί από το 1998 το Κέντρο Υποδοχής Αστέγων παρέχοντας 3 ξενώνες βραχυπρόθεσμης φιλοξενίας, κέντρο σίτισης και αναπτύσσει δράσεις κοινωνικού χαρακτήρα όπως το κοινωνικό παντοπωλείο, το κοινωνικό φαρμακείο και την Αθηναϊκή αγορά. Επικουρικά στο έργο αυτό λειτουργούν και οι διάφορες ΜΚΟ Κλίμακα, Praksis, ΑΡΣΙΣ που στο πλαίσιο λειτουργίας τους αναπτύσσονται δράσεις κατά του κοινωνικού αποκλεισμού και ενδυνάμωσης και επανένταξης οικονομικά και κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων παρέχοντας και κάποιες υπηρεσίες προσωρινής στέγασης και διατροφής.
Παρόλες τις αξιόλογες προσπάθειες των παραπάνω φορέων, το κράτος αδυνατεί να εξασφαλίσει το δικαίωμα στην κατοικία σε άτομα που είναι ήδη άστεγα είτε να λειτουργήσει προληπτικά για τον περιορισμό του φαινομένου. Η αρμόδια Διεύθυνση Οικιστικής Πολιτικής και Κατοικίας του ΥΠΕΚΑ εφαρμόζει προγράμματα στεγαστικής αποκατάστασης μόνο για επείγουσες περιπτώσεις φυσικών καταστροφών. Επιπρόσθετα, η παροχή επιδομάτων, υπηρεσιών στήριξης ή άλλων διευκολύνσεων για τους αστέγους είναι ιδιαίτερα περιορισμένες και μόνο κάποιες συγκεκριμένες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες (ΑΜΕΑ, άποροι, μονογονεϊκές οικογένειες κλπ) δικαιούνται κάποιες κοινωνικές παροχές. Η μη διάθεση οικονομικών πόρων λοιπόν από τους ασκούντες της κρατικής εξουσίας θέτει υπό αμφισβήτηση την εφαρμογή του συνταγματικά κατοχυρωμένου κοινωνικού δικαιώματος στην κατοικία.

Το κέντρο της πόλης

Οι συνέπειες της κρίσης όμως δεν είναι μόνο οικονομικές και δεν αφορούν μόνο στους τρόπους πρόσβασης ή και απόκτησης στην κατοικία. Η κοινωνική πόλωση στο κέντρο της Αθήνας αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει το κέντρο όπως η απαξίωση μεγάλου τμήματος του κτιριακού και στεγαστικού του αποθέματος, η ανεπάρκεια κοινωνικών υποδομών, η κακή ποιότητα του δημόσιου χώρου και η περιβαλλοντική υποβάθμιση συνδέονται και με ευρύτερες κοινωνικές αναδιαρθρώσεις της περιόδου.
Από το 2007 και μετά, στον ημερήσιο έντυπο και τηλεοπτικό τύπο όλο και περισσότερα άρθρα αναφέρονται στην “κρίση του κέντρου της Αθήνας” η οποία χρήζει άμεσης επέμβασης της πολιτείας. Ο δημόσιος εκφρασμένος λόγος των ΜΜΕ και της πολιτείας χρησιμοποιεί ως επί τω πλείστο τους όρους “γκέτο” και “άβατο”. Δύο όροι με ένα πολύ συγκεκριμένο ιδεολογικό υπόβαθρο που η χρήση τους συμβάλλει στην κατασκευής μια εικόνας για περιοχές του κέντρου που προκαλεί το φόβο της κοινωνίας. Χωρικά το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στις περιοχές της Ομόνοιας και γύρω από αυτή, του Μεταξουργείο, του Αγίου Παντελεήμονα, και των πλατειών Θεάτρου, Βάθης, Βικτωρίας και Αμερικής.
Αναμφίβολα, σε πολλές συνοικίες στην Αθήνα, υπάρχει εγκληματικότητα, η οποία εκδηλώνεται σε διάφορες μορφές. Η μη διάκριση όμως των μορφών αυτών επιτρέπει την εύκολη στοχοποίηση διάφορων κοινωνικών ομάδων με έναν ενιαίο και ισοπεδωτικό τρόπο. Φαινόμενα όπως η έντονη παρουσία μεταναστών, η πορνεία, η διακίνηση ναρκωτικών, η ραγδαία αύξηση αστέγων, το παραεμπόριο και η αύξηση της εγκληματικότητας παρόλο που αποτελούν διαφορετικής φύσης κοινωνικά προβλήματα, συχνά συσχετίζονται, για να περιγράψουνε την εικόνα πολλών κεντρικών περιοχών της Αθήνας. Οι ομάδες αυτές συχνά και ίσως εσκεμμένα, υποδεικνύονται ως ο βασικός παράγοντας της υποβάθμισης, της εγκατάλειψης, της αύξησης της εγκληματικότητας και της εκδήλωσης της παραβατικότητας. Ταυτόχρονα η ρητορεία αυτή περί “γκέτου” και “άβατου” μπορεί να οδηγήσει σε καταναγκαστικούς συνειρμούς συνδυασμού της εγκληματικότητας με την εικόνα της ομαδικής κατοίκησης μεταναστών και αστέγων σε εγκαταλελειμμένα κτίρια. Έτσι προκύπτει το εξής: η απομάκρυνση από την περιοχή των κοινωνικών υποκειμένων που φέρουν το στίγμα της ενοχής μοιάζει να είναι κάτι το φυσικό και δίκαιο και μάλιστα με έναν τρόπο άμεσο και επιτακτικό.

Η “επιστροφή των κατοίκων” στο κέντρο

Παρά τη μεγάλη ιδεολογική προεργασία, την εκτεταμένη αστυνόμευση (που πολλές φορές φτάνει στα όρια της αυθαιρεσίας και της κατάχρησης εξουσίας) και τις πολλές βίαιες εκκενώσεις κτιρίων όπου στεγάζονται μαζικά μετανάστες, το κράτος δεν έχει καταφέρει να καταστείλει και να ελέγξει τα φαινόμενα εγκληματικότητας στο κέντρο της Αθήνας. Ο πολλαπλασιασμός των φαινομένων αυτών διεγείρει από την μεριά των ντόπιων ρατσιστικά και ξενοφοβικά αντανακλαστικά τα οποία εκδηλώνονται πολλές φορές με τον πιο βίαιο τρόπο. Η πολωμένη αυτή κατάσταση στο κέντρο της Αθήνας συνετέλεσε στο να ενταχθεί το θέμα της κατοικίας σε μια σειρά από πολιτικές για την επίλυση του “προβλήματος” του κέντρου της Αθήνας.  Το ΥΠΕΚΑ είχε ανακοινώσει από το 2010, μέσω του προγράμματος «Αθήνα-Αττική 2014», ότι πρόκειται να θεσπιστούν κίνητρα ενίσχυσης της κατοικίας του κέντρου με στόχο την προσέλκυση των κατοίκων.
Τον Μάιο του 2011 εκδηλώθηκε ένα τεράστιο ξέσπασμα ρατσιστικής βίας με έναν ακραίο τρόπο στις περιοχές του Αγίου Παντελεήμονα, της Αττικής, της Κυψέλης και τα Κάτω Πατήσια. Η Κυβέρνηση σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση υπό το βάρος και την ευθύνη των εκρηκτικών αυτών γεγονότων δημοσιοποιούν, λίγες μέρες μετά, το «Σχέδιο Δράσης για την Αθήνα» στο οποίο προτείνονται  μια σειρά από μέτρα για την αντιμετώπιση των ιδιαίτερων συνθηκών και προβλημάτων του κέντρου. Ο κύριος διατυπωμένος στόχος του σχεδίου είναι η ολοκληρωμένη παρέμβαση των επιμέρους δράσεων για την διασφάλιση συνθηκών ασφαλούς διαβίωσης των κατοίκων και των επισκεπτών της πόλης. Εκτός από την υλοποίηση μεγάλων γενικών αστυνομικών ελέγχων με καθημερινές περιπολίες και μια σειρά άλλων μέτρων, τίθεται το θέμα της “επιστροφής των κατοίκων” στο κέντρο της πόλης.
Η επιστροφή της χρήσης της κατοικίας παρουσιάζεται ως η λύση για την αναχαίτιση των φαινομένων αποσάθρωσης και των προβλημάτων υποβάθμισης που αντιμετωπίζουν κεντρικές συνοικίες του ιστορικού κέντρου. Οι προτάσεις αυτές αναφέρονται σε πολύ συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες αποτελούνται από νεαρά ζευγάρια, φοιτητές και γενικά μεσαία και ανώτερα στρώματα. Η δέσμη κινήτρων που ανακοινώθηκαν αποβλέπει αφενός μεν στην αποκατάσταση των κτιρίων αφετέρου στην υποστήριξη των ιδιοκτησιών όσων επιθυμούν να εγκατασταθούν στις περιοχές του Γερανίου, του Μεταξουργείου και του Κεραμεικού. Μαζί με την ενίσχυση της κατοικίας στις συγκεκριμένες περιοχές προτείνεται και η αξιοποίηση παλιών εγκαταλειμμένων ξενοδοχείων στην περιοχή της Ομόνοιας και η μετατροπή τους σε προνομιακές κατοικίες για φοιτητές.
Με μια ειδική νομοθετική ρύθμιση που θεσμοθετείται για τις περιοχές του κέντρου που κρίνεται ότι παρουσιάζουν έντονη κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική υποβάθμιση θα εγκρίνονται για ορισμένο χρονικό διάστημα ειδικές οικονομικές ρυθμίσεις με φορολογικά κίνητρα. Οι περιοχές αυτές θα  κηρύσσονται ως “Ζώνες Ειδικής Ανάπλασης” και αποτελούν τμήματα της πόλης όπου ο ιδιωτικός τομέας δεν εκδηλώνει επενδυτικό ενδιαφέρον και άρα κρίνεται απαραίτητη η κρατική χρηματοδότηση για την ανάκαμψή τους. Το Γεράνι αποτελεί την πρώτη υποψήφια περιοχή που έχει επιλεγεί για την πιλοτική εφαρμογή δράσεων και πολιτικών που αφορούν στην αναζωογόνηση της. Η έρευνα της υφιστάμενης κατάστασης της περιοχής έχει ήδη ανατεθεί και ολοκληρωθεί στην αστική ΜΚΟ SARCHA.
Τα φορολογικά κίνητρα ενίσχυσης της κατοικίας που εξέδωσαν στο φως της δημοσιότητας το ΥΠΕΚΑ σε συνεργασία με το Υπ Οικονομικών έχουν ως εξής:
_φορολογικές απαλλαγές για αποκατάσταση και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικία, γραφείων, επαγγελματικού χώρου και ισόγειων καταστημάτων. Επί μια δεκαετία, θα εκπίπτει από τον οφειλόμενο φόρο εισοδήματος, το 80% της συνολικής δαπάνης για έργα κόστους μέχρι 600 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο για το Γεράνι και 500 για το Μεταξουργείο και το Κεραμεικό.
_φορολογικές απαλλαγές από το συνολικό κόστος δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινόχρηστων χώρων κτιρίων. Ανάλογη ρύθμιση γίνεται και για τον εκσυγχρονισμό και την αποκατάσταση διατηρητέων κτιρίων. Θα εκπίπτει κάθε χρόνο το 1/10 της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και μέχρι κόστος 2.000 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο.
_χορήγηση κινήτρων για τις αγοραπωλησίες ακινήτων της περιοχής μέσα στα επόμενα δύο έτη μειώνοντας τον φόρο μετεπιβίβασης από 10%, που ισχύει σήμερα, σε 3%.
_μείωση των τιμών των αντικειμενικών αξιών 50% για τους ισόγειους χώρους και 30% για τους υπόλοιπους ορόφους και τους υπόγειους χώρους.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των μειώσεων που τίθενται είναι τα συγκεκριμένα ακίνητα να ιδιοκατοικηθούν ή σε περίπτωση εκμίσθωσης να διατίθενται σε πρόσωπα που το δηλούμενο μηνιαίο εισόδημα τους είναι τριπλάσιο του ενοικίου. Επιπρόσθετα μέτρα που ανακοινώθηκαν και επηρεάζουν με ποιο έμμεσο τρόπο την ενίσχυση της κατοικίας μέσω της αναβάθμισης του αστικού περιβάλλοντος όπως η ζωγραφική σε τυφλές όψεις, η χρηματοδότηση για την υλοποίηση μελετών του διαγωνισμού «Αθηνα Χ4» και της πλατείας Θεάτρου.
Πριν εξετάσω με έναν πιο αναλυτικό τρόπο τα ενδεχόμενα αποτελέσματα των συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών ενίσχυσης της κατοικίας , θα  ήθελα να κάνω κάποια σχόλια για την χρήση των όρων “προσέλκυση των κατοίκων” και “επιστροφή των κατοίκων”. Το κέντρο της Αθήνας όμως δεν έμεινε ποτέ κενό από κατοίκους. Στην ενότητα «Νομοθετική Ρύθμιση για κήρυξη περιοχών ως “Ζωνών Ειδικής Ανάπλασης”» του κειμένου αναφέρεται συγκεκριμένα ότι στις περιοχές πρέπει να στηριχθεί και να συγκρατηθεί ο υγιής πληθυσμός που έχει απομείνει και να προσελκυστεί νέος. Οι λέξεις και οι όροι που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τα πράγματα δεν είναι κενοί περιεχομένου. Οι κοινωνικές ομάδες που θεωρούνται υγιείς κατά την άποψη του ΥΠΕΚΑ  είναι αυτές που ανήκουν στη νέα “δημιουργική” τάξη που αναζητά τον διαφορετικό/εναλλακτικό τύπο κατοίκησης και θα λύσουν τα προβλήματα της υποβάθμισης της πόλης. Παρόλο που συναντάται πολύ συχνά η επιχειρηματολογία για την άνοδο αυτής της “δημιουργικής τάξης”, αυτό που δεν έχει εξεταστεί είναι το κατά πόσο και με ποιόν τρόπο επηρεάζεται από την εντεινόμενη οικονομική κρίση της περιόδου. Το ερώτημα αυτό προκαλεί προβληματισμό για την βιωσιμότητα τελικά αυτών των νέων κοινωνικών ομάδων στο μέλλον και την δυνατότητα τους να ανταπεξέλθουν οικονομικά και κοινωνικά στον ρόλο του “υγιή και επιθυμητού κατοίκου”.
Ταυτόχρονα όμως με τη χρήση της έκφρασης “υγιής πληθυσμός” υπονοείται και το αντίθετό της. Δηλαδή οι κάτοικοι της παρούσας στιγμής δεν είναι αρκετά υγιείς για να παραμείνουν στο κέντρο και άρα είναι ανεπιθύμητοι. Ποιοι λοιπόν είναι αυτοί, από ποιους και γιατί είναι ανεπιθύμητοι; Προφανώς αναφέρονται στους χιλιάδες μετανάστες που ζουν και εργάζονται στο κέντρο, στους αστέγους που αναζητούν κατάλυμα την νύχτα, στους τοξικοεξαρτημένους, στις ιερόδουλες και άλλα κινούμενα στο περιθώριο άτομα. Είναι ανεπιθύμητοι γιατί κατά τον κυρίαρχο δημόσιο λόγο ευθύνονται για όλα τα προβλήματα υποβάθμισης του αστικού χώρου του κέντρου και την αύξηση της εγκληματικότητας. Είναι ανεπιθύμητοι από την πολιτεία και το κράτος γιατί αμαυρώνουν την εικόνα της πόλης και από τους φορείς της ιδιωτικής πρωτοβουλίας γιατί λειτουργούν ως τροχοπέδη στα επενδυτικά τους σχέδια. Πρόκειται για τους ανθρώπους που πρώτοι και περισσότερο από όλους έχουν υποστεί στην καθημερινότητα τους τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης, που η παρουσία τους σε οποιονδήποτε χώρο είναι συνεχώς υπό αίρεση.

Συμπεράσματα – Απολογισμός

Προσπαθώντας λοιπόν να εξάγω κάποια πρώτα συμπεράσματα μέσα από  την ιστορική αναδρομή όσον αφορά στους τρόπους πρόσβασης στην κατοικία και των στεγαστικών πολιτικών μέχρι σήμερα θα μπορούσα να υποστηρίξω πως ο ρόλος του κράτους και της αγοράς άλλαξαν με την πάροδο του χρόνου. Με μια πρώτη ανάγνωση της δήλωσης για το ότι «κρίνεται αναγκαία η λήψη μέτρων εκ μέρους του κράτους από την στιγμή που ο ιδιωτικός τομέας δεν εκφράζει επενδυτικό ενδιαφέρον για συγκεκριμένες περιοχές» του Σχεδίου Δράσης για το Κέντρο της Αθήνας, θα μπορούσε κάποιος αρχικά να συμπεράνει από την παραπάνω δήλωση είναι πως οι ρίζες αυτής της πολιτικής στάσης εντοπίζονται σε πολύ παλαιότερες περιόδους. Άλλωστε η πάγια κρατική επέμβαση στον τομέα της στέγασης προσδιορίστηκε κυρίως ως πολιτική πριμοδότησης. Από την στιγμή που το κράτος δεν προσέφερε κοινωνική προστασία στους κατοίκους που είχαν ανάγκη, παρείχε κίνητρα αποκλειστικά για την ενίσχυση της αγοράς της κατοικίας.
Από την άλλη μεριά όμως, αρχίζει εδώ και κάποια χρόνια να διαφαίνεται η σύναψη μιας νέας άτυπης συμμαχίας μεταξύ κράτους και αγοράς. Η αγορά και το οικοδομικό κεφάλαιο ναι μεν αναγινώσκουν τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρουν οι υποβαθμισμένες περιοχές αλλά δεν μπορούν να αναλάβουν το επενδυτικό αυτό ρίσκο χωρίς την κρατική στήριξη. Υπάρχει επίσης και ένα ιδεολόγημα, εδώ και πολλά χρόνια, πως ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να επιλέξει καλύτερα από τον δημόσιο, μέσω της αγοράς, για το πού θα κατευθύνεται το κεφάλαιο και οι πιστώσεις. Αυτό το ιδεολόγημα κατέρρευσε εντυπωσιακά το 2007, δίνοντας δάνεια και πιστώσεις σε τομείς χωρίς καμία πραγματική προοπτική ανάπτυξης. Έτσι το κράτος προσπαθώντας να παρέχει ένα επενδυτικό κλίμα ασφάλειας αναλαμβάνει την υλοποίηση μιας σειράς αστικών αναπλάσεων εκκενώνοντας τις εκάστοτε περιοχές από κοινωνικές ομάδες που δεν ανήκουν στην κατηγορία των “επιθυμητών” κατοίκων. Σε αυτή την λογική αποσκοπεί και ρύθμιση για την περίπτωση εκμίσθωσης του ακινήτου. Το δηλωμένο εισόδημα των ατόμων που θα ενοικιάσουν ένα ακίνητο και θα απολαμβάνουν τις φορολογικές απαλλαγές θα πρέπει να είναι το τριπλάσιο του ενοικίου. Άρα θα πρέπει να ανήκουν σε πιο ευκατάστατα στρώματα και ταυτόχρονα το ποσό που ιδιοκτήτες επένδυσαν για την ανέγερση νέων κατοικιών ή τη βελτίωση των παλαιότερων να τους επιστραφεί πίσω με τον πιο εγγυημένο τρόπο (Harvey, 2011).
Όπως είδαμε και στην αρχή της εργασίας οι στεγαστικές πολιτικές του κράτος στο παρελθόν συγκροτούνταν κυρίως γύρω από την ενίσχυση της οικοδομής χωρίς να είναι δυνατόν να εξυπηρετήσουν τα στεγαστικά προβλήματα αδύναμων κοινωνικά ομάδων. Στο σήμερα όμως θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως οι προωθούμενες πολιτικές στον τομέα της στέγασης σε συνδυασμό με τα μέτρα λιτότητας, την οικονομική κρίση και την αύξηση της ανεργίας, πως είναι αυτές που δημιουργούν την “κρίση” στη κατοικία και ευθύνονται για τις στρατιές αστέγων στις πόλεις καθιστώντας πραγματικότητα τους “χώρους αποκλεισμού”.
Το να υποστηρίξει κάποιος ότι η στέρηση του δικαιώματος στη κατοικία επιταχύνει διαδικασίες κοινωνικού αποκλεισμού και περιθωριοποίησης θα ήταν μάλλον κοινότυπο.  Το να επικαλεστεί κάποιος την συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος στην κατοικία δεδομένου του ρόλου του κράτους στο σήμερα και των σύγχρονων πολιτικών, θα ήταν μάλλον ανώφελο. Το πρόβλημα της έλλειψης στέγης αναδεικνύεται στην χώρα μας επίκαιρο όσο ποτέ και η περαιτέρω αναμενόμενη διόγκωσή του επιβάλλει να μην αντιμετωπίζεται στα πλαίσια της φιλανθρωπίας. Οι δράσεις που θα ήταν απαραίτητες για την εξάλειψη του φαινομένου θα πρέπει να στοχεύουν στην ρίζα του προβλήματος, δηλαδή στις αιτίες του: τον αποκλεισμό από την αγορά εργασίας και την οικονομική εξαθλίωση. Χρειάζονται μεγάλες πολιτικοκοινωνικές τομές και υιοθέτηση άλλων μορφών οργάνωσης για να οραματιστούμε μια άλλη πόλη όπου το δικαίωμα στην κατοικία θα είναι αδιαπραγμάτευτο.

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Ναζισμός και εργατική τάξη

ένα βιβλίο του Sergio Bologna


Ναζισμός και εργατική τάξη

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Προµαρξικός σοσιαλισµός: Ο Louis Auguste Blanqui και η δράση του

 ένα κείμενο του ΣΠ. ΑΝ.                     


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ



Εισαγωγή……………………………………………………………………………..2
Ι. Βιογραφικά…………………………………………………………………………4
ΙΙ. Συνθήκες και δράση…...………………………………………………….……….7
ΙΙΙ. Ιδεολογία………………………….…………………………………………….17
Επίλογος……………………………………………………………………………..22
Βιβλιογραφία………………………………………………………………………...24













Εισαγωγή

   
    Η Γαλλική Επανάσταση κληροδοτεί στον γαλλικό, αλλά και ευρωπαϊκό, 19ο αιώνα δύο αντίρροπες καταστάσεις. Αφενός την, σταδιακή, κυριαρχία της αστικής τάξης , και αφετέρου ιδεολογίες, αλλά κυρίως πρακτικές, επαναστατικές. Η δημιουργία της αστικής τάξης ως οικονομικό παράγοντα είναι βέβαια απόρροια της Βιομηχανικής Επανάστασης, αλλά η συγκρότησή της ως, συνειδητή, κοινωνική τάξη, είναι ένα νεωτεριστικό φαινόμενα πιο άμεσα συνδεδεμένο με τις ιδεολογικές εξελίξεις που έφερε η Γαλλική Επανάσταση. Προφανώς η κοινωνική εμπειρία της δράσης και της ανατροπής εμπνέουν πολλούς, και η σχετική «στασιμότητα» της φεουδαρχικής αντίληψης αντικαθίσταται από μία αντίληψη πιο «δυναμική», η οποία κάνει τον πολίτη, πλέον, υποκείμενο της κοινωνίας και της Ιστορίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την «πολιτικοποίηση» της κοινωνίας . Η παλινόρθωση άφησε πολλούς απογοητευμένους, από τους Επαναστάτες οπαδούς του Ροβεσπιέρου, του Babeuf ή του Buonarroti, τους Βοναπαρτιστές, τους Ρεπουμπλικάνους μέχρι ακόμα και μερίδα  αριστοκρατών. Και οι κατηγορίες αυτές δεν είναι ομοιογενή πολιτικο-ιδεολογικοί χώροι, και μάλιστα όσο θα προχωρούν στον 19ο αιώνα τόσο περισσότερο θα διασπόνται σε περισσότερα κινήματα, τόσο λόγω των πολιτικών όσο και των οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων, όλες γοργές, αποσαφηνίζοντας τις ιδεολογίες τους.
    Ένας χώρος πολύ εύφορος είναι ο σοσιαλιστικός. Και οι συζητήσεις και ζυμώσεις που γίνονται, σ’ ευρωπαϊκό επίπεδο, από την Ισπανία έως την Ρωσία, εμπλουτίζουν τόσο τις πρακτικές του, όσο και το λεξιλόγιο του, άρα και τις ιδέες. Τότε θα δημιουργηθούν οι μαρξιστικές, οι αναρχικές, και άλλες ιδεολογίες. Ο Μαρξ θεωρείται  ο πρώτος συστηματικός, «επιστημονικός»  σοσιαλιστής. Από το «Κεφάλαιο» όπου περιγράφει το νέο καπιταλιστικό σύστημα, μέχρι το «Μανιφέστο» , όπου διατυπώνει λιτά και με σαφήνεια ένα πρόγραμμα για ένα άλλο πολιτικό σύστημα, παρατηρούμε την συστηματική του προσέγγιση. Η συστηματοποίηση αυτή προφανώς είναι μίας υπάρχουσας παράδοσης. Και δεν είναι λίγοι οι προπομποί του Μαρξ. Εμείς θ’ ασχοληθούμε μ’ έναν από αυτούς τον Louis Auguste Blanqui. Τον εμπνευστή της «διαρκούς επανάστασης», της «πρωτοπορίας» και της «δικτατορίας του προλεταριάτου» .
Ο Blanqui οργανώνει ή συμμετέχει σε εξεγέρσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, της οποίας το μεγαλύτερο μέρος περνάει φυλακισμένος. Ο L.A. Blanqui γεννιέται το 1805 και πεθαίνει την 1η Ιανουαρίου του 1881. Είναι δηλαδή μάρτυρας σε όσα διαδραματίζονται στον πλούσιο αυτό γαλλικό 19ο αιώνα. Από την Αυτοκρατορία  - ο ίδιος γεννιέται το έτος της μάχης του Αούστερλιτς – και την βουρβονική παλινόρθωση, κατά την πτώση της οποίας ο Blanqui είναι 19 ετών, μέχρι και την πρώτη δεκαετία της Γ’ Δημοκρατίας. Η περίοδος αυτή γεμάτη αναταραχές αλλά και ζυμώσεις, θα συμπεριλάβει εξεγέρσεις, τόσο την δεκαετία του 1820 όσο και την δεκαετία του 1830, και 3 επαναστάσεις – το 1830 κατά του Καρόλου Ι’, το 1848 κατά του Λουδοβίκου-Φιλίππου της Ορλεάνης και την Παρισινή Κομμούνα του 1871, συνέπεια της στρατιωτικής καταστροφής που υπέστη η Δεύτερη Αυτοκρατορία από τους Πρώσους και τους γερμανούς τους συμμάχους και του πολιτικού κενού που δημιουργήθηκε. Ο Blanqui στο μέτρο του δυνατού θα λάβει μέρος σε όλες αυτές τις ιστορικές στιγμές. Συμμετοχή που θα πληρώσει με 37, συνολικά, χρόνια φυλάκισης, απ’ όπου θα κληρονομήσει και το ψευδώνυμο «έγκλειστος» .
Από τα πορτραίτα και τις φωτογραφίες του ο  Blanqui δείχνει αυστηρός, σχεδόν απόκοσμος. Η ζωή του όπως το δείχνει και η δράση του, ασταμάτητη και αμείωτου ζήλου και ενθουσιασμού, ήταν απόλυτα αφοσιωμένη στην επανάσταση και τις συνομωσίες. Χωρίς παραχωρήσεις και συμβιβασμούς, μέχρι το τέλος θα παραμείνει πιστός στις αρχές του, αφήνοντας μάλιστα την τελευταία του πνοή, την 1η Ιανουαρίου 1881  σε μία πολιτική συγκέντρωση.
Ακριβώς λόγω της πολιτικής του δράσης και των συνθηκών του 19ου αιώνα δεν μπορεί κανείς ασχοληθεί με τον Blanqui παρά μόνο υπό το φως των πολιτικών γεγονότων και περιστάσεων. Συνθήκες τις οποίες άλλοτε εκμεταλλεύεται και άλλοτε προσπαθεί να δημιουργήσει.


















Ι. Βιογραφικά

Ο Blanqui γεννιέται την 8η Φεβρουαρίου 1805 στην Νότια Γάλλια, στο Puget-Théniers κοντά στην Νίκαια. Η περιοχή είχε μόλις προσαρτηθεί στην νεαρή Α’ Γαλλική Δημοκρατία από τα στρατεύματά της, το 1792. Ο πατέρας του Jean Dominique Blanqui, βουλευτής της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης, εναντιώθηκε στην επίθεση των Γιρονδίνων από τους Αβράκωτους και τους Ορεινούς, και ενώ ο ίδιος ήταν υπέρ της θανάτωσης του Λουδοβίκου ΙΣΤ’, η αντίθεση αυτή του στοίχησε την ελευθερία του. Στην φυλακή παράμεινε 10 μήνες . Μετά την πτώση του Ροβεσπιέρου ελευθερώνεται και επιστρέφει στην έδρα του στην Συμβατική. Οπαδός του Πραξικοπήματος της 18ης Μπρυμαίρ, τοποθετείται υποπεριφερειάρχης στο Puget-Théniers. Ο L.A. Blanqui σε ηλικία ανεβαίνει στο Παρίσι σε ηλικία 13 ετών, παρ’ ότι το Puget-Théniers με την παλινόρθωση επιστρέφεται στο βασίλειο της Σαβοΐας. Στο Παρίσι μένει στο Ίδρυμα, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, Massin, όπου διδάσκει ο, γηραιότερος κατά 7 χρόνια, αδερφός του Adolphe Blanqui, μετέπειτα οικονομολόγος της φιλελεύθερης σχολής. Ο ίδιος παρακολουθεί μαθήματα στο Charlemagne, και με το πέρας των σπουδών του εκεί εγγράφεται στην Νομική και την Ιατρική Σχολή. Όμως η δράση του δεν θα τον αφήσει να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Από την ηλικία των 17 ετών ήδη συμμετέχει στην κινητοποίηση υπέρ των τεσσάρων λοχιών της Rochelle, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί σε θάνατο με την κατηγορία της προσχώρησης στους Καρμπονάρι και της δημιουργίας αναστατώσεων στο σύνταγμά τους. Εργάζεται παράλληλα ως κατ’οίκον διδάσκαλος ενώ το 1824 γίνεται, και ο ίδιος, μέλος των Καρμπονάρι και λαμβάνει ενεργό μέρος σε ρεπουμπλικανικές συνομωσίες. Συνεργάζεται με τον αδερφό του στο «Journal du Commerce» [Εφημερίδα του Εμπορίου] και μετέπειτα στο «Courrier Français» του Voyer d’Argenson. Το 1927 συμμετέχει για πρώτη φορά σε αντιμοναρχικές διαδηλώσεις. Το 1829 γίνεται μέλος της εφημερίδας «Le Globe» και το 1830, μετά την επανάσταση, του συλλόγου «Amis du peuple» [φίλοι του λαού] όπου γνώρισε τους Buonarroti και Barbès.
Από το 1831 και μετά συμμετέχει ή ιδρύει, ακατάπαυστα, μυστικές οργανώσεις. Η δράση του αυτή τον φέρνει ενώπιον του δικαστηρίου το 1831, και η απολογία του στις αρχές του επόμενου έτους είναι στην ουσία ένα δριμύ κατηγορώ κατά της αστικής τάξης. Ο ίδιος χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τον όρο «προλετάριος»  σε δημόσιο του κείμενο, κατά την απολογία του αυτή. Κομβικής σημασίας η ορολογία αυτή, όπως θα δούμε παρακάτω, άμεσα συναρτημένη αφενός με την πικρία της εμπειρίας του 1830 και αφετέρου με τις σχέσεις που αναπτύσσει στα πλαίσια των «Φίλων του Λαού». 
Καταδικάστηκε πολλές φορές σε φυλάκιση εξαιτίας των ρεπουμπλικανικών του φρονημάτων κατά τη διάρκεια της Μοναρχίας του Ιουλίου. Το 1839 σημειώνεται μία μπλανκιστική εξέγερση με τη συμμετοχή και  της Λίγκας των Δικαίων  (η οποία θ’ αναγκαστεί να διαφύγει στην Αγγλία). Επρόκειτο για μία καθαρά κομμουνιστική εξέγερση , κατά τη διάρκεια της οποίας, κατελήφθη το Δημαρχείο και το Μέγαρο της Αστυνομίας.
Το 1840, η ένοπλη αυτή εξέγερση της Κοινωνίας των Εποχών τον οδηγεί ξανά στο δικαστήριο όπου καταδικάζεται σε θάνατο, ποινή η οποία θα μετατραπεί σε ισόβια κάθειρξη. Δεν θα απελευθερωθεί παρά μόνο με την ευκαιρία της επανάστασης του 1848, αναλαμβάνοντας άμεσα επαναστατική δράση. Ανικανοποίητος από την επανάσταση και ανένδοτος ήρθε σε ρήξη με τους μετριοπαθείς ρεπουμπλικάνους. Μετά την επανάσταση δικάζεται γι’ άλλη μια φορά το 1849 και φυλακίζεται. Φυλακή απ’ όπου δραπετεύει το 1865, ενώ το 1869, με την γενική αμνηστεία, μπορεί να επιστρέψει και στην Γαλλία.
Η διπλή προσπάθεια ένοπλης εξέγερσης μέσα στο ίδιο έτος, το 1870, δείχνει την προτίμηση του στην εξέγερση και την βίαιη κατάληψη της εξουσίας. Μετά την ήττα της Γαλλίας συμμετέχει και στην επανάσταση που ακολουθεί την πτώση του Ναπολέοντος Γ’ και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας, οπότε και ιδρύει την εφημερίδα «La patrie en danger». Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους στην εξέγερση του Παρισιού, η οποία προκαλείται από την πολιορκία της πόλης από τα πρωσικά και γερμανικά στρατεύματα, είναι μέρος αυτών που καταλαμβάνουν την εξουσία. Ο Αδόλφος Θείρσιος έδωσε εντολή να συλληφθεί και έτσι ήταν απών στην Κομμούνα, η οποία τον ψήφισε Πρόεδρό της, και ζητήθηκε μάλιστα από τον Θείρσιο ν’ ανταλλαχθεί ο Blanqui με όλους τους αιχμαλώτους. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε από τον Θείρσιο.
Μετά την Κομμούνα όπως και οι υπόλοιποι, δικάστηκε και καταδικάστηκε, να μεταφερθεί, αλλά λόγω υγείας η ποινή μετατρέπεται σε απλή φυλάκιση. Τον περισσότερο καιρό του από την Κομμούνα έως το 1877 τον περνάει στην φυλακή. Από το 1877 έως το 1879 εκλέγεται δύο φορές βουλευτής του Μπορντώ, αλλά και τις δύο φορές η εκλογή του αυτή ακυρώνεται. Το 1879, σε μεγάλη ηλικία και κουρασμένος από τους εγκλεισμούς, γυρίζει ανά την Γαλλία για να διαδώσει τις ιδέες του και ιδρύει μάλιστα και μία εφημερίδα, την «Ni Dieu, ni maître» [Ούτε Θεός, ούτε αφέντης]. Πεθαίνει την 1η Ιανουαρίου 1881, σε ηλικία 76 ετών.
Παρά την ελάσσονα σημασία που δίνουν οι ιστορικοί του 19ου στον Blanqui, ο ρόλος του στην εξέλιξη του σοσιαλισμού έχει αποκατασταθεί στην ιστοριογραφία του 20ου αιώνα . Ο καλύτερος τρόπος, πάντως, για να προσεγγίσει κανείς τον Blanqui, είναι υπό το φως των γεγονότων.












ΙΙ. Συνθήκες και δράση

Α. Η ζύμωση
Όπως είπαμε η κατάσταση της Γαλλίας από την Παλινόρθωση μέχρι και την, σχετική ομαλοποίηση που επήλθε κατά την διάρκεια της Γ’ Γαλλικής Δημοκρατίας, και θα οδηγήσει στην μυθική Belle époque, ήταν ανάστατη. Συνεχείς εξεγέρσεις, επαναστάσεις, συνομωσίες, εφήμερες συνεργασίες και πραξικοπήματα συνθέτουν το ταραγμένο αυτό σκηνικό. Στο σκηνικό αυτό ο Blanqui κατέκτησε, σταδιακά, πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το 1818 όταν ανεβαίνει στο Παρίσι, η Γαλλία βρίσκεται ακόμα με τα στρατεύματα των νικητών της στο έδαφός της, αν και αυτά θ’ αποσυρθούν σύντομα, τον Σεπτέμβριο του 1818, αφού οι Σύμμαχοι θεωρούν πως δεν υπάρχει λόγος για περεταίρω παραμονή τους στην Γαλλία. Στο τέλος του ίδιου έτους, ο Richelieu που θεωρεί ότι η δουλειά του τελείωσε με την αποχώρηση των Συμμαχικών στρατευμάτων, υποβάλλει την δεύτερη και τελική του παραίτηση στον Λουδοβίκο ΙΗ’ στις 26 Δεκεμβρίου. Κύριος της κατάστασης θα είναι ουσιαστικά ο Decazes, που έχει στα χέρια του τα υπουργεία Εσωτερικών και Αστυνομίας. Η πολιτική αλλάζει με την αποκαθήλωση των ultras , των υπερμοναρχικών,  από το Συμβούλιο του Κράτους, 16 περιφερειάρχες [préfets] και 45 υποπεριφερειάρχες αλλάζουν. Οι νέοι νόμοι για την ελευθερία του Τύπου, περιλαμβάνουν την αποδοχή ότι μόνο όταν αυτός παρακινεί στο έγκλημα πρέπει να διώκεται, και την υποχρεωτική καταβολή εγγύησης ύψους 10.000 φράγκων από δύο εκδότες εγγυητές προκειμένου να μπορεί ν’ αρχίσει να εκδίδεται ένα έντυπο. Αλλά τα μέτρα αυτά δεν ικανοποιούν την αριστερά, ενώ συγχρόνως εξοργίζουν τους υπερ-συντηρητικούς. Η κατάσταση είναι πολιτικά έκρυθμη, ειδικά από την στιγμή που στη νέα Βουλή οι ανεξάρτητοι κερδίζουν 35 από τις συνολικά 55 έδρες. Έτσι γίνεται επιτακτική η ανάγκη για έναν νέο εκλογικό νόμο. Ο νόμος ανακοινώνεται, από τον Decazes, ότι θα κατατεθεί στις 14 Φεβρουαρίου 1820. Αλλά το βράδυ της 13ης πεθαίνει ο δούκας του Berry, αδερφός του βασιλιά, από μαχαίρωμα. Αποτέλεσμα ήταν ο Decazes προκηρύξει καινούριους έκτακτους νόμους. Πλέον είναι θέμα χρόνου ώστε η δυσαρέσκεια να μετατραπεί σε πόλωση και ανοιχτή αντιπαράθεση, αφού η αριστερά αντιλαμβάνεται πλέον ότι δια της νομίμου οδού δεν θα φτάσει στην εξουσία. Κάθε μέρα έξω από τις συζητήσεις στην Βουλή μαζεύονται φιλελεύθεροι και ρεπουμπλικάνοι φοιτητές μαζεύονται προκειμένου ν’ αποδοκιμάσουν τους υπερ-συντηρητικούς βουλευτές.
Το εναρκτήριο σάλπισμα δίνουν οι φιλελεύθεροι με την συνομωσία του Bazar. Σ’ αυτήν συμμετέχουν διάφορες οργανώσεις αλλά και μεμονωμένα άτομα, από τα οποία θα συγκρατήσουμε τον Lafayette και τον d’Argenson, με την εφημερίδα του οποίου θα συνεργαστεί λίγο αργότερα ο Blanqui. Σκοπός ήταν μετά την αποκαθήλωση των Βουρβόνων, να κληθεί ο λαός να αποφασίσει. Μία μάλλον μετριοπαθής και ρεπουμπλικανική λογική. Η συνομωσία όμως αποκαλύφτηκε και οι περισσότεροι αρχηγοί της, όπως ο Lafayette, διέφυγαν και κρύφτηκαν. Από την στιγμή αυτή και μετά η συντηρητική παράταξη είναι αναμφισβήτητα η κυρίαρχος της  πολιτικής σκακιέρας. Γεγονός το οποίο πυροδοτεί μία έξαρση επαναστατικών κινημάτων, με πρώτο απ’ όλα αυτό των καρμπονάρι, «εισαγόμενο» κίνημα από την Ιταλία περιβεβλημένο από την δόξα της σχετικής νίκης στην Ιταλία και την Ισπανία. Ιδρυτής της «société»  αυτής είναι ο Buonarroti. Πάλι συναντάμε τον Lafayette και τον d’Argenson. Σκοπός ήταν να γίνουν σ’ όλη την επικράτεια εξεγέρσεις. Αλλά και αυτή τη φορά, λόγω της μαζικότητας και της κινητοποίησης, το κράτος τους αντιλήφθηκε και έδρασε άμεσα. Ο Blanqui θα γίνει μέλος των καρμπονάρι 3 χρόνια αργότερα. Άλλα κινήματα μικρότερα, θα έχουν την ίδια τύχη. Όπως αυτό των τεσσάρων λοχιών της Rochelle, κατά της καταδίκης των οποίων θα κινητοποιηθεί το 1822 ο Blanqui. Έτσι το κίνημα των καρμπονάρι φθίνει και διαλύεται, και τα μέλη του φεύγουν, στην Ισπανία, την Ιταλία ή ακόμα και την Ελλάδα, για να βοηθήσουν την Επανάσταση . Άλλοι, τέλος, κατέφυγαν, ιδεολογικά, στον σαινσιμονισμό.
Το 1824 ο Λουδοβίκος ΙΗ’ πεθαίνει και τον διαδέχεται ο Κάρολος Ι’. Η κυβέρνηση, συντηρητική, και ένα από τα πρώτα της μελήματα ήταν ο έλεγχος του τύπου, τόσο του περιοδικού τύπου, όσο και των διαφόρων δελτίων και φυλλαδίων  τυπώνονταν κατά καιρούς. Ο νέος νόμος ήταν δρακόντειος και περιελάμβανε δύο βασικούς άξονες. Ο πρώτος ήταν ότι έπρεπε όλα τα έντυπα να κατατίθενται τουλάχιστον πέντε μέρες πριν την δημοσιοποίησή τους στην αστυνομία και επιπλέον έπρεπε να πληρώνονται χαρτόσημα για κάθε φύλλο που εκδιδόταν. Στην ουσία έφερνε την χρεοκοπία σχεδόν σε όλους τους εκδότες. Αυτό είχε όσο επίπτωση την άμεση αντίδραση των εκδοτών και των τυπογραφείων, χώρος στον οποίο κινούταν και ο Blanqui. Το 1826 ο νόμος της πρωτοτοκίας θεωρείται ως η κατάργηση του Αστικού Κώδικα και η επιστροφή σε φεουδαλικές πρακτικές με σκοπό της διατήρηση της μεγάλης ιδιοκτησίας και των απορρεόντων προνομίων. Μία αντίδραση με σαράντα χρόνια καθυστέρηση κατά κάποιο τρόπο . Την 29η Απριλίου 1827, ο Κάρολος Ι’ επιθεωρεί την Εθνοφρουρά στο Πεδίο του Άρεως, παρουσία μεγάλου πλήθους. Μεταξύ των «ζήτω ο βασιλιάς!» που κραυγάζουν οι Εθνοφρουροί ακούγονται και κάποια «Ζήτω η ελευθερία του Τύπου!», στα οποία ο βασιλιάς ανταπαντά «ήρθα εδώ για να λάβω τιμές και όχι μαθήματα» . Υπό την πίεση του πρωθυπουργού Villèle η Εθνοφρουρά διαλύεται. Η έκρυθμη αυτή κατάσταση θα εκτονωθεί αρχικά στις εκλογές του Νοεμβρίου 1827, όπου η φιλελεύθεροι κερδίζουν, αλλά κυρίως στην επανάσταση του 1830. Στην περίοδο που μεσολαβεί, ο Blanqui παίρνει μέρος τα επεισόδια του 1827 και στις «μικρο-εξεγέρσεις» των φοιτητών, οι οποίες πυροδοτούνται από την κηδεία του φοιτητή Manuel στις 27 Αυγούστου 1827. Πρόκειται για ένα πρελούδιο, μία πρόβα, με μάχες και οδοφράγματα που στήνονται αυθόρμητα, σύμφωνα με τις περιγραφές του αστυνομικού Canler , όπως θα γίνει το 1830. Ο Blanqui στα επεισόδια αυτά λαβώνεται δύο φορές από σπαθί το 1827 και μία από σφαίρα το 1829, ενώ το ίδιο αυτό έτος φυλακίζεται, για μικρό χρονικό διάστημα, για πρώτη φορά . Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού αυτού, διαβάζει το «Συνομωσία για την Ισότητα» του Buonarroti . Προκειμένου ν’ αναρρώσει και να ξεχαστεί λίγο από τις αρχές ταξιδεύει στην Νότια Γαλλία την Ιταλία και την Ισπανία, και επιστρέφει στην Γαλλία τον Αύγουστο του 1929.
Β. Η πρώτη Επανάσταση
Αν μέχρι τώρα ο Blanqui συμμετείχε κάπως περιφερειακά στα γεγονότα, πλέον και η ιδεολογία του αλλάζει σταδιακά, μέσα από τις επαναστατικές διαδικασίες που θ’ ακολουθήσουν, αλλά και η δράση του γίνεται πιο πρωταγωνιστική.
Μία Επανάσταση, τουλάχιστον όπως του 1792, δεν φαίνεται πιθανή το 1830. Τον Ιανουάριο αυτού του έτους της Επανάστασης η «Le Temps» γράφει «Όλα τα συμφέροντα είναι ικανοποιημένα, ο κόσμος δεν ζητά παρά να διατηρήσει τα κεκτημένα.» . Στις 24 Ιουλίου, όμως, το Journal de Paris [εφημερίδα του Παρισιού] γράφει: «Όλοι οι όρκοι υποταγής και πίστης είναι εξαρτημένοι από την  Χάρτα , αν παραβιαστεί η Χάρτα οι όρκοι διαλύονται» . Και θα διαλυθούν με την κοινοποίηση των πέντε διαταγμάτων στο Moniteur το πρωί της 26ης Ιουλίου. Κατά σειρά πρόκειται για την επιστροφή στην λογοκρισία, με τέτοιο τρόπο που στην ουσία καταργεί τελείως τον Τύπο, δεύτερον την διάλυση της Βουλής, τρίτον την αλλαγή του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, με μείωση του αριθμού των βουλευτών, τέταρτον την σύγκλιση των εκλεκτικών κολλεγίων για τις 6 και 13 Σεπτεμβρίου και τέλος, πέμπτον, την τοποθέτηση υπερμοναρχικών σε υψηλές θέσεις. Όλος ο κόσμος του Τύπου, μεταξύ των οποίων και ο Blanqui, που συνεργάζεται στην Globe, κατεβαίνουν στο δρόμο. Στην ουσία έτσι και αλλιώς έχει καταργηθεί ο Τύπος. Η National [Εθνική] του Θείρσιου, ο οποίος δεν είχε προλάβει να επιστρέψει από την επαρχία, γράφει «Η Γαλλία ξανακυλά προς την Επανάσταση από ευθύνη της κυβέρνησης» . Ο ίδιος ο Θείρσιος μόλις επιστρέφει στο Παρίσι πάει στην Πλατεία των Ιταλών, όπου βρίσκεται πλήθος δημοσιογράφων, καλλιτεχνών, δικηγόρων. Μεταξύ τους και ο Blanqui. Ο Θείρσιος μιλάει, και παροτρύνει το πλήθος στη μόνη δυνατή, γι’ αυτόν, αντίσταση, την νόμιμη. Ο Louis Blanc εξηγεί την στάση της αστικής τάξης, λόγω του φόβου εκτροχιασμού και στην πράξη επρόκειτο για έναν «συνδυασμό και σύνεσης και δυναμισμού» . Ο Blanqui ξανακατεβαίνει στο δρόμο απ’ όπου και προσπαθεί παρακινήσει τον λαό στην εξέγερση. Την επόμενη ημέρα οι συνάδελφοί από την «Globe» θα τον επικρίνουν για την «εφηβική του γελοιότητά» του [ο Blanqui είναι τότε μόλις 25 ετών]. Αλλά μήπως δεν είναι η νεανική διάσταση της επανάστασης που την χαρακτηρίζει; Όπως άλλωστε και τις περισσότερες επαναστάσεις . Ο Louis Blanc μας μεταφέρει με λεπτομέρειες το κλίμα που επικρατεί στην Πολυτεχνική Σχολή η οποία θα διαδραματίσει έναν «λαμπρό ρόλο»  . Ο Delacroix, όταν ζωγραφίσει το ίδιο έτος την Δημοκρατία που οδηγεί τον Λαό πάνω από τα παρισινά οδοφράγματα, τοποθετεί ακριβώς από πίσω της έναν φοιτητή και ένα παιδί. Στην «Globe» ο Blanqui έχει πάει από το πρωί, και βρίσκει ένα κλίμα ελάχιστα επαναστατικό, τουλάχιστον όχι όσο θα το επιθυμούσε ο ίδιος. Εκεί όλοι τους προσπαθούν να εκδώσουν το ταχύτερο δυνατόν το τεύχος της ημέρας, γνωρίζοντας ότι αφενός θα έχουν περισσότερους αναγνώστες από ποτέ και αφετέρου ό,τι ο χρόνος τον οποίο έχουν στη διάθεσή τους είναι πολύ μετρημένος. Και όντως έχουν ήδη υπογραφεί και παραδοθεί στην αστυνομία τα εντάλματα κατά της «Εθνικής», του «Καιρού», της «Εφημερίδας του Εμπορίου»  και της «Globe». Ο Blanqui πάει στην κρυψώνα του, στην λεωφόρο Saint-Marceau, να πάρει το κρυμμένο τουφέκι του, από την καρμποναρική εποχή, και επιστρέφει σπίτι του όπου το αφήνει ώστε να το έχει πρόχειρο. Απέναντι από το Palais-Royal, λίγα μέτρα από το Λούβρο και απέναντι σχεδόν από το Μέγαρο του Κεραμικού στήνεται το πρώτο οδόφραγμα στο Παρίσι. Ο Blanqui είναι παρών, πράγμα το οποίο δεν εκπλήσσει. Από το οδόφραγμα αυτό ξεκινούν έναν πετροπόλεμο κατά της φρουράς η οποία ενώ δέχεται την εντολή «πυρ» από τον διοικητή της, κατόπιν εντολής ενός κατώτερου αξιωματικού που διατάσσει «υπό μάλης» κατεβάζουν τα τουφέκια τους. Τελικά οι εξεγερμένοι διαλύονται μετά από την επίθεση ιππικού. Ο Blanqui επιστρέφει στο Quartier-Latin όπου βγάζει έναν λόγο στους φοιτητές και τον λαό, αν και η ακριβής τοποθέτηση του λόγου αυτού είναι αβέβαιη. Σίγουρα τον εξήγγειλε τις πρώτες ημέρες της επανάστασης , και περιέχει αποκλειστικά οδηγίες πρακτικής φύσεως για την επιτυχή διεξαγωγή της επανάστασης. Περιλαμβάνονται, συνοπτικά, σε 7 άρθρα, οδηγίες σχετικά με το ποιοι, πού και πώς θα εξεγερθούν. Διαβάζουμε ένα ενδεικτικό απόσπασμα: «θα στηθούν οδοφράγματα σε όλους τους δρόμους κάθε 50 μέτρα. Θα αφαιρεθούν οι πέτρες από το οδόστρωμα και θα τοποθετηθούν στους ορόφους ώστε να πεταχτούν στα στρατεύματα του Καρόλου Ι’» . Η περιγραφή των οδοφραγμάτων, αμέσως μετά την πρώτη του εμπειρία, συνηγορεί υπέρ της υπόθεσης αυτής .
Την επόμενη μέρα αρχίζουν οι πρώτες συμπλοκές. Ο Blanqui είναι άφαντος στην «Globe», τι είχε να κάνει άλλωστε εκεί την στιγμή που κανείς τους στην ουσία δεν θέλει μία επανάσταση. Στην «Εθνική» μάλιστα ο Θείρσιος θεωρεί όλο και πιο επιτακτική την ανάγκη να τεθεί η υποψηφιότητα του δούκα της Ορλεάνης στον θρόνο, προκειμένου να βγουν από την αβεβαιότητα στην  οποία βρίσκονται, και μαζί του συντάσσονται πολλοί, εκτός του λαού που δρα. Αν και η μερίδα αυτή των δημοσιογράφων αναρωτιέται μήπως να τεθούν τελικά επικεφαλής της επανάστασης, αφού πλέον είναι σίγουρο ότι πρόκειται για επανάσταση. Ο Blanqui όμως θεωρεί πλέον ό,τι όλα «θ’ αποφασιστούν με τα όπλα»  και επιστρέφει σπίτι του για να πάρει το τουφέκι του αλλά και την τρίχρωμη κονκάρδα του. Και έτσι οπλισμένος μάχεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Την νύχτα ο Blanqui είναι ικανοποιημένος, όπως φαίνεται από ένα χειρόγραφο όπου μιλάει για την «ήττα των στρατευμάτων του Καρόλου Ι’¨» αλλά συνεχίζει «δεν πρέπει να επαναπαυθούμε σ’ αυτές τις πρώτες δάφνες», διότι «οι ενισχύσεις από την επαρχία έχουν φτάσει» . Τελευταία μέρα, 29 Ιουλίου 1830. Οι μάχες είναι σφοδρές και το πυροβολικό έχει φτάσει πλέον στο κέντρο της πρωτεύουσας. Ο Blanqui βρίσκεται μαζί με άλλους εξεγερμένους στο Δικαστικό Μέγαρο όπου σκίζει με την ξιφολόγχη, τις λευκές σημαίες οι οποίες φέρουν τον βασιλικό κρίνο. Η επανάσταση δείχνει να έχει επιτύχει και οι πρωτοπόροι τις, μεταξύ των οποίων και ο Blanqui, θέλουν πλέον να πάνε παραπέρα. Το 1793 έρχεται στις μνήμες πολλών μαζί με τα φαντάσματα του Ιακωβινισμού. Μήπως η σημαία των εξεγερμένων δεν είναι η τρίχρωμη; Η απάθεια και η παθητικότητα δεν έχουν πλέον θέση, και ο Blanqui εισέρχεται στο σαλόνι της Διδας de Montgolfier και λέει : «την πάθατε Ρομαντικοί!»  Αλλά η κατάσταση δεν θα εξελιχθεί τελικά όπως το 1793 αλλά μάλλον όπως το 1799, και η αστική τάξη θ’ αναζητήσει έναν νέο σωτήρα. Η αστική τάξη έχει τρομοκρατηθεί και θα προσπαθήσει να χειραγωγήσει την επανάσταση και να επαναφέρει την τάξη. Η αντίδραση έχει ουσιαστικά αρχίσει, και θα φέρει τον Λουδοβίκο-Φίλιππο. Κίνηση που θα χαίρει της συμπάθειας κάποιων αριστερών, «ρεπουμπλικανίσκων» κατά τον Blanqui .

Γ. Η πρώτη μεγάλη δίκη
Μετά την αποτυχία της επανάστασης, ο Blanqui συνεχίζει την δράση του αμείωτα. Τόσο τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους καλεί, επί τη ευκαιρία της κηδείας του Benjamin Constant, ένα λόγο, μέσω του οποίου ανακαλεί τις επιτυχίες του καλοκαιριού και εκθειάζει το επαναστατικό ιδεώδες και ήθος. Το επόμενο έτος, απογοητευμένος από την αποτυχία της επανάστασης και την προδοσία των αστικών τάξεων ιδρύει την «Κοινωνία των Φίλων του Λαού», στην οποία απευθύνεται με τον λόγο της 22ας Ιανουαρίου 1831. Ο λόγος αυτός μάς αφήνει να καταλάβουμε ό,τι κατά κύριο λόγο η «Κοινωνία» αυτή αποτελείται από φοιτητές ή πρώην φοιτητές. Μιλάει για το άσυλο του Πανεπιστημίου και την θέση των φοιτητών. Ουσιαστικά πρόκειται για μία έκκληση στους φοιτητές να πολιτικοποιηθούν και να πάρουν θέση τόσο κατά του «βασιλιά – πολίτη» Λουδοβίκου Φιλίππου όσο και κατά του Πανεπιστημίου το οποίο έγινε, σύμφωνα με τον Blanqui, από τον Ναπολέοντα και μετά, ένα όργανο της εξουσίας. Και προβάλλει την πολιτική δράση και εμπειρία ως βασικά συστατικά της πολιτικής συγκρότησης. Αφήνει, βέβαια, και πολλές αιχμές για την στάση όχι μόνο της αστικής τάξης, αλλά και πρώην συντρόφων του, παλιών καρμπονάρι . Τον Ιούλιο του ίδιου έτους συλλαμβάνεται ως μέλος της «Κοινωνίας των Φίλων του Λαού» η οποία κατηγορείται για παραβίαση των νόμων σχετικά με τον Τύπο και για συνομωσία. Ο Blanqui κατά την υπεράσπισή του, στην δίκη των Δεκαπέντε, από κατηγορούμενος, περνάει στην αντεπίθεση και με τον λόγο γίνεται, ουσιαστικά, κατήγορος. Στον λόγο αυτό αναφέρεται για πρώτη φορά στους «προλετάριους» τουλάχιστον σ’ έγγραφό του που υπάρχει μέχρι σήμερα. Οι προνομιούχοι δεν είναι πλέον οι ευγενείς αλλά η αστική τάξη η οποία ζει από «τον ιδρώτα των προλετάριων». Πρόκειται για ένα δριμύ κατηγορώ κατά του συστήματος, όπου λίγοι μονοπωλούν τόσο την παραγωγή όσο και την πολιτική και την οικονομική ζωή της χώρας, επιβάλλοντας τους νόμους και τους φόρους που τους εξυπηρετούν. Ο λόγος αυτός, ενώ οι κατηγορούμενοι θ’ αφεθούν ελεύθεροι, ελλείψει στοιχείων, θα του κοστίσει μία δεύτερη δίκη. Σ’ αυτήν θα καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους και σε πρόστιμο 200 φράγκων. Μέχρι το 1839, θα συμμετάσχει σε διάφορες συνομωσίες με σκοπό την ανατροπή του καθεστώτος του Λουδοβίκου-Φιλίππου. Το καθεστώς αυτό, αξίζει να σημειωθεί, από την αρχή του, βλέπει την σταδιακή εγκαθίδρυση της αστικής τάξης ως κυρίαρχης σε όλα τα επίπεδα . Η άνοδος αυτή είναι φυσική συνέπεια της Βιομηχανικής Επανάστασης η οποία εδραιώνεται, αν και δεν είναι συγκρίσιμη με την επιτάχυνση που θα γνωρίσει κατά τη διάρκεια της Β’ Αυτοκρατορίας, στη Γαλλία .

Δ. Η άνοδος της αστικής τάξης και η ριζοσπαστικοποίηση του Blanqui
Η Βιομηχανική Επανάσταση δημιουργεί στη Γαλλία, όπως και πριν στην Αγγλία, δύο νέες τάξεις. Αφενός την αστική και αφετέρου την εργατική, οι οποίες συγκεντρώνονται κατά κύριο λόγο στα αστικά κέντρα. Οι συνθήκες ζωής είναι θλιβερές, τουλάχιστον, όπως και στην βιομηχανική Αγγλία. Η τελικά ηττημένη εργατική τάξη, της οποίας ήταν καθοριστική η συμβολή στις Τρείς Ένδοξες, γρήγορα θ’ ανακάμψει και θα διεκδικήσει το μερίδιό της από την οικονομική ανάπτυξη. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1832 και το 1834 ο Blanqui γράφει δύο κείμενα, το πρώτο είναι ένας λόγος τον οποίο θα εκφωνήσει στην «Κοινωνία των Φίλων του Λαού» ενώ το δεύτερο, ένα άρθρο, το οποίο, όμως, θα μείνει ανέκδοτο μέχρι το 1885. Στην «Κοινωνία των Φίλων του Λαού» αρχίζει τον λόγο του με την φράση: «Δεν πρέπει να αποκρύπτεται ότι υπάρχει ένας πόλεμος μέχρι θανάτου μεταξύ των τάξεων οι οποίες συνθέτουν το έθνος» ενώ το άρθρο φέρει τον ενδεικτικό τίτλο «Την σούπα την τρώει αυτός που την φτιάχνει» . Η περίοδος 1830 – 1840  χαρακτηρίζεται ακριβώς από την άνοδο και την συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης, και από απεργίες με κύριο αίτημα την ημέρα των δέκα ωρών και την αύξηση των μισθών. Το 1834 στην επαρχία οι εργάτες σε πολλές μεγάλες πόλεις εξεγείρονται σε μεγάλη κλίμακα. Κορύφωση αυτών των κινητοποιήσεων είναι η απεργία στο Παρίσι το 1840, οπότε και 100.000 εργάτες συμμετέχουν στην απεργία, με μία συγκέντρωση στο Πεδίο του Άρεως την 16η Απριλίου. Σταδιακά θα προσχωρήσουν και συνειδησιακά οι μικρο-αστοί, ή τουλάχιστον ένα μέρος τους, αντιλαμβανόμενοι όλο και περισσότερο ότι η μεγαλοαστική τάξη δεν σκοπεύει να τους εντάξει σ’ αυτήν.
Το 1835 ο Blanqui ιδρύει μία άλλη «Κοινωνία», την «Κοινωνία των Οικογενειών», και προετοιμάζει μία νέα εξέγερση. Αλλά το 1836 καταδίδεται και δικάζεται για παράνομη κατασκευή πυρίτιδας και καταδικάζεται σε διετή φυλάκιση. Ενώ απελευθερώνεται το 1837, τον βρίσκουμε και πάλι το 1839, στις 12 Μαΐου,  να προσπαθεί να προκαλέσει εξέγερση με κύριο όχημα την «Κοινωνία των Εποχών», και συνεργάτη τον Barbès, τον συγκατηγορούμενό του στην δίκη στην Υπόθεση της Πυρίτιδας. Η εξέγερση αυτή, χωρίς την εργατική υποστήριξη, την οποία ανέμενε ο Blanqui, είναι καταδικασμένη ν’ αποτύχει, κι έτσι τελικά μετά από λίγες μέρες συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε θάνατο, ποινή η οποία τελικά θα μετατραπεί σε ισόβια. Έτσι ο Blanqui θα μείνει στη φυλακή του υγρού αν και κατά τα’ άλλα γραφικού Mont Saint-Michel, έως  το 1847. Ο Blanqui, λόγω των συνθηκών κράτησης θ’ αρρωστήσει αλλά θ’ αρνηθεί την χάρη του βασιλιά τον οποίο τόσο είχε πολεμήσει. Στην αλληλογραφία του ο Blanqui κατηγορεί τις άθλιες συνθήκες του «carcece duro», του σκληρού εγκλεισμού .

Ε. Η δεύτερη επανάσταση, η Δεύτερη Δημοκρατία και η Δεύτερη Αυτοκρατορία
Όταν ξεσπά η επανάσταση τον Φεβρουάριο του 1848, ο Blanqui βρίσκεται στην Τουρ. Με τα πρώτα νέα «ανεβαίνει» στην πρωτεύουσα όπου βρίσκει την  Προσωρινή Κυβέρνηση του Lamartine στο Δημαρχείο του Παρισιού. Για τον Blanqui πρόκειται για μία προδοσία, άλλη μία. Για τον Barbès, συγκεκριμένα, θα πει: «Τι κάνατε [απευθυνόμενος γενικά στην αστική τάξη] αυτά τα τελευταία 14 χρόνια; Προδοσίες.» και προσθέτει: «Ήμουν μαζί σας το 1830, χωρίς εσάς το 1839, [και] το 1848, είμαι εναντίον σας» . Όντως η μικροαστική τάξη μετά την συμπάθεια για την εργατική τάξη, όπως ειπώθηκε, αλλά και την τακτική, όπως αποδείχτηκε, συμμαχία με αυτήν, τελικά κυριαρχείται από τις αξίες της τάξης και της ιδιοκτησίας . Και έτσι της γυρνάει την πλάτη.
Ο Blanqui στρέφεται, ιδεολογικά, πιο αριστερά. Υιοθετεί την κόκκινη σημαία και αφήνει πλέον την τρίχρωμη. Η κόκκινη σημαία θα κυματίσει μάλιστα στο Δημαρχείο του Παρισιού την 25η Φεβρουαρίου όταν αυτό καταλειφθεί από τους εργάτες που διαδήλωναν, προξενώντας την αμηχανία της αστικής τάξης. Μεταξύ των νέων ηγετών μόνο λίγοι, μεταξύ των οποίων και ο Louis Blanc, συμφωνούν με την κίνηση αυτή, και υποστηρίζουν τις αξιώσεις των εργατών. Ο Blanqui δικαιολογεί την στάση του αυτή μ’ ένα κείμενο διαμαρτυρίας το οποίο εκδίδεται το 1848, και στο οποίο αναφέρεται στην αντίδραση που έχει ήδη ξεσπάσει. Θεωρεί ότι η κόκκινη σημαία είναι «βαμμένη με το αίμα των μαρτύρων που το έκαναν σύμβολό τους» . Όλη την άνοιξη του 1848, ο Blanqui θα προσπαθήσει να ξεσηκώσει τον λαό και να παρεμποδίσει τις εκλογές για τις οποίες ζητά επανειλημμένα την αναβολή τους. Τελικά την 15η Μαΐου, συμμετέχει στις εργατικές εξεγέρσεις μαζί με την «Κεντρική Ρεπουμπλικανική Κοινωνία» την οποία είχε ιδρύσει αμέσως μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου. Μετά την αποτυχία και την, νέα, δίκη του, θα φυλακιστεί. Στην φυλακή θα παραμείνει μέχρι το 1859. Αφού αποφυλακιστεί θα καταδιωχθεί από το ναπολεόντειο καθεστώς και θα περάσει την μεγαλύτερη περίοδο από το 1861 μέχρι το 1870 στη φυλακή. Ο, σχεδόν, συνεχής εγκλεισμός αυτός, περιέχει μικρές περιόδους αποφυλάκισης και απόδρασης, κατά τις οποίες προσπαθεί να οργανώσει το σοσιαλιστικό κίνημα.

Στ. Η Κομμούνα
    Το 1866 ένα κείμενο του Blanqui με τίτλο «Οδηγίες για την ένοπλη εξέγερση» αναλύει στρατηγικά και τακτικά την ορθή διεξαγωγή και οργάνωση μίας εξέγερσης που έχει σκοπό να πετύχει. Βέβαια όταν το γράφει αυτό δεν έχει αντιληφθεί τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο πολεοδομικό σχέδιο του Παρισιού κατά τη διάρκεια της Β’ Αυτοκρατορίας. Για παράδειγμα η εκτίμησή του ότι το πυροβολικό είναι άχρηστο μέσα σε μία πόλη  δείχνει ότι αγνοεί τις νέες λεωφόρους του Haussman, οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν για την προέλαση των στρατευμάτων. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το κείμενο αυτό, εκτός από την συσσωρευμένη εξεγερτική του εμπειρία που αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, ως προς την αντίληψή του για τις «κακές συνήθειες της λαϊκής τακτικής». Αν και προφανώς η μαζικότητα μιας εξέγερσης είναι υπέρ της, συγχρόνως δεν αντισταθμίζει την έλλειψη οργάνωσης και πειθαρχίας ενός μικρού οργανωμένου κινήματος. Αλλά δυστυχώς δεν θα προλάβει να εφαρμόσει τις αρχές που πρεσβεύει το πόνημα αυτό.
Ο Blanqui, όντως, δεν θα συμμετάσχει στην Κομμούνα του Παρισιού το 1871, διότι κατόπιν εντολής της Κυβέρνησης των Βερσαλλιών θα συλληφθεί. Η πράξη αυτή είναι ενδεικτική της επιρροής του στα κατώτερα στρώματα, η οποία οφείλεται μάλλον στην συνέπειά του, αλλά και του τρόμου που προξενούσε στην αστική τάξη, παρ’ ότι είναι τότε ήδη 75 ετών. Ο Μαρξ είχε ήδη γράψει γι’ αυτόν είκοσι χρόνια πριν: «[…] τον επαναστατικό σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό, για τον οποίο η αστική τάξη  εφεύρε το όνομα του Blanqui» . Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι οι εξεγερμένοι της Κομμούνας, παρ’ ότι απών, τον εξέλεγε μεταξύ των αρχηγών τους.
Το 1880 σε ηλικία 75 ετών ιδρύει την εφημερίδα «Ni Dieu ni Maître» («Ούτε Θεός ούτε αφέντης»).











ΙΙΙ. Ιδεολογία
«Όλα σ’ αυτόν ήταν δράση, γι’αυτόν η ιδέα δεν αποδεικνυόταν και δεν γινόταν γόνιμη παρά μόνο μέσα από τη μάχη» . Η διασαφήνιση της ιδεολογίας του Blanqui είναι δύσκολη, διότι τα έργα του είναι λίγα και πρόκειται κυρίως για λόγους  και λιγότερο για άρθρα ή έργα όπως του Proudhon ή αργότερα των Μαρξ και Ένγκελς.
Από τα πρώτα κείμενα του Blanqui  διαπιστώνουμε ότι η ένοπλη εξέγερση με σκοπό την επανάσταση ήταν ο κύριος άξονας της σκέψης και της δράσης του, και ότι πίστευε ακράδαντα στην νίκη των ιδεών του. Αυτό δεν σημαίνει ό, τι καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης, αυτή αποσκοπούσε στο ίδιο αποτέλεσμα, ούτε ό, τι χρησιμοποίησε τα ίδια μέσα, τις ίδιες συμμαχίες ή ακόμα ό, τι είχε το ίδιο ιδεολογικό υπόβαθρο. Και θα ήταν μάλιστα αδύνατο να παραμείνουν ίδια όλα τα παραπάνω από την στιγμή που οι συνθήκες αλλάζουν τόσο πολύ, όπως είδαμε, σ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα
Ως μέλος των καρμπονάρι, οι επιρροές του από τον Babeuf και τον Buonarroti είναι εμφανείς. Πρόκειται για πρακτικές που έχουν τις ρίζες τους στην Γαλλική Επανάσταση. Μία μικρή πρωτοπορία επαναστατών πρέπει να οργανωθεί ώστε να δύναται ν’ αντιπαρατεθεί σ’ έναν καλά οργανωμένο στρατό. Αυτό φαίνεται στις εξεγέρσεις της δεκαετίας του 1820 στις οποίες συμμετέχει, οι οποίες όμως αποτυγχάνουν. Παρ’ όλ’ αυτά η μπαμπουβική παράδοση θα παραμείνει από τις βασικές συνιστώσες της ιδεολογίας του.
Βασική τομή στην ιδεολογία αυτή συντελείται κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1830. Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα πρώτα του κείμενα, τα οποία χρονολογούνται ακριβώς στο 1830.
Α. Οι επιρροές της Γαλλικής Επανάστασης και του Babeuf, και η επανάσταση του 1830
Στο «Projet d’ une proclamation révolutionnaire» ο Blanqui αναφέρεται και απευθύνεται αποκλειστικά στους «πολίτες», δεν υπάρχει ούτε ο όρος «λαός», ούτε ο όρος «προλετάριος». Στην προηγούμενη φυλάκισή του ο Blanqui είχε διαβάσει τον Buonarroti, και είχε επηρεαστεί από τις ιδέες της κοινωνικής ισότητας, απόηχος της Γαλλικής Επανάστασης, το οποίο εξηγεί τον όρο «Πολίτης», με την τόση ιδεολογική φόρτιση. Ν’ αποκληθεί κάποιος  «πολίτης» ήταν η ύψιστη τιμή. Όταν όμως αλλάξουν οι καιροί και συνειδητοποιήσει ό, τι πολίτες είναι και τα μέλη της αστικής τάξης, και ότι οι πολίτες δεν είναι, πέραν του πολιτικού, ένα ενιαίο κοινωνικά και οικονομικά σώμα, θα αλλάξει τον λόγο του. Προς το παρόν όμως θα επιμείνει στην ορολογία αυτή, την οποία ναι μεν θα χρησιμοποιεί μέχρι τα τελευταία του κείμενα, αλλά εκ των συμφραζομένων διαπιστώνουμε μία σημειολογική μετατόπιση. Έτσι στον λόγο που βγάζει για τον Benjamin Constant το 1830, μιλάει όχι μόνο για τον «μέγα [αυτό] πολίτη» αλλά και εγκωμιάζει τους «πατριωτικούς [του] τόνους» στον λόγο που ο Constant έβγαλε την 5η Δεκεμβρίου 1830. Στον ίδιο τόνο συνεχίζει και στην προκήρυξη της 22ης Ιανουαρίου 1831. Αφού οι εξεγερμένοι, λέει, εναπόθεσαν την κατακτημένη ελευθερία στον «πατριωτισμό» αυτών που αναδύθηκαν ως κηδεμόνες της Γαλλίας. Και θέτει ως βάση του πολίτη την εκπαίδευση, κάτι το οποίο στην συνέχεια θα καταστεί βασικό στοιχείο της ιδεολογίας του. Συγχρόνως καταγγέλλει την Αυτοκρατορία και την Παλινόρθωση για την οπισθοδρομική πολιτική πορεία τους, εννοώντας έμμεσα, ότι η κληρονομιά της Επανάστασης του 1789, πρέπει να διασωθεί. Ενώ από την άλλη παίρνει αποστάσεις και από πρώην συνοδοιπόρους του, καρπονάρι, τους οποίους καταγγέλλει, και αποδέχεται ως μάθημα των Τριών Ενδόξων ό, τι την «ελευθερία δεν πρέπει να την αναμένουν αλλά να την αρπάξουν». Κομβικής σημασίας είναι η απολογία του Blanqui στο δικαστήριο, κατά τη διάρκεια της δίκης των Δεκαπέντε. Ο Blanqui αυτοπροσδιορίζεται ως «προλετάριος». Παρ’ ότι η εργατική τάξη την εποχή εκείνη, μόλις, αρχίζει ν’ αυτοργανώνεται , και ενώ παρατηρείται μία αυξανόμενη ταξική συνείδηση, το περιεχόμενο της απολογίας, ιδεολογικά, παραμένει ασαφές. Ο Blanqui στην απολογία του αυτή αναφέρει: «πρόκειται για τον πόλεμο των φτωχών κατά των πλουσίων», αυτών δηλαδή που ζουν από «τον ιδρώτα των φτωχών». Και συνεχίζοντας αναφέρεται στους φόρους και δασμούς, οι οποίοι αφενός επιβαρύνουν τον ήδη φτωχό εργάτη και αφετέρου καθιστούν απαγορευτικά, λόγω κόστους, αγαθά που εισάγονται, όπως για παράδειγμα το σίδερο, στο οποίο αναφέρεται, με αποτέλεσμα να μην μπορούν οι αγρότες ν’ αγοράσουν παρά μόνο κακής ποιότητας και υψηλού κόστους εργαλεία. Δεν φαίνεται ν’ αντιλαμβάνεται τότε, ο καπιταλισμός όντας ακόμα στις απαρχές του, στην Γαλλία, ότι αυτό του οποίου στερούνται οι εργάτες, πρώτα απ’ όλα, είναι τα μέσα παραγωγής. Αν και αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για ένα πόλεμο, ο οποίος είναι κατά κάποιο τρόπο, ένας αντίστοιχος αυτού των αριστοκρατών με τους εμπόρους. Σε αντίθεση με τον Μαρξ, ο οποίος θα εστιαστεί περισσότερο στην αντίθεση άρχοντες - δουλοπάροικοι. Έτσι ενώ διαφαίνεται μία ιδεολογική μετατόπιση του Blanqui, η κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης είναι παρούσα: «η σημαία αυτή [τρίχρωμη] είναι δική μας […] είναι της Δημοκρατίας». Δεν έχει ακόμη υιοθετήσει την κόκκινη σημαία ο Blanqui. Αυτό υποδηλώνει και η πολιτική προέκταση της κοινωνικής αντιπαράθεσης, η οποία είναι, ακόμα τότε, γι’ αυτόν μεταξύ μοναρχικών και ρεπουμπλικάνων.

Β. Ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός
Ένας από τους κυριότερους λόγους του Blanqui εκφέρεται ενώπιον των μελών της «κοινωνίας των Φίλων του Λαού»  στις 2 Φεβρουαρίου 1832. Ξεκινάει καταγγέλλοντας την αστική τάξη, κατά της οποίας διεξάγεται ένας «πόλεμος μέχρι θανάτου», διότι ήδη από το 1815 τάχθηκε υπέρ των εχθρών του έθνους, υποστηρίζοντας την πτώση της Αυτοκρατορίας και υποδεχόμενη τα στρατεύματα κατοχής στο Παρίσι. Ο Blanqui βέβαια σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται να έχει υπάρξει βοναπαρτιστής και σε κάθε ευκαιρία καταδικάζει τον Ναπολέοντα που έβαλε τέλος στην Γαλλική Επανάσταση, και μάλλον ανήκει σ’ αυτούς που με τον θάνατο του Ναπολέοντα στην Αγία Ελένη, το 1821, βλέπουν την «δημοκρατία να επανεμφανίζεται» . Όταν η αστική τάξη είδε, λέει ο Blanqui, ότι ο Κάρολος Ι’ θέλησε να την παραμερίσει, επιδόθηκε σ’ έναν «πόλεμο εφημερίδων», το οποίο φαίνεται όπως είδαμε και από την αντίδραση του εκδοτικού χώρου στα γεγονότα του Ιουλίου 1830. Η στάση αυτή όμως της αστικής τάξης είναι περιστασιακή διότι αυτό που θέλουν οι αστοί, λέει ο Blanqui, είναι η τήρηση της Χάρτας. Και ήδη από τον Αύγουστο ο Τύπος υποδέχεται με θέρμη τον νέο βασιλιά - πολίτη . Απέναντι σ’ αυτόν τον Τύπο εμφανίζεται μία βραχύβια εργατική έντυπη δραστηριότητα , με ονόματα όπως «Εφημερίδα των Εργατών» ή «Ο Λαός».
Στον ίδιο τόνο κυμαίνεται και το κείμενο με τον τίτλο «Την σούπα την τρώει αυτός που την φτιάχνει» του 1834. Οι βασικοί όροι της κομμουνιστικής θεωρίας αναφέρονται εδώ, πριν αυτή αποκρυσταλλωθεί από τον Μαρξ, στα πλαίσια του επιστημονικού σοσιαλισμού. Το κεφάλαιο, κατ’ αρχάς, το οποίο συγκεντρώνεται όλο και περισσότερο στα χέρια κάποιων προνομιούχων οι οποίοι κατά συνέπεια κατέχουν και τα «εργαλεία της εργασίας». Το οποίο συνδυαστικά με την κληρονομικότητα της ιδιοκτησίας αποτρέπει μία αναδιανομή του πλούτου και κατ’ επέκταση την ισότητα. Αντιλαμβάνεται ότι πλέον ο βασικός τρόπος εκμετάλλευσης του λαού είναι η κατοχή των μέσων παραγωγής και ότι η απλή αναδιανομή των γαιών δεν αρκεί, διότι πολύ γρήγορα το κινητό κεφαλαίο θα είναι σε θέση να ξαναγοράσει τις γαίες αυτές . Ο διαχωρισμός της κοινωνίας σε δύο, κυρίως, αντίπαλες ομάδες είναι εμφανής στο γράμμα που στέλνει στις 20 Οκτωβρίου 1849, από τις φυλακές της Doullens «Δεν θέλουν [οι αστοί] τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα ν’ αποκαλούνται με τα πραγματικά τους ονόματα: Προλεταριάτο, Αστική Τάξη. Όμως δεν υπάρχουν άλλα» [ονόματα] . Η διαφοροποίηση αυτή από την εξαγγελία ότι «δεν μπορούν να υπάρξουν […] παρά μόνο «μοναρχικοί και ρεπουμπλικάνοι» στην απολογίας του 1832, είναι κομβικής σημασίας.
Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ότι ο Blanqui είχε διαβάσει κείμενα του Μαρξ ούτε ότι συναντήθηκε ποτέ μαζί του παρά την διαμονή στο Λονδίνο το 1857  και την πρόσκληση από τον Lafargue . Ακολουθεί μία οδό αρκετά συχνή στους παλαιούς ρεπουμπλικάνους, στις τάξεις των οποίων εμφανίζονται οι πρώτοι σοσιαλιστές, ως απάντηση στην ανάγκη επικαιροποίησης τόσο της διαφωτιστικής όσο και της επαναστατικής παράδοσης . Αυτό δεν τον κάνει λιγότερο ή περισσότερο σοσιαλιστή. Παρουσιάζεται, μάλιστα, ως κριτής των κομμουνιστών. Στο ίδιο αυτό γράμμα της 20ης Οκτωβρίου 1849, κατακρίνει την «γελοία» αντιπαράθεση μεταξύ προυντονικών και κομμουνιστών ως στείρα, ενώ ο ίδιος πιστεύει ότι όλες οι συνιστώσες του επαναστατικού χώρου έχουν τον ρόλο τους και εμπλουτίζουν διαλεκτικά την ιδεολογία η μία της άλλης. Με τον Proudhon, βέβαια, τον χώριζε και μία αντιπαλότητα για την κυριαρχία στα επαρχιακά επαναστατικά κινήματα 

Γ. Η θρησκεία
Η εξέλιξη αυτή δεν είναι, ίσως, άσχετη με τις επιστημονικές εξελίξεις. Ο Lamarck έχει ήδη συγγράψει το έργο, όπου αφήνεται να εννοηθεί ο «τρανφσορμισμός», που μετέπειτα θα ονομαστεί «εξέλιξη», και ο συνεχιστής του Geoffroy Saint-Hilaire επιβεβαιώνει την  διαίσθηση του Lamarck. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Georges Cuvier θ’ αντιπαρατεθεί μαζί του, φοβούμενος ό, τι η θεωρία αυτή αναιρεί τις βασικές αρχές της Γένεσης .
Δεν φαίνεται σε κανένα κείμενο να δίνει ιδιαίτερη σημασία στην Εκκλησία παρά μόνο για να την επιπλήξει, όπως στην απολογία του το 1832, όπου κατακρίνει αυτούς που αποδέχτηκαν τους Βουρβόνους ως απεσταλμένους του Θεού. Μία άλλη ένδειξη της αποστροφής από την θρησκεία φαίνεται να είναι και ο τίτλος «Ούτε Θεός, ούτε αφέντης». Στις σημειώσεις του για τον Ροβεσπιέρο, του 1850, ο Blanqui, κατηγορεί τον ορεινό αρχηγό για οπισθοχώρηση στο θέμα της θρησκείας, με την καθιέρωση της λατρείας του Υπέρτατου Όντος σκοτώνοντας έτσι την Επανάσταση . Επίσης στο τελευταίο του έργο «L’éternité par les astres», του 1872, ως παιδί του 19ου αιώνα δίνει ως αίτια για την διαμόρφωση του σύμπαντος την φύση και μηχανικές, σχεδόν, διαδικασίες, πέραν κάθε προκατάληψης και δεισιδαιμονίας.
Η άποψή του για την θρησκεία, παρ’όλο που δεν ασχολείται ιδιαίτερα μ’ αυτήν σε αντίθεση π.χ. με τον σύγχρονό του Proudhon , δεν είναι άσχετη με την διαφωτιστική παράδοση.

Δ. Διαφωτισμός και εκπαίδευση
Η θέση της εκπαίδευσης είναι σημαντική ώστε να συνειδητοποιηθεί η εργατική τάξη, κάτι που συναντάμε και στον Μαρξ, τον πατέρα του όρου Lumpenproletariat, αλλά και στον Proudhon. Δεν είναι τυχαίο ότι όλο και πιο πολλοί εργάτες εγκαταλείπουν τον ρεπουμπλικανισμό την δεκαετία του 1840, και στρέφονται σε σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά ιδεώδη . Αν και, κρίνοντας από την δράση και την οργάνωση του Blanqui, η θέση του αυτή βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τις πρακτικές του, βασικός άξονας των οποίων ήταν η πρωτοποριακή δράση μικρών ομάδων, οι οποίες θα καταλάμβαναν την εξουσία πριν την παραδώσουν στο λαό. Η έννοια της πρωτοπορίας, μπαμπουβικής έμπνευσης, εξέλαβε με τον Blanqui μεγαλύτερες διαστάσεις, έγινε σχεδόν αυτοσκοπός, και μεταλαμπαδεύτηκε από τους συνεχιστές του και στο αναρχικό κίνημα .













IV. Επίλογος
    Ο Blanqui είναι κατά κάποιο τρόπο η επιτομή και η σύνθεση των φιλελεύθερων ιδεολογιών τόσο του 18ου αιώνα, δηλαδή του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, όσο και εκφραστής των αναζητήσεων του πρώτου μισού του 19ου αιώνα που έχουν σκοπό ν’ απαντήσουν στα ερωτήματα που δημιουργούν οι νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.
    Έννοιες όπως αυτή της ισότητας από τον Ρουσσώ και την Επανάσταση ή της κατάργησης της κληρονομικότητας. Έντονα επηρεασμένος, επίσης όπως είδαμε από τον μπαμπουβισμό μέσω του Buonarroti, θα πιστεύει ότι μόνο μία μικρή ομάδα μπορεί να καταλάβει την εξουσία. Αλλά συνάμα θ’ αντιληφθεί την δημιουργία της εργατικής τάξης και θα είναι ένας από τους πυλώνες του κομμουνισμού.
    Αν και δεν καταφέρνει ν’ αφομοιώσει τον επιστημονικό σοσιαλισμό των Μαρξ και Ένγκελς, συμβάλλει και αυτός με τον τρόπο του στα θεμέλια του επαναστατικού σοσιαλισμού, με τον κομβικό όρο της «δικτατορίας του προλεταριάτου», όπως αυτός θ’ αποκρυσταλλωθεί  από το 1848 και μετά. Συγχρόνως όμως η δράση του εμπνέει και άλλα κινήματα, του ευρύτερου αριστερού χώρου, όπως για παράδειγμα τον αναρχικό, στον οποίο κεντρικό ρόλο διαδραματίζει η έννοια της «πρωτοπορίας». Έννοια στην οποία παραμένει προσκολλημένος ο Blanqui, όπως είδαμε και από το κείμενο του 1866, μέχρι το τέλος.
    Ο Blanqui αν και παρεξηγημένος από την Ιστορία, και όντως είναι δύσκολο να βρει κανείς πάνω από μία παράγραφο γι αυτόν σε κάποιο βιβλίο που να έχει ως θέμα είτε τις επαναστάσεις είτε τον σοσιαλισμό του 19ου, νομίζω είναι ένα σύμβολο αδιάλλακτου και ακούραστου, τόσο ηθικά όσο και υλικά, επαναστάτη. Ένας επαναστάτης σκυθρωπός και λιτός, ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στην κοινωνική ανατροπή και ελευθερία, όπως τον αποθανάτισε η τέχνη της φωτογραφίας, στις αρχές της αυτή, προς το τέλος του ο Blanqui.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Arno Münster, Louis Auguste Blanqui, Ecrits sur la Révolution, Œuvres Complètes 1, textes politiques et lettres de prison, εκδ. Galilée, Paris, 1977
Eric Hobsbawm, The Age of Revolution, 1789 – 1848, εκδ. The New age library, Λονδίνο 1962
Elie Halévy, Histoire du socialisme européen, εκδ. Gallimard, Παρίσι, 1948
Charles Ledré, La presse à l’assaut de la Monarchie 1815-1848, εκδ. Armand Colin, Παρίσι, 1960
Georges de Bertier de Sauvigny, La restauration, εκδ. Flammarion, Παρίσι, 1955
Gian Mario Bravo, Les socialistes avant Marx, εκδ. François Maspero, Παρίσι, 1970
Gustave Geffroy, L'enfermé : avec le masque de Blanqui, εκδ. Eugène Fasquelle, Παρίσι, 1919*
Jean-Louis Bory, La Révolution de Juillet, εκδ. Gallimard, Παρίσι, 1972
Louis Blanc, Histoire de dix ans, τόμ. 1-3, εκδ. Pagnerre, Παρίσι, 1848
Maurice Agulhon, Η Επανάσταση στη Γαλλία ή η μαθητεία στη Δημοκρατία 1848 – 1852, εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2006   
Richard D. Sonn, Anarchism and Cultural Politics in Fin de Siècle France, εκδ. University of Nebraska Press, Λίνκολν και Λονδίνο, 1989
Serge Berstein Pierre Milza, Ιστορία της Ευρώπης τομ.2, Η Ευρωπαϊκή συμφωνία και η Ευρώπη των εθνών 1815-1919, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα,  1997
Auguste Blanqui, Instructions pour une prise d'armes,hypothèse astronomique et autres textes.L'éternité par les astres,εκδ. Socιété Encyclopéd́ique Française, Παρίσι, 1973**

*Σε ψηφιακή μορφή, από το online πρόγραμμα ψηφιοποίησης «Gallica» της Εθνικής Γαλλικής Βιοβλιοθήκης
** όπως βρέθηκε στο http://www.marxists.org/francais/blanqui/1866/instructions.htm

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
Leslie Derfler, «Paul Lafargue and the Beginnings of Marxism in France», Biography, Volume 14, Number 1, (Χειμώνας 1991), σσ. 25-38
Carolyn Jeanne Eichner, «Vive La Commune!": Feminism, Socialism, and Revolutionary Revival in the Aftermath of the 1871 Paris Commune, 1961», Journal of Women's History, Volume 15, Number 2, (Καλοκαίρι 2003), σσ. 68-98
Janice Best , «Barricades: The War of the Streets in Revolutionary Paris, 1830-1848», Nineteenth-Century French Studies, Volume 32, Number 1&2, (Φθινόπωρο - Χειμώνας  2003-2004), σσ.  148-150
Naomi J. Andrews, «“La Mère Humanité”: Femininity in the Romantic Socialism of Pierre Leroux and the Abbé A.–L. Constant», Journal of the History of Ideas, Volume 63, Number 4, (Οκτώβριος 2002), σσ. 697-716
Edward S. Mason, «Blanqui and Communism» Political Science Quarterly, Vol. 44, No. 4, (Δεκ. 1929), σσ. 498-527
Maurice Paz, «Clemenceau, Blanqui's Heir: An Unpublished Letter from Blanqui to Clemenceau Dated 18 March 1879», The Historical Journal, Vol. 16, No. 3 (Σεπ. 1973), σσ. 604-615

πόσοι μας διάβασαν: