Σάββατο 24 Απριλίου 2010

Ο Γεώργιος Θεοτόκης

Ο Γεώργιος Θεοτόκης (Κέρκυρα 1844 – Αθήνα (;) 1916) υπήρξε διάδοχος του Χαρίλαου Τρικούπη στο Νεωτερικό Κόμμα, ευγενής και μετριοπαθής υπήρξε συνεπής υποστηρικτής του Στέμματος και βασικός συντελεστής στην ανοδιοργάνωση του στρατεύματος. Μεγαλωμένος στην έντονα πολιτικά και κοινωνικά διαιρεμένη Κέρκυρα προερχόταν από μεγάλη ιστορική αρχοντική οικογένεια, με κτηματική περιουσία και σημαντική πολιτική ισχύ. Τριτότοκος γιος του Νικολάου-Ανδρέα φόιτησε στο Ιόνιο Γυμνάσιο και στη συνέχεια στη Νομική Σχολή της Ιόνιας Ακαδημίας. Με την αποφοίτησή του, το κληροδότημα Μοτσενέγου τού χορήγησε υποτροφία για διδακορικές σπουδές στη Νομική Σχολή της Σορβώνης, όπου και συνέγραψε διατριβή «Περί εγγυήσεως, κατά το ρωμαϊκό και το γαλλικό δίκαιο». Επιστρέφοντας στην Κέρκυρα θα ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου και θα αναμιχθεί ενεργά με την πολιτική. Επηρεασμένος από την ένδοξη προσωπικότητα του παππού του, Ιωάννη Βαπτιστή, θα συνταχθεί με το συντηρητικό φιλομοναρχικό κόμμα του Σ. Βαλαωρίτη. Το 1879 εκλέγεται δήμαρχος της Κέρκυρας και το 1883 επανεκλέγεται με μεγάλη πλειοψηφία (65%). Τον Απρίλιο του 1885 συμμετέχει ως ανερχόμενος πολιτικός παράγοντας στα ψηφοδέλτια του Τρικουπικού κόμματος του και εκλέγεται πρώτος σε ψήφους στην επικράτειά του. Το 1886 αναλαμβάνει το Υπουργείο Ναυτικών και το 1892 το Υπουργείο Εσωτερικών. Το 1893 εκπροσωπεί την κυβέρνηση Τρικούπη στις διαπραγματευτικές συνομιλίες για τη σύναψη δανείου από τη Βρετανία, το αδιέξοδο των οποίων θα οδηγήσει στην χρεωκοπία. Το 1898 διεκδικεί την ηγεσία του Νεωτερικού κόμματος με αντιπάλους τον Στέφανο Δραγούμη και Αρ. Σιμόπουλου. Η ανάδειξή του στην ηγεσία τον φέρνει σε ρήξη με τον Δραγούμη, ο οποίος και αποχωρει από το κόμμα με μικρή ομάδα βουλευτών. Διετέλεσε τέσσερις φορές πρωθυπουργός (1899-1901, 1903, 1903-1904, 1905-1908).
Θα συνεχίσει τις παραδοσιακές τρικουπικές εκσυγχρονιστικές προσπάθειες επιχειρώντας να εφαρμόσει ένα μακρόπνοο οικονομικό σχεδιασμό που προσανατολίζεται κυρίως στην ανασύνταξη των ενόπλων δυνάμεων. Ήδη επί υπουργίας Θεοτόκη είχαν παραγγελθεί τα θωρηκτά «Σπέτσαι», «Ύδρα» και «Ψαρά» και βελτιώθηκε σημαντικά η κατάσταση στο Ναυτικό με την καλύτερη εκπαίδευση των πληρωμάτων, καθώς και με τη δημιουργία πολλών Ναυτικών Σχολών. Οι στρατιωτικές δαπάνες όμως αναβαθμίζονται σημαντικά σε βάρος άλλων κοινωνικών ζητημάτων προκαλώντας έντονη λαϊκή δυασρέσκεια και σπρώχνοντας τα λαϊκά στρώματα της Αττικής στον Δηλιγιαννισμό.
Η χαρακτηριστική αντίληψη του Τρικουπισμού για υποβάθμιση του κοινοβουλίου και του κοινοβουλευτικού ελέγχου για χάρη μιας σχετικής αυτονομίας των κρατικών διοικητικών γραφειοκρατικών μηχανισμών και της εκτελεστικής εξουσίας εκφράζεται στον Θεοτόκη με την επαναφορά του Διαδόχου Κωνσταντίνου στην αρχηγία του στρατεύματος. Επανιδρύοντας το θεσμό της Γενικής Διοίκησης προκαλεί εντάσεις και κρίσεις στις σχέσεις κοινοβουλίου-στρατεύματος και κοινοβουλίου-στέμματος, ενώ ο νέος θεσμός δεν καταφέρνει να θωρακίσει, όπως υποσχόταν, το στρατό από τη διαφθορά.
Με αυτόν τον τρόπο ο Θεοτόκης προσαρμόζει και συνδυάζει τον αντι-κοινοβουλευτισμό του τρικουπισμού στην τάση του Στέμματος για μεγαλύτερο θεσμικό ή και εξωθεσμικό ρόλο. Αναδεικνύεται με αυτόν τον τρόπο στον κατεξοχήν φιλομοναρχικό πολιτικό της εποχής του.
Στη Μακεδονία, οι κυβερνήσεις του Θεοτόκη υποστήριζαν περισσότερο από όλες τις άλλες την ελληνική προσπάθεια για εξελληνισμό και απόκρουση του εκβουλγαρισμού ενισχύοντας τα προξενεία της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηρίου, των Σερρών και της Καβάλας.
Η οικονομική κατάπτωση είχε όμως επιφέρει μεγάλη υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του λαού και μεγάλη κρίση στα μικροαστικά επαγγέλματα των αποφοίτων του Πανεπιστημίου. Για αυτό το λόγο ο Γ. Θεοτόκης, αποτυγχάνοντας να δώσει λύση στο σταφιδικό, θα ταυτιστεί με την διάξευση των ελπίδων και των εκσυγχρονιστικών οραμάτων του τρικουπισμού. Η εποχή του θα χαρακτηριστεί ως η κατεξοχήν πεσιμιστική για το μέλλον του ελληνικού κράτους και του «ελληνισμού», ιδιαίτερα μετά την ήττα του 1897.
Στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησής του, επιχειρεί να περιορίσει την κλασσική παιδεία, όπως έχει κληροδοτηθεί από τον διαφωτισμό, προς όφελος της τεχνικής εκπαίδευσης. Για αυτό προέβλεπε την κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από τις δύο πρώτες τάξεις του ελληνικού σχολείου και την προσθήκη μιας τάξεως στο Γυμνάσιο. Στο ζήτημα της γλώσσας συντάσσεται, αν και όχι εντελώς ανοιχτά, με τις απόψεις Ψυχάρη, Πάλλη, πρίγκηπα Νικολάου και Βασίλισσας Όλγας, υπέρ της δημοτικής.
Το δίπολο από τη μία χρηματιστές ομογενείς, παλάτι, αντικοινοβουλευτισμός, δημοτικιστές, εκσυγχρονισμός που εκφράζει ο Νεοτρικουπισμός και από την άλλη συντεχνίες, κοινοβούλιο, πανεπιστήμιο, φοιτητές, μικροαστικά στρώματα, διαφωτισμός-καθαρεύουσα που εκφράζει ο Δηλιγιαννισμός, καθώς και η ολοένα μεγαλύτερη αίσθηση της οικονομιής-θεσμικής-πολιτιστικής κρίσης, θα επιφέρει συνεχείς λαϊκές εξεγέρσεις εναντίον των κυβερνήσεών του (Ευαγγελιακά, Σανιδικά, Ορεστειακά, ταραχές στις σταφιδοπαραγωγούς περιφέρειες της Νοτιοδυτικής Πελοποννήσου) που θα οδηγούν διαρκώς τον Θεοτόκη σε παραίτηση. Η επιλογή του να παραιτείται σε περιόδους κρίσης θεωρήθηκε μάλιστα από τους συγχρόνους του ως ερασιτεχνισμός και παρορμητισμός. Αλλά μια συνολικότερη ματιά καταδεικνύει μια πιο ευέλικτη και έξυπνη υποχώρηση με σκοπό την με ευνοϊκότερους όρους αργότερα επάνοδο.
Η ένταση αυτών των διαδηλώσεων στα 1909 εναντίον των φορολογικών βαρών και των γραφειοκρατικών ταλαιπωριών σε συνδυασμό με την αδυναμία της κυβέρνησης Θεοτόκη να εκμεταλλευτεί τις ευνοϊκές συγκυρίες για το Κρητικό Ζήτημα θα καταλήξουν με το κίνημα του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» θέτοντας οριστικά τέλος στο παλαιό πολιτικό σύστημα, με το οποιο ο Θεοτόκης είναι απόλυτα ταυτισμένος. Ο ίδιος τοποθετήθηκε αρχικά με αξιοπρεπή τρόπο στα γεγονότα, καθώς αρνήθηκε τη λειτουργία του κοινοβουλίου υπό των εντολών των αξιωματικών. Ή οι αξιωμτικοί θα ανελάμβαναν την εξουσία ή θα προκηρύσσονταν νέες εκλογές. Ουσιαστικά, ωθούσε τους κινηματίες σε δικτατορία. Στη συνέχεια όμως θα υποχωρήσει από την σκληρή αυτή στάση επιτρέποντας την ύπαρξη διπλής εξουσίας, στρατιωτικής και κοινοβουλευτικής, η οποία όμως γρήγορα έφτασε στα όριά της. Θα συμμετάσχει στο συνασπισμό των «παλαιών κομμάτων» ενάντια στο Κόμμα των Φιλελευθέρων, έστω και αν προγραμματικά το κόμμα του προσέγγιζε σε ορισμένα ζητήματα τις θέσεις των βενιζελικών.  Ο Γεώργιος Θεοτόκης θα στηρίξει την περίοδο του Εθνικού Διχασμού τον Κωνσταντίνο και την ουδετερότητα υπέρ των Γερμανών.

Βιβλιογραφία:
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΡΑΛΛΗΣ, Γεώργιος Θεοτόκης: Πολιτικός του μέτρου και των ηπίων τόνωνΑΦΙΕΡΩΜΑ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ 20ος ΑΙΩΝΑΣ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ, εφημ ΤΑ ΝΕΑ
Hering Gunnar, Τα πολιτικά Κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, ΜΙΕΤ
Μαρωνίτη Ν., Η πολιτική φυσιογνωμία του νεοτρικουπικού κόμματος μετά τον Χαρίλαο Τρικούπη. Προϋποθέσεις στην ανάγνωση της πολιτικής συμπεριφοράς του Γ. Θεοτόκη, στο Αρώνη-Τσίχλη Κ., Τρίχα Λ., Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του, πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες, Παπαζήση
Μαρκεζίνη Σπ., Πολιτική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδος, Πάπυρος

Κώστας Παλούκης εφημ. Σκριπ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: