Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Η «θεωρία των άκρων»: η προπαγάνδα και η ιστορία της



πηγή: seisaxthiablog

Στις 11.09.12, το κεντρικό άρθρο-σχόλιο της εφημερίδας “Καθημερινή” (εικ. 2), αναφέρεται σε “ακροαριστερά και ακροδεξιά τάγματα εφόδου” που αλληλοσυμπληρώμενα έφεραν “τη χώρα να κατρακυλάει σε έναν κατήφορο ανεξέλεγκτης βίας”. Πώς ακριβώς όμως ταυτίζεται η διαμαρτυρία ενάντια στην περιβαλλοντική καταστροφή που σχεδιάζεται στις Σκουριές Χαλκιδικής, με το κυνήγι και τα μαχαιρώματα αλλοδαπών μεταναστών;
Εκείνες τις μέρες, όλως τυχαίως, δημοσιεύτηκε σειρά αντίστοιχων άρθρων από γνωστούς δημοσιολόγους, όπως των: Στέφανου Κασιμάτη (εδώ & εδώ), Γιάννη Πρετεντέρη(εδώ & εδώ), Νίκου Μπίστη και (φυσικά…) Πάσχου Μανδραβέλη. Όλα συνέτειναν ομοιοτρόπως στην ταύτιση και αλληλοτροφοδότηση της “βίας των άκρων”, ενώ τα πιο χαρακτηριστικά εξ αυτών έφεραν τίτλους όπως: «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για τη δημοκρατία» και «Χρυσή ευκαιρία».
Ποιά είναι, λοιπόν, η «θεωρία των άκρων»; Έχει ερμηνευτική-κοινωνική ισχύ η συγκεκριμένη θεωρία; Γιατί προπαγανδίζεται συστηματικά από τα καθεστωτικά ΜΜΕ; Είναι σύγχρονη ή έχει ιστορικές κοινωνικοπολιτικές ρίζες;
Διαβάστε το πρώτο μέρος εδώ. Γιατί προπαγανδίζεται συστηματικά από τα ΜΜΕ;
«Από μόνη της η θεωρία των δύο άκρων είναι ένας ακόμα τρόπος κατασκευασμένων διαιρέσεων για προφανείς λόγους αλλά και ταυτίσεων εντελώς ανόμοιων και κοινωνικών απόψεων και πρακτικών. Το να μην ανήκει κανείς σε κανένα «άκρο» βοηθάει σε μεγάλο βαθμό τα συστήματα εξουσίας να διατηρούν τους πολίτες στο εν γένει ενδιάμεσο και κυρίως στο να ταυτίζουν π.χ. μια δυναμική ομάδα υπεράσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων όπως αυτά προσδιορίζονται στις Συμβάσεις του ΟΗΕ και της ΕΕ και μία ρατσιστική-ναζιστική ομάδα που δέρνει και μαχαιρώνει ένα τμήμα του πληθυσμού». [ Άντα Ψαρρά ]
«Το σχήμα επομένως των άκρων που υπονομεύουν τη δημοκρατία θέλει να αποκρύψει ότι η δημοκρατία κινδυνεύει, έχοντας δεχτεί ισχυρά πλήγματα, από την επικράτηση του εξτρεμισμού στο κέντρο. Την επικράτηση ενός διπλού εξτρεμισμού που φαίνεται ότι δεν αντιμετωπίζει ζητήματα συγκατοίκησης. Ενός εξτρεμισμού αναρχο-φιλελεύθερου που διαλύει τους κοινωνικούς θεσμούς, και ενός εξτρεμισμού άκρας καταστολής και παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκεί βρισκόμαστε. Αυτή είναι τη νέα πολιτική γεωγραφία πρέπει να αναδείξουμε. Γιατί η θεωρία των άκρων που υπονομεύουν τη δημοκρατία θα χρησιμοποιηθεί και στις εκλογές εκβιαστικά, και μετά τις εκλογές για να δείξει τον κίνδυνο της ακυβερνησίας. Πρόκειται για έναν ισχυρό εκβιασμό, ακριβώς γιατί παρουσιάζεται ως προφανές δίλημμα». [ Αντώνης Λιάκος ]

«Δεύτερον, οι συμψηφισμοί που βασίζονται σε μια τέτοια κραυγαλέα αν και υποκρυπτομένη ανισότητα δεν είναι ποτέ ούτε αθώοι, ούτε προϊόντα άγνοιας. Είναι αποτελέσματα συνειδητού σχεδιασμού, βάσει του οποίου η κοινή γνώμη πρέπει να εξισώσει θύτη και θύμα, πρωτοπορία και αντίδραση, πρόοδο και συντήρηση, πατριωτισμό και φασισμό, ώστε αρχικά μέσα στο γενικό χυλό να απογοητευτεί από όλους, άρα να περιέλθει σε σύγχυση και τελικά να επιστρέψει στην υποστήριξη προς τη “φιλήσυχη” καθεστηκύια σταθερότητα και προς όσους τη διασφαλίζουν. Ακόμα και προς εκείνους που μέχρι πρότινος ήταν οι δήμιοι του λαού.
(…) Προκειμένου μάλιστα να πετύχει το σχέδιο του χυδαίου συμψηφισμού το κατεστημένο επιστρατεύειτο λόγο και την πένα των μονίμως “νηφάλιων”, κεντρώων – κεντροδεξιών κατά προτίμηση ή και δήθεν δημοκρατικών – δημοσιογράφων και εξαρτημένων διανοουμένων. Όλων αυτών που θα εμφανίσουν την εικόνα ενός δήθεν ειρηνικού αστικού κράτους, του οποίου την ησυχία συνήθως ξεκίνησε να ταράζει η αριστερά με τις ακρότητές της, προκαλώντας την άνοδο της ακροδεξιάς. Αρχικά θα χρεώσουν στην αριστερά ότι υπήρξε ανόητη – δηλαδή απερίσκεπτη – και κατόπιν ότι είναι ένοχη». [ Θέμης Τζήμας ]
«Ο συρφετός των διεφθαρμένων πολιτικών που κυβέρνησε στη διάρκεια της μεταπολίτευσης βλέπει να αυξάνεται η απόστασή του από την κοινωνία. Θεωρεί πως το μόνο χαρτί που έχει να παίξει είναι να θεωρηθείσωτήρας απέναντι στη «βία των άκρων», όπως προσπαθεί διακαώς να περιγράψει αυτό που συμβαίνει σήμερα, συγχέοντας εσκεμμένα κινητοποιήσεις και φονικά. Πού αλλού να εναποθέσει τις ελπίδες της η δόλια η «Καθημερινή»; Στην υπεράσπιση των Μνημονίων; Η ελπίδα της είναι να αναβαπτίσει τα απολύτως ανυπόληπτα αστικά κόμματα σε εγγυητές της ασφάλειας, να ποντάρει δηλαδή στον φόβο, αφού τα κόμματα αδυνατούν να προσφέρουν ελπίδα». [ Κωνσταντίνος Πουλής ]
«Προσπαθούν να πείσουν πως το πρόβλημα της χώρας είναι ο εκφασισμός της κοινωνίας και πρέπει εμείς οι «δημοκράτες» – δηλαδή οι πολίτες, οι πολιτικοί, οι εφοπλιστές, οι παπαγάλοι τηλεδημοσιογράφοι και οι νταβατζήδες της διαπλοκής, όλοι μαζί – να αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή που, από την άλλη, φροντίζουν, βέβαια, να την «φουσκώνουν» όσο μπορούν, αλλά με διακριτικό τρόπο, για να μην αντιληφθούμε πως είναι δικό τους δημιούργημα και πιόνι, ώστε να ξεχάσουμε τις δικές τους απάτες και τα δικά τους εγκλήματα». [_Πιτσιρίκος ]
Οι ιστορικές καταβολές της θεωρίας
«Οι ιδέες που διακινούνται σε κάθε εποχή, και που διεκδικούν στην εκάστοτε συγκυρία να γίνουν κυρίαρχες, δεν προκύπτουν εκ του μη όντος. Στηρίζονται σε προϋπάρχουσες πνευματικές δομές και διαμάχες, για τις οποίες ωστόσο ελάχιστα μας προϊδεάζει η εκλαΐκευσή τους στον δημόσιο λόγο των ημερών μας. Με αυτή την έννοια, η αναδρομή στις πηγές των ιδεών αυτών βοηθά να καταλάβουμε τι διακυβεύεται σήμερα – εν προκειμένω: με την προαγωγή του «αντιολοκληρωτισμού» σε κρατικό δόγμα και επίσημη πολιτική». [ Δημ. Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος ]
«Ο τρόπος που επέλεξε η καραμανλική πολιτική ηγεσία των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων για να ξεπεράσει τον δυσμενή πολιτικό συσχετισμό ήταν να δυσφημήσει τους κοινωνικούς αγώνες της περιόδου, ταυτίζοντάς τους με τη δράση των φασιστών και των χουντικών. Ο νεολογισμός «αριστεροχουντισμός» εφευρέθηκε για να συνδέσει – κατά τις παλιές συνήθειες – τα «δύο άκρα», και να απομονώσει τις πιο ριζοσπαστικές μορφές δράσης των εργαζομένων και της νεολαίας από το ευρύτερο κίνημα. Σ’ αυτή την παγίδα έπεσαν και οι ηγεσίες των μεγάλων κομμάτων της Αριστεράς που αντιμετώπισαν με δυσπιστία τις δυναμικές και αυθόρμητες κινητοποιήσεις της περιόδου». [ Ιός ]
«Το βασικό πρόβλημα με την θεωρία των άκρων – πέρα από την πλαστή ταύτισή τους – είναι το γεγονός ότι προϋποθέτει ένα μη βίαιο και νομιμόφρον «αστικό κέντρο», βουτηγμένο στην νομιμότητα. Καλύπτει, έτσι, τον αυταρχισμό του «μεσαίου φάσματος» και του παρέχει την δυνατότητα να λειτουργήσει ως πολιτικός διαιτητής, χρησιμοποιώντας, βεβαίως, και τη «νόμιμη βία». Αλλά και επιτρέπει σε περιόδους πολιτικής κρίσης, όπως η σημερινή, τη σύγκλιση α λά καρτ των «δημοκρατικών αστών» με τους φασίστες, όταν και αν το αριστερό/αντικαπιταλιστικό «άκρο» φαντάζει πιο απειλητικό, καθώς και την μερική υιοθέτηση της φασιστικής ατζέντας από τους «κεντρώους». Η θεωρία του «μεγαλύτερου κινδύνου», συνέπεια της θεωρίας των δυο άκρων, καθορίζει και την τελική επιλογή του «εσωτερικού εχθρού». [ Δημήτρης Μπελαντής ]
«Θα έπρεπε να είναι αυτονόητο αλλά ας το ξαναπούμε: Άλλο η πολιτική βία γενικώς κι άλλο η Τρεμπλίνκα ή, ακόμη, οι Δίκες της Μόσχας. Άλλο τα «άκρα» ως μετωνυμία για τον ριζοσπαστισμό κι άλλο ο ναζισμός και ο σοβιετικός κομμουνισμός. Η επιστράτευση μιας τέτοιας ρητορικής και δη πρόχειρης και ανιστόρητης έχει μία επίπτωση και μόνο: καταπνίγει το δίκιο. Για να το ξεκαθαρίσουμε: Η πολιτική βία είναι συστατικό στοιχείο των δημοκρατιών, διότι οι δημοκρατίες είναι ιστορικά γεννήματα ριζοσπαστισμών. Συναντά κανείς τα ίχνη της στις «κομμουνιστικές» εργασιακές κατακτήσεις της σοσιαλδημοκρατίας και στα «φιλελεύθερα» δικαιώματα των δημοκρατικών συνταγμάτων, στη νομολογία της πολιτικής ανυπακοής και στο αυτονόητο της ισονομίας.Σκοτωθήκαμε και σκοτώσαμε γι’ αυτά. Και, διαπιστώνουμε, πολλά διακυβεύονται ακόμη»… [ Αυγουστίνος Ζενάκος ]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: