Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

OΚΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ


του Αντώνη Αντωνίου, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2008

Ήδη πριν από 3 περίπου δεκαετίες ο ιστορικός της Οκτωβριανής επανάστασης Carr έλεγε ότι υπάρχει ο κίνδυνος να αποσιωπηθούν και να ξεχαστούν συνολικά οι κατακτήσεις που προέκυψαν από αυτή. Σαν κριτήριο, απέναντι σ΄αυτό, προέτρεπε να σκεφτούμε τις πρωτόγνωρες αλλαγές στη ζωή των απλών ανθρώπων από το ’17 και μετά. Στην ίδια κατεύθυνση, ο θεωρητικόs των πολιτισμικών σπουδών Raymond Williams,  έλεγε ότι θα πρέπει πολύ απλά να αντιμετωπίζουμε τον  Οκτώβρη σαν μια από τις 2-3 σπουδαιότερες στιγμές στην ανθρώπινη ιστορία.[1]


H τοπική, ευρωπαϊκή και παγκόσμια σημασία της Οκτωβριανής Επανάστασης, η διεθνής εμβέλεια της και τα αποτελέσματα της ως προς την αλλαγή των κοινωνικών συσχετισμών και της παγκόσμιας πραγματικότητας θέτουν και τους όρους της μεταγενέστερης πρόσληψης στο χώρο της ιστοριογραφίας: θα αποτελέσει έτσι (η ιστοριογραφία) πεδίο οπου θα διασταυρωθούν ιστοριογραφικές προσεγγίσεις που θα εκφράζουν διαφορετικές κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις και πολιτικές αντιπαραθέσεις.[2]
Η ιστοριογραφία και οι σχετικές συζητήσεις κινούνται αναπόφευκτα στο φόντο των οικονομικοκοινωνικών αλλά και μεθοδολογικών εξελίξεων των 2 τελευταίων δεκαετιών. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η είσοδος της Ρωσίας στον κόσμο της ελεύθερης αγοράς, οι επανερμηνείες της οκτωβριανής ιστορίας με βάση νέες αφηγήσεις και οπτικές δυτικών ιστορικών και η αναθεώρηση της ιστοριογραφίας στο εσωτερικό της ίδιας της Ρωσίας συνθέτουν το τοπίο. Τα αποτελέσματα της Επανάστασης, αποτελέσματα καθοριστικά για την πορεία της παγκόσμιας εξέλιξης, δημιούργησαν εξαρχής ένα φορτίο ακτινοβολίας και ένα περιεχόμενο λίγο ως πολύ μυθικό. Το φορτίο αυτό γίνεται σήμερα αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης και οι σύγχρονοι πολέμιοι του Οκτώβρη αποδίδουν στα γεγονότα αυτά την αρχή της παρακμής και την πορεία προς την τελική κατάρρευση. Στο χώρο βέβαια της κριτικής αριστεράς είχαν σχηματιστεί, ήδη πριν την κατάρρευση, 3 βασικά ρεύματα ανάγνωσης της φύσης του σοβιετικού κράτους.α) H κλασική τροτσκιστική θεώρηση (που συνέχισε ο Μαντέλ), σύμφωνα με την οποία επρόκειτο πλέον για ένα εργατικό κράτος εκφυλισμένο. Με βάση αυτή τη θεώρηση οι παραγωγικές σχέσεις παρέμεναν κατά βάση σοσιαλιστικές, αλλά μια παρασιτική γραφειοκρατία ασκούσε την πολιτική εξουσία και απολάμβανε οικονομικά προνόμια β) Οι θεωρίες του κρατικού καπιταλισμού, οπου η ΕΣΣΔ γίνεται αντιληπτή ως κοινωνία καπιταλιστική ειδικού τύπου. Ο έλεγχος του κράτους και ο έλεγχος της οικονομίας θεωρούνται εδώ ως η βάση της εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας και της συσσώρευσης του κεφαλαίου και οι αξιωματούχοι του κόμματος και του κράτους γίνονται αντιληπτοί ως καπιταλιστική κυρίαρχη τάξη (Τοny Cliff,παλιότερα ΚΚΚ κ.α) γ) θεωρήσεις που έβλεπαν την ΕΣΣΔ ούτε ως καπιταλιστική ούτε ως σοσιαλιστική, αλλά ως ένα κοινωνικό σχηματισμό καινούργιου και ιδιαίτερου ιστορικά τύπου.*[3]
  Τα γεγονότα του Οκτώβρη έγιναν από την αρχή αντικείμενο διαφορετικών μεταξύ τους ερμηνειών. Είναι γνωστή η φράση του Γκράμσι ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση αποτέλεσε ταυτόχρονα και επανάσταση απέναντι στο κεφάλαιο του Μάρξ, αναδεικνύοντας έτσι την πρωτοβουλία των λαϊκών μαζών και τη μη επιβεβαίωση της αναγκαιότητας των νόμων ιστορικής εξέλιξης των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών. Επρόκειτο για μια ερμηνευτική και φιλοσοφική στροφή σε σχέση με τη διαλεκτική του Κάουτσκι και της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, οπου η προτεραιότητα δινόταν στους νόμους της οικονομικής εξέλιξης και όχι στο πεδίο της πολιτικής διαπάλης.[4] Σε τελείως αντίθετη κατεύθυνση και αρκετά χρόνια μετά, ο Πώλ Σουήζυ θα υποστηρίξει:΄΄Η ρωσική Επανάσταση του 1917 δίνει πολλά ισχυρά εμπειρικά στοιχεία για την εγκυρότητα της θεωρίας του Μάρξ. Η επανάσταση αυτή συντελέστηκε μέσα σε μια χώρα στην οποία η σύγχρονη βιομηχανία βρισκόταν στη διαδικασία της εδραίωσης της και στην οποία είχε δημιουργηθεί ένα μεγάλο και επαναστατικό προλεταριάτο των πόλεων. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, όταν η επαναστατική κατάσταση ωρίμασε, το προλεταριάτο έπαιξε ακριβώς το ρόλο που του αποδίδει η μαρξική θεωρία. Μέσα στις κοινωνικές επιστήμες πολύ σπάνια μια θεωρία γνωρίζει τέτοια εκπληκτική επιβεβαίωση.’’[5] Από μια μαρξιστική οπτική, ήταν η ιδιαίτερη θέση της ρωσικής αυτοκρατορίας μέσα στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η αντίφαση ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και τις παραγωγικές σχέσεις, οι επιπτώσεις του πολέμου στο εσωτερικό της ρωσικής κοινωνίας, η αδυναμία της ρωσικής αστικής τάξης και φυσικά η επαναστατική δράση των μπολσεβίκων και των ρώσων εργατών που κατέστησαν εφικτή την Επανάσταση.
    Ο Οκτώβρης του ’17 μοιάζει να προσπέρασε μια εποχή ολόκληρη, να μετέφερε τους εργάτες και τους αγρότες σε ένα διαφορετικό κοινωνικό κόσμο. Ενώ το 1860 στη ρωσική αυτοκρατορία ίσχυε ακόμα το καθεστώς της δουλείας, σε μια άλλη μακρινή αλλά ενδεικτική αντανάκλαση του Οκτώβρη και ένα χρόνο πριν το Μάη του ’68, το 61% των γάλλων θεωρούσαν τα επιτεύγματα της Επανάστασης θετικά.[6] Η κατανόηση της ιστορίας από το ’17 και μετά είναι αδύνατη χωρίς την κατανόηση του Οκτώβρη και γι’αυτό, παρά τις προσπάθειες που γίνονται, δεν υπάρχει τρόπος διαγραφής από την ιστορία της Επανάστασης σαν να μην υπήρξε ποτέ.[7]
   Πριν από οποιαδήποτε ιστοριογραφικη επεξεργασία και συστηματική οργάνωση των γεγονότων, η πρόσληψη των γεγονότων του ’17 έχει άμεσο χαρακτήρα και επιδρά καθοριστικά στις συνειδήσεις των εργατών και τις επαναστατικές κινήσεις ολόκληρου του κόσμου. Σε επίσημο επίπεδο, τα γεγονότα της Ρωσίας δέχονται σφοδρή πολεμική. Ο Λένιν χαρακτηρίζεται ως πράκτορας του γερμανικού ιμπεριαλισμού, παντού κυριαρχεί ο φόβος μήπως ο επαναστατικός άνεμος φτάσει μέχρι τη δύση,την Ιταλία και τη Γαλλία. Ακόμα και για τις κεντρικές αυτοκρατορίες και τη Γερμανία, η ικανοποίηση της κατάρρευσης ενός από τους εχθρούς συνδυαζόταν με τις έντονες ανησυχίες μήπως τα επαναστατικά γεγονότα προσλάβουν διεθνή διάσταση.[8] (ανθρωπολογικό ενδιαφέρον-πώς κατασκευάζεται η εικόνα του μπολσεβίκου,ίσως εβραϊκά στερεότυπα,βασίζεται σε προϋπάρχουσες λαϊκές παραστάσεις, ο άλλος, ο ξένος που απειλεί-εικόνες τέτοιες στο βιβλίο του Καζαντζάκη)*
  Aντίθετα, μεγάλη είναι η  δυναμική ενίσχυσης των εργατικών και επαναστατικών κινήσεων.Μέσα σε λίγες εβδομάδες από την κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων, και ενώ οι μπολσεβίκοι προσπαθούν να διαπραγματευτούν την ειρήνη με τον γερμανικό στρατό, μεγάλο κύμα μαζικών πολιτικών απεργιών και αντιπολεμικών διαδηλώσεων ξεσπάει στην κεντρική Ευρώπη.  Στο πολεμικό μέτωπο οι ελπίδες των στρατιωτών για ειρήνη (βλέπε λογοκριμένες επιστολές του στρατού της Αυστροουγγαρίας Νοεμβρίου 1917-Μαρτίου 1918-στην αρχή επικλαλούνταν το θεό) συχγωνεύονται με την ελπίδα της επανάστασης. Στις λογοκριμμένες αυτές επιστολές οι προσδοκίες ειρήνευσης έχουν ως βάση τους πλέον τη Ρωσία και την επανάσταση. Η  γερμανική επανάσταση θα οδηγήσεί στην παραίτηση του βασιλιά και στην ανακήρυξη της δημοκρατίας. Η ήττα του παλαιού καθεστώτος και η επαναστατική ορμή οδηγεί στη συγκρότηση δυαδικών μορφών εξουσίας, ως την τελική αποκατάσταση της καπιταλιστικής τάξης με δημοκρατική μορφή αυτή τη φορά. Με μεγάλη βαναυσότητα θα καταπνιγεί και η Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία του 1919. Η Οκτωβριανή Επανάσταση  ασκεί μεγάλη έλξη στα διεθνή σοσιαλιστικά κινήματα, που βγαίνουν από τον πόλεμο πιο ριζοσπαστικά και ενισχυμένα. Η επίδραση της είναι τεράστια και οι αναταραχές,οι απεργίες και οι επαναστατικές απόπειρες στο ευρωπαϊκό έδαφος ενισχύουν τις προοπτικές για την εξάπλωση της επανάστασης του παγκόσμιου προλεταριάτου.[9] Η απόφαση των επαναστατών σε διάφορες χώρες να  υιοθετήσουν το μπολσεβίκικο μοντέλο οργάνωσης και λίγο αργότερα να ενταχθούν στη διεθνή, δεν οφείλεται μόνο στον ενθουσιασμό αλλά και στη διαπιστωμένη αποτυχία όλων των άλλων μορφών οργάνωσης, στρατηγικής και τακτικής. Η σοσιαλδημοκρατία και ο αναρχοσυνδικαλισμός είχαν αποτύχει, εκείνος που είχε νικήσει ήταν ο Λένιν.[10]
   Τα χρόνια εκείνα, τα γεγονότα της επανάστασης πριν ακόμα γίνουν αντικείμενο συστηματικής ιστορικής καταγραφής και επεξεργασίας και πριν βρεθούν για τα καλά στο επίκεντρο των πολιτικών συζητήσεων για τον απολογισμό, την επανεκτίμηση τους και τον εκ νέου καθορισμό της διεθνούς τακτικής και στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος, έχουν τρομακτικό αντίκτυπο στην πολιτική συνείδηση και γενικά στον ψυχισμό της διεθνούς εργατικής τάξης. Η πρόσληψη της επανάστασης γίνεται ταυτόχρονα και όχημα για την αλλαγή της κυρίαρχης πραγματικότητας. Η μεταφορά συγκινησιακών φορτίων και η οραματική διάσταση για έναν άλλο κόσμο που γίνεται πλέον υλική πράξη μέσα από την επανάσταση, αλλάζει τις παραστάσεις του ατόμου απέναντι στον κόσμο που το περιβάλλει και κινητοποιεί εσωτερικές ανατρεπτικές δυνάμεις που μορφοποιούνται με συλλογικές δράσεις και μορφές πάλης. Στο σημείο αυτό, ακολουθώντας τη στροφή των κοινωνικών επιστημών σε μια ‘ιστορία από τα κάτω’ και στο πώς οι ίδιοι οι άνθρωποι βίωναν και συναισθάνονταν τα γεγονότα της ζωής τους, αξίζει να μεταφερθούμε στη Γαλλία του 1920. Τη χρονιά εκείνη, ένας από τους αρχηγούς των μενσεβίκων, ο Μαρτώφ, εγκατέλειψε τη Ρωσία και κατέφυγε στο Παρίσι. Οι διεθνιστές γάλλοι αγνοούσαν με ποια ιδιότητα είχε φτάσει εκεί. Σε μια μεγάλη συγκέντρωση που οργανώθηκε προς τιμήν του ο Μαρτώφ εξέφρασε τις επιφυλάξεις του απέναντι στο νέο καθεστώς και υποστήριξε ότι λόγω αυτών ακριβώς των διαφωνιών δεν άντεχε πλέον την κατάσταση και κατέφυγε στη Γαλλία. Οι συγκεντρωμένοι τότε, που είχαν πάει να υποδεχτούν έναν σεβαστό συναγωνιστή του Λένιν, άρχιζαν να αποδοκιμάζουν έντονα τον Μαρτώφ, ο οποίος αναγκάστηκε να αποχωρήσει.[11] Και με τα λόγια του Γκράμσι στο Τορίνο του 1917,  λίγο μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου που ανέτρεψε τον τσάρο: ‘ Η είδηση της ρωσικής επανάστασης έγινε δεκτή με μεγάλη χαρά. Οι εργάτες έκλαιγαν από συγκίνηση μαθαίνοντας ότι τα αδέρφια τους της Πετρούπολης ανέτρεψαν την τσαρική κυβέρνηση. Στη συνέχεια οι εργάτες του Τορίνο δεν ξεγελάστηκαν από τη δημαγωγική φρασεολογία του Κερένσκι και των μενσεβίκων. Όταν το Μαιο του 1917 έφτασε στο Τορίνο η πολεμική αποστολή που στάλθηκε από το σοβιέτ της Πετρούπολης στη δυτική Ευρώπη, οι αντιπρόσωποι που μίλησαν μπροστά σε ένα πλήθος από 50.000 εργάτες, έγιναν δεκτοί με μια κραυγή που επαναλήφθηκε 1.000 φορές:’ Ζήτω ο σύντροφος Λένιν, ζήτω οι μπολσεβίκοι’.[12]
   Στο χώρο της ιστοριογραφίας τώρα, ένας από τους πιο επιφανείς εκπροσώπους των ηττημένων της επανάστασης είναι ο ιστορικός Μιλιούκοφ, αρχηγός του κόμματος των Καντέτων, που επεξεργάζεται ουσιαστικά μια φιλελεύθερη εκδοχή και αιτιολόγηση των γεγονότων. Για τον Μιλιούκοφ δεν επρόκειτο για επανάσταση αλλά για πραξικόπημα που ανάτρεψε την προσωριν’ή κυβέρνηση.  Η υπέρβαση της κρίσης στη Ρωσία έπρεπε να προέλθει από μια προοδευτική μεταρρυθμιστική κίνηση και όχι από μια βίαιη ανατροπή. Ο Μιλιούκοφ αμφισβητούσε τόσο την αναγκαιότητα όσο και τη νομιμότητα της εξουσίας των σοβιέτ. Έτσι, μη μπορώντας να βασίσει την ανάγνωση των γεγονότων στην σύνθετη οικονομική, κοινωνική και πολιτική ρωσική και διεθνή πραγματικότητα και στην όξυνση του κοινωνικού ταξικού ανταγωνισμού, ο Μιλιούκοφ ακολουθεί, βασισμένος πιο πολύ στις δικές του αξιολογικές κρίσεις και λιγότερο στο έδαφος της ιστορικής πραγματικότητας, σενάρια συνωμοσίας. Το ρωσικό αυτό πραξικόπημα αποδίδεται στο γερμανικό ρόλο και στη γερμανική ενίσχυση. Σύμφωνα με την οπτική αυτή, η επανάσταση αποτελούσε ρήξη της Ρωσίας με το ίδιο της το παρελθόν, μια ρήξη που ακύρωσε οτιδήποτε θετικό και δημιουργικό υπήρχε στη ζωή της χώρας αυτής. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η επανάσταση ταυτίζεται με τον εφιάλτη του ολοκληρωτισμού και του φανατισμού, ένα σημείο που θα αποτελέσει κοινό τόπο στην αστική ενατένιση του Οκτώβρη διαχρονικά(θα συναντήσουμε και παρακάτω νεότερες εκδοχές της θέσης αυτής). Μια τέτοια θέαση του ιστορικού παρελθόντος και ειδικά της Οκτωβριανής επανάστασης χαρακτηρίζει όχι μόνο τη ρωσική αλλά γενικά τη φιλελεύθερη αστική ιστοριογραφία.[13]
   Στην αντίπερα όχθη και στο στρατόπεδο των επαναστατών, η αποτίμηση και η εξέταση της σημασίας του Οκτώμβρη αποκτούσε, με τα λόγια του Λένιν, την παρακάτω σημασία:΄΄ Μέσα σε μερικές βδομάδες ανατρέψαμε την αστική τάξη και τσακίσαμε την ανοιχτή αντίσταση της στον εμφύλιο πόλεμο. Διατρέξαμε με τη νικηφόρα πορεία του μπολσεβικισμού από άκρη σε άκρη την τεράστια χώρα μας. Σηκώσαμε για την ελευθερία και για μια ανεξάρτητη ζωή τα κατώτατα στρώματα των εργαζόμενων μαζών που καταπιέζονταν από τον τσαρισμό και την αστική τάξη. Εγκαθιδρύσαμε και εδραιώσαμε τη Σοβιετική Δημοκρατία, κράτος νέου τύπου, ασύγκριτα ανώτερο και ασύγκριτα πιο δημοκρατικό από τις καλύτερες αστικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Εγκαθιδρύσαμε τη δικτατορία του προλεταριάτου που την υποστηρίζει η φτωχή αγροτιά και εγκαινιάσαμε ένα καλομελετημένο σύστημα σοσιαλιστικών μετασχηματισμών. Εμπνεύσαμε σε εκατομμύρια και εκατομμύρια εργάτες όλων των χωρών την πίστη στις δυνάμεις τους και ανάψαμε τη φλόγα του ενθουσιασμού. Σαλπίσαμε παντού το εγερτήριο για τη διεθνή εργατική επανάσταση. Ρίξαμε το γάντι στους ιμπεριαλιστές ληστές όλων των χωρών’’[14]
    Ο Λέων Τρότσκι το 1924(το έργο του ιστορία της ρωσικής επανάστασης εκδόθηκε το 1932 όταν ο ίδιος ήταν εξόριστος-μελέτη που αποτελεί αφετηρία για μια λεπτομερή εξέταση της επαναστατικής περιόδου) υποστήριζε ότι ΄΄παντού οπου χρειάζεται πρέπει να τεθεί απλά και καθαρά στην ημερήσια διάταξη το καθήκον της μελέτης της Οκτωβριανής Επανάστασης, τόσο μέσα στο κόμμα όσο και σ’ολόκληρη τη Διεθνή. Είναι απαραίτητο για ολόκληρο το κόμμα και ιδιαίτερα για τη νέα γενιά να μελετήσει και να αφομοιώσει βήμα προς βήμα την πείρα του Οκτώβρη που μας προσέφερε μια υπέρτατη επαλήθευση του παρελθόντος μας και άνοιξε διάπλατα την πόρτα του μέλλοντος. Για τη μελέτη των νόμων και των μεθόδων της προλεταριακής επανάστασης δεν υπάρχει, μέχρι σήμερα, πιο σοβαρή και πιο πλούσια πηγή από τη δική μας εμπειρία του Οκτώβρη’’. Aλλού, για την αποφυγή μιας στείρας ανασκόπησης της ιστορίας του Οκτώβρη ο Τρότσκι έλεγε ότι ΄΄δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος επαλήθευσης των απόψεων για την επανάσταση από την εφαρμογή τους στη διάρκεια της ίδιας της επανάστασης’’. Έκρινε ταυτόχρονα, συκγρίνοντας των Οκτωβριανή με τις αστικές επαναστάσεις, ότι ΄΄η συνείδηση, η προετοιμασία και ο σχεδιασμός έπαιξαν πολύ μικρότερο ρόλο στις αστικές επαναστάσεις από αυτόν που θα παίξουν και παίζουν στην εργατική επανάσταση.[15]
 Όπως λοιπόν φαίνεται, οι ερμηνείες της Επανάστασης  άρχισαν να διαμορφώνονται σε 2 βασικά και αντιπαραθετικά μεταξύ τους ρεύματα: από τη μια οι επίσημες εκδοχές του ΚΚ, που αντιλαμβάνονταν το σοβιετικό κράτος σαν συνέχεια του Οκτώμβρη και  και από την άλλη οι ιστορίες των ηττημένων αντιπάλων του εξωτερικού που η αρνητική ενατένιση της επανάστασης προεκτεινόταν στην άρνηση του ίδιου του σοβιετικού καθεστώτος. Στο εσωτερικό, δεν επρόκειτο πλέον για μια απλή Επανάσταση. Η ιστορική αναγκαιότητα και η παγκόσμια πορεία νίκης του κομμουνισμού που  θεωρήθηκε οτι ξεκινούσε, οδηγούσαν τον Οκτώβρη στη μυθοποίηση και την αποθέωση. Με την επικράτηση του Στάλιν, η σοβιετική ιστοριογραφία αναπροσαρμόζεται και ακολουθεί τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις. Μια νέα διορθωμένη εκδοχή της επανάστασης εμφανίζεται, σύμφωνα με την οποία στόχος του Οκτώβρη ήταν η οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε 1 μόνο χώρα.[16] Στην επίσημη σοβιετική ιστοριογραφία, η Επανάσταση θα ενταχθεί στα πλαίσια μιας νομοτελειακής κοσμοϊστορικής εξέλιξης προς το σοσιαλισμό, που έφερε το ρωσικό προλεταριάτο στην εμπροσθοφυλακή του παγκόσμιου κινήματος. Η νίκη αποδίδεται στην καθυστέρηση του ρωσικού καπιταλισμού και την αδυναμία της αστικής τάξης, στη μαχητική συμμαχία των εργατών και των φτωχών αγροτών, καθώς βέβαια και στην πολιτική θεωρία και δράση του κόμματος των μπολσεβίκων. Σε αντίθεση με όλες τις άλλες επαναστάσεις, η διαφορά της Οκτωβριανής θεωρείται οτι βρίσκεται στην κατάργηση κάθε εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, καθώς επίσης και κάθε μορφής κοινωνικής και εθνικής καταπίεσης και ανισότητας. Με βάση αυτή την επίσημη ιστορική εκδοχή της ΕΣΣΔ, οι γενικές νομοτέλειες της Επανάστασης θεωρείται οτι βρήκαν αργότερα τη λαμπρή επαλήθευση τους στην πείρα των άλλων χωρών οπου νίκησαν οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις και άρχισε η οικοδόμηση του σοσιαλισμού. [17]
 Αντίστοιχα, και οι ιστορικοί της δύσης χωρίστηκαν σε 2 στρατόπεδα: σε εκείνους που έβλεπαν με συμπάθεια την Ε.Σ.Σ.Δ και σε εκείνους που είχαν στάση εχθρική. Στις μεταξύ τους διαμάχες, η συζήτηση σε σχέση με τις αιτίες επικράτησης των μπολσεβίκων κατείχε θέση περίοπτη.[18]
   Μετά το β’ παγκόσμιο, οι μαρξιστές ιστορικοί( Carr, Cristorher Hill), βασισμένοι πιο πολύ σε ένα μηχανιστικό μαρξισμό, απομονώνουν στην ανάλυση τους την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και υπο αυτό το πρίσμα εξετάζουν τη σοβιετική κοινωνία και τη θέση της Ε.Σ.Σ.Δ στο παγκόσμιο σύστημα. H μεταπολεμική ανάπτυξη και η, έστω και αντιφατική, σταθεροποίηση της ΕΣΣΔ, ταυτόχρονα με τη μετασταλινική φάση του σοβιετικού κράτους, συντελούν στην επαναφορά της θέσης για το αναπόφευκτο της νίκης των μπολσεβίκων. Έτσι, τονίζεται η μαζική δράση των μαζών στα γεγονότα του ΄17, η αποφασιστική πίεση που ασκήθηκε στους μετριοπαθείς σοσιαλιστές, η δύναμη και η ταξική σύνθεση του μπολσεβίκικου κόμματος. Tις δεκαετίες του ΄60 και του ’70 ένας σημαντικός αριθμός δυτικών ιστορικών αντιμετωπίζουν με συμπάθεια τις εξελίξεις στην ΕΣΣΔ και επιδιώκουν να τοποθετηθούν απέναντι στα γεγονότα πιο αντικειμενικά από ότι οι ιστορικοί του ψυχροπολεμικού κλίματος. Το  ’70 το κύρος του προσώπου και του ιστορικού ρόλου του Λένιν αυξάνεται, ενώ δίνεται μεγαλύτερη σημασία στα έργα των σοβιετικών ιστορικών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1988, λίγο δηλαδή πριν τα μεγάλα γεγονότα που θα ακολουθούσαν, οι σοβιετικοί ιστορικοί επισημαίνουν με ικανοποίηση τις θετικές αλλαγές που είχαν σημειωθεί τις δυο προηγούμενες δεκαετίες στη δυτική ιστοριογραφία αναφορικά με τα γεγονότα του ’17. [19]  Δεν λείπουν βέβαια και προσπάθειες για μια  δημιουργική ανανέωση του μαρξισμού ως προς τη μελέτη και τη σημασία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Για τον Eric Hobsbawm, η Οκτωβριανή Επανάσταση είχε πιο βαθιές και μεγάλες συνέπειες ακόμα και από την Γαλλική,  καθώς οι πρακτικές συνέπειες του ’17 ήταν πολύ μεγαλύτερης έκτασης και διάρκειας από αυτές του 1789. Για τον μεγάλο αυτό μαρξιστή ιστορικό, η Οκτωβριανή Επανάσταση παρήγαγε αναμφισβήτητα το πιο εκπληκτικά οργανωμένο επαναστατικό κίνημα στη σύγχρονη ιστορία. Τονίζει, επίσης, πως η επανάσταση δεν έγινε για να φέρει την ελευθερία και το σοσιαλισμό στη Ρωσία, αλλά για να φέρει την παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση. Για τον Λένιν και τους συντρόφους του, η νίκη του μπολσεβικισμού στη Ρωσία αποτέλεσε μια μάχη στην εκστρατεία για την παγκόσμια επικράτηση του κομμουνισμού.[20] Όπως ο ίδιος ο μπολσεβίκος ηγέτης τόνιζε, η σημασία ήταν όχι μόνο τοπική, όχι μόνο εθνικά ειδική, αλλά διεθνής. Αυτό που έπρεπε να λαμβάνεται υπ’οψιν ήταν η ιστορική αναγκαιότητα επανάληψης της Επανάστασης σε διεθνή κλίμακα.[21] Ο Ζαν Ελλενστέϊν, στο βιβλίο του ‘Ιστορία της ΕΣΣΔ, διατυπώνει τη θέση ότι ΄΄ δεν υπάρχει τίποτα πιο εσφαλμένο και τίποτα πιο αντίθετο προς την ιστορική αλήθεια από το να θεωρεί κανείς την εξέγερση σαν απλό πραξικόπημα. Οι μπολσεβίκοι έχουν την υποστήριξη των μαζών, τους υποστηρίζουν δηλαδή οι εργάτες, οι στρατιώτες και οι αγρότες.[22]
      Από την άλλη πλευρά, μέσα στις συνθήκες του ψυχρού πολέμου, αναβιώνει η μυθολογία του οκτωβριανού πραξικοπήματος και του Λένιν ως οργανωτή πραξικοπημάτων. Η νικη των μπολσεβίκων αποδίδεται στην αφαίρεση κάθε ελευθερίας και στην απαγόρευση της ύπαρξης άλλων κομμάτων. Η γενικευμένη αναταραχή που επικρατούσε στη χώρα και η αποτυχία ανταπόκρισης των δημοκρατικών κομμάτων ήταν τα στοιχεία που επέτρεψαν στους μπολσεβίκους με το συγκεκριμένο πρόγραμμα τους και την πολιτική τους αυτοπεποίθηση να υπερισχύσουν  H σοβιετική κοινωνία περιγράφεται ως ολοκληρωτική και η Οκτωβριανή Επανάσταση θεωρείται ως η έναρξη μιας εποχής επιβολής ενός πολιτικού προγράμματος με τη βια.  Ο βραβευμένος με νόμπελ λογοτεχνίας το 1970  και συγγραφέας με μεγάλη επιρροή Σολτζενίτσιν, στο έργο του ‘αρχιπέλαγος των γκούλακ’ χαρακτηρίζει όχι μόνο τη σταλινική περίοδο αλλά και την περίοδο της Οκτωβριανής επανάστασης σαν μια εποχή θεσμισμένης κόκκινης τρομοκρατίας, την οποία επέτρεπε η απουσία κάθε νόμου και νομιμότητας. Υποστηρίζοντας και αυτός με τη σειρά του πως η Ρωσία ήταν ανώριμη για επανάσταση, θεωρεί πως για όλα φταίει ο ιδεολογικός φανατισμός, εξισώνοντας τους μπολσεβίκους με τους γιακωβίνους, τους φασίστες, τους  ιεροεξεταστές κτλ.[23]
       Το ρεύμα αυτό ενισχύεται φυσικά αποφασιστικά από το ’90 και μετά. Η καταπιεστική φύση του τσαρικού καθεστώτος υποβαθμίζεται, ενώ προβάλλεται η εικόνα μιας ειδυλλιακής προεπαναστατικής ζωής, μιας πολύ δυναμικά ανερχόμενης οικονομικά πολυεθνοτικής αυτοκρατορίας. Στο ντοκιμαντέρ ‘Η Ρωσία που χάσαμε’,το οποίο προβλήθηκε στη ρωσική τηλεόραση το1991, παρουσιάζονται σκηνές αγροτών να δουλεύουν χαρούμενα στους αγρούς, καθώς και γιγάντια εργοστάσια, ενώ μια ενενηντάχρονη γυναίκα αναφέρεται στο πόσο καλά ζούσαν οι άνθρωποι πριν την Επανάσταση. Σε αντίθεση με την σοβιετική θέση ότι η Ρωσία πριν το 1917 ήταν μια χώρα χωρίς υποδομές και πολιτισμό, δίνεται τώρα βαρύτητα στις προόδους της ρωσικής κοινωνίας από το 1880 και μετά και στη βάση αυτή στηρίζεται η εκτίμηση ότι αυτό που ήταν αναγκαίο ήταν όχι μια Επανάσταση αλλά η συνέχιση μιας ειρηνικής μεταρρυθμιστικής εξέλιξης. Επανέρχεται, δηλαδή, κατά κάποιο τρόπο, η παλία μενσεβίκικη θέση του Rafael Abramovich ότι η Ρωσία τις παραμονές του πολέμου βρισκόταν στο δρόμο της εξέλιξης προς ένα σύγχρονο δημοκρατικό κράτος. Αν ο πόλεμος δεν είχε μεσολαβήσει, θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί ειρηνικά, μέσα από τις πιέσεις του ανερχόμενου εργατικού κινήματος, τη φιλελεύθερη μεσαία τάξη και τους διανοούμενοους-αρκετοί ρώσοι ιστορικοί κατά το διάστημα ΄89-91 επέστρεψαν στις βασικές θέσεις των μενσεβίκων και υποστήριξαν πως ήταν αυτοί και όχι οι μπολσεβίκοι που είχαν εκτιμήσει με πιο ορθό τρόπο τα πράγματα. Σε διάφορα ιστορικά έργα της δεκαετίας του ’90 (πχ. Richard Pipe, Martin Malia) υιοθετείται η άποψη πως η Οκτωβριανή Επανάσταση υπήρξε μια μνημειώδης αποτυχία και ότι το βασικό ερώτημα προς διερεύνηση ήταν γιατί ένα τέτοιο αυταρχικό και εύθραυστο καθεστώς κατάφερε να διατηρήσει την εξουσία για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα και να κερδίσει με το μέρος του τόσο μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Σε κάποια από αυτά τα έργα υποστηρίζεται επίσης πως αιτία της καταστροφής δεν ήταν η οικονομική και κοινωνική καθυστέρηση της Ρωσίας αλλά οτι η ίδια η ιδέα του σοσιαλισμού ήταν η ιδανική προϋπόθεση για μια πορεία προς τον ολοκληρωτισμό. Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε ότι τα επιχειρήματα αυτά είχαν σαν βάση την εκτίμηση πως η Επανάσταση υπήρξε συνολικά αποτυχημένη  σε σχέση με αυτό που οι ηγέτες της ήθελαν να πετύχουν και ότι ναρκοθέτησε τις δυνατότητες ενός καλύτερου μέλλοντος για τη χώρα. Εχει διατυπωθεί μάλιστα η άποψη ότι σε πολλά σημεία η σοβιετική εμπειρία ενέπνευσε και δίδαξε τον Χίτλερ.  Παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές  στην ιστοριογραφία, η δυναμική των κοινωνικών εξελίξεων και οι συνέπειες της κατάρρευσης επαναφέρουν σε κοινωνικό επίπεδο στερεότυπα. Οι μπολσεβίκοι ταυτίζονται με το απόλυτο κακό, αποδίδεται σε αυτούς η ολοκληρωτική καταστροφή της ρωσικής κοινωνίας και του ρωσικού πολιτισμού, γίνονται αντιληπτοί όχι ως ρώσοι αλλά ως ξένοι που μισούσαν τη Ρωσία και αποσκοπούσαν στον αφανισμό της. Σε αυτά τα πλαίσια, δεκάδες άρθρα και βιβλία πραγματεύονται το ποσοστό των εβραίων στην ηγεσία του μπολσεβίκικου κόμματος, φτάνοντας μέχρι το σημείο να ερευνούν ποιοι από όσους δεν ήταν εβραίοι είχαν όμως εβραίες συζύγους. [24]
       Παράλληλα, από  τη δεκαετία του ’80 και μετά, αρχίζει να σημειώνεται στροφή στην ιστοριογραφία της ΕΣΣΔ, με εμφανείς μεταμοντέρνες επιδράσεις.( Acton κ.α) Για διάφορους ιστορικούς, στο χώρο κυρίως της κοινωνικής και πολιτισμικής ιστορίας, το σοβιετικό κράτος πάυει να αντιμετωπίζεται σαν ενιαία  δομή και αναζητούν τις εσωτερικές διαφοροποιήσεις και πολλαπλότητες που συναποτελούν το σοβιετικό οικοδόμημα. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη μελέτη των διαφόρων κοινωνικών ομάδων και στη μελέτη των μη μητροπολιτικών περιοχών, πέρα δηλαδή από την Αγ. Πετρούπολη και τη Μόσχα κατά τη διάρκεια των επαναστατικών γεγονότων. Οι ιστορικοί αυτοί θεωρούν ότι οι προηγούμενες απόπειρες δε διεισδύουν στις πολύπλοκες διαστάσεις της σοβιετικής πραγματικότητας και γι’αυτό διερευνούν τα διαφορετικά ρεύματα και εντάσεις της σοβιετικής κοινωνίας, όπως για παράδειγμα τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο και τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα οικονομικά και στα πολιτικά συμφέροντα και προτεραιότητες.[25] Επιστρατεύονται τα όπλα της αποδόμησης, της ερμηνευτικής, της μελέτης της κοινωνικής και ατομικής μνήμης. Με αυτούς τους όρους, η Επανάσταση μετονομάζεται σε Ρωσική (και για αναρχικούς ιστορικούς),* εξετάζεται με βάση δυναμικές αντιθετικών τάσεων, στην ανάλυση συνεκτιμώνται η τυχαιότητα, το μη προβλεπόμενο και το υποκειμενικό.[26] Η Επανάσταση  εξετάζεται ως κορύφωση πολλών αντιθετικών στοιχείων σε μια από τις πολλές πιθανές εκδοχές.
 Χαρακτηριστική είναι ως προς αυτό η αμφισημία του ίδιου του όρου επανάσταση στη σημερινή Ρωσία. Αποσπασμένη από τα ιστορικά συμφραζόμενα, τις εννοιολογικές νοηματοδοτήσεις στο χρόνο και την ταξική πραγματικότητα, επιχειρείται η έννοια της ‘επαναστατικής μετάβασης’ να περιγράψει όχι το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, αλλά από τον λεγόμενο υπαρκτό σοσιαλισμό στην οικονομία της αγοράς.
      Αν η ιστορία αποτελεί πεδίο ανταγωνισμών και διαφορετικών ερμηνειών του παρελθόντος, η ξεχωριστή συμβολική, ιστορική και κοινωνική σημασία του Οκτώβρη εντείνει στο έπακρο την παραπάνω διαπίστωση στην περίπτωση αυτή. Είναι γεγονός ότι η μεταβολή του παρόντος οδηγεί στη μεταβολή των ερμηνειών του παρελθόντος, που κάθε φορά προσδιορίζονται από την κυρίαρχη κοινωνική πραγματικότητα. Η ενατένιση του παρελθόντος είναι αδύνατον να αποσπαστεί από τις ανάγκες του παρόντος και τις προσδοκίες του μέλλοντος.[27] Την ίδια στιγμή όμως, η μελέτη της Οκτωβριανής Επανάστασης δε μπορεί να επιχειρηθεί χωρίς  τη μελέτη του τρόπου με τον οποίο οι κοινωνίες αλλάζουν, χωρίς την αναζήτηση των φαινομένων της κοινωνικής εξέλιξης. Δεν είναι δυνατόν πάντα να γίνουν τα πάντα. Έρχονται κάποιοι καιροί, κάποιες στιγμές, που δεν είναι ίδιες με άλλες στιγμές της ιστορίας. Ο ιστορικός χρόνος δεν είναι ομοιογενής και ευθύγραμμος, έχει πολλές στροφές και πολλές παλινδρομήσεις.  Παράλληλα όμως, η ιστορία δεν είναι ένα σκόρπιο συνοθύλευμα που δε μπορεί να διερευνηθεί. Υπάρχει δυνατότητα διερεύνησης με μια ιστορική μέθοδο που θα μπορεί να εξάγει τη διαλεκτική της συγκεκριμένης ιστορίας, που είναι πάντα μια ιστορία αντιφατική. [28]  Για τη μαρξιστική προσέγγιση, στην ιεράρχηση των κοινωνικών επιπέδων εκείνα που αναφέρονται στις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής είναι πρωταρχικά. Σε αυτή τη βάση, η ιεράρχηση των επιπέδων είναι απαραίτητη καθώς έτσι μόνο είναι δυνατόν να εξηγηθεί γιατί η ιστορία έχει κάποια ορισμένη κατεύθυνση. Βασικό χαρακτηριστικό της ιστορικής σκέψης του Μάρξ είναι όχι μια κοινωνιολογική ή μια στενά οικονομική αντίληψη, αλλά η ταυτόχρονη παρουσία τους.[29]
    Σε κάθε περίπτωση βέβαια, ο Οκτώβρης δεν αποτελεί απλά αντικείμενο ιστορικής αποτίμησης, ούτε μπορεί η νίκη και ο μετέπειτα εκφυλισμός και η τελική ήττα να συμψηφίζονται και η επαναστατική σημασία του τελικά να μηδενίζεται


[1] P. Corrigan, H. Ramsay, D. Sayer, 1981. Bolshevism and the USSR. New Left Review Ι/125, σ. 8
[2] Α. Διάλλα, 2007. Ιστοριογραφία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Στο Η Επανάσταση του ’17 και ο Λένιν. Ε Ιστορικά 2007, σ. 128
[3] P. Corrigan, H. Ramsay, D. Sayer, 1981. Bolshevism and the USSR. New Left Review Ι/125, σ. 2-3
[4] P. Noutsos, 1999. The October Revolution and the National Question.  Στο Επιστημονική Επετηρίδα του τμήματος ΦΠΨ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Τόμος ΚΗ΄. Ιωάννινα: Δωδώνη 1999, σ. 13
[5] Π. Σουήζυ, 1977. Ο σύγχρονος Καπιταλισμός και άλλα Δοκίμια. Αθήνα: Μπουκουμάνη, σ. 194
[6] Μ. Ferro, 1973. Η Ρωσική Επανάσταση. Στο R. Romano (επιμ) 1973. Ιστορία των Επαναστάσεων, Οι Σοσιαλιστικές Επαναστάσεις Τόμος ΙΙΙ. Αθήνα: Ακμή, σ. 169
[7] Ε. Hobsbawm, 1999(γ΄έκδοση). H Εποχή των Άκρων, ο Σύντομος 20ος Αιώνας. Αθήνα: Θεμέλιο, σ. 115
[8] Μ. Ferro, 1973. Η Ρωσική Επανάσταση. Στο R. Romano (επιμ) 1973. Ιστορία των Επαναστάσεων, Οι Σοσιαλιστικές Επαναστάσεις Τόμος ΙΙΙ. Αθήνα: Ακμή, σ. 172
[9] Ε. Hobsbawm, 1999(γ΄έκδοση). H Εποχή των Άκρων, ο Σύντομος 20ος Αιώνας. Αθήνα: Θεμέλιο, σ. 85,94,97
[10] Ε. Hobsbawm, 1969. Problems of Communist History. New Left Review I/54, σ. 1
[11] Μ. Ferro, 1973. Η Ρωσική Επανάσταση. Στο R. Romano (επιμ) 1973. Ιστορία των Επαναστάσεων, Οι Σοσιαλιστικές Επαναστάσεις Τόμος ΙΙΙ. Αθήνα: Ακμή, σ. 178
[12] Α. Γκράμσι. Το Κίνημα των Εργοστασιακών Συμβουλίων στο Τουρίνο. Στο Άρθρα για την Αυτοδιαχείριση. Αθήνα: Ανδρομέδα, σ. 17
[13] Α. Διάλλα, 2007. Ιστοριογραφία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Στο Η Επανάσταση του ’17 και ο Λένιν. Ε Ιστορικά 2007, σ. 125-126
[14] Θ. Λιακόπουλος( επιμ), 1987. Λενινιστικές Αλήθειες. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ. 218
[15] Λ. Τρότσκι, 1997. Τα Διδάγματα του Οκτώβρη. Αθήνα: Εργατική Δημοκρατία, σ. 17,19,78
[16] Α. Διάλλα, 2007. Ιστοριογραφία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Στο Η Επανάσταση του ’17 και ο Λένιν. Ε Ιστορικά 2007, σ. 127
[17] Ι.Ι Μίντς( επιμ) 1981. Παγκόσμια Ιστορία, Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ. Αθήνα: Μέλισσα, σ. 73-76
[18] J. Claydon, 2002. Changing Interpretations of Soviet Russia. History Review December 2002, σ. 29
[19] W. Laqueur, 1994. The Dream that Failed. Reflections on the Soviet Union. New York Oxford: Oxford Universtity Press, σ. 43,44,46,47
[20] Ε. Hobsbawm, 1999(γ΄έκδοση). H Εποχή των Άκρων, ο Σύντομος 20ος Αιώνας. Αθήνα: Θεμέλιο, σ. 80-81
[21] Ι.Ι Μίντς( επιμ) 1981. Παγκόσμια Ιστορία, Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ. Αθήνα: Μέλισσα, σ. 77
[22] Ζ. Ελλενστέϊν, 1976. Ιστορία της ΕΣΣΔ,τόμος α΄. Αθήνα: Θεμέλιο, σ. 127
[23] Ε. Mandel, 1974. Solzhenitsyn, Stalinism and the October Revolution. New Left Review I/86, σ. 2,4,5
[24]   W. Laqueur, 1994. The Dream that Failed. Reflections on the Soviet Union. New York Oxford: Oxford Universtity Press, σ. 28,32,35,38,39
[25] J. Claydon, 2002. Changing Interpretations of Soviet Russia. History Review December 2002, σ. 30
[26] Α. Διάλλα, 2007. Ιστοριογραφία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Στο Η Επανάσταση του ’17 και ο Λένιν. Ε Ιστορικά 2007, σ. 131
[27] Α. Λιάκος, 2007. Πώς το παρελθόν γίνεται ιστορία; Αθήνα: Πόλις,σελ. 166,179,185
[28] Θ. Κουτσουμπός. Μαρξισμός και Ιστορία. www.politikokafeneio.com
[29] E. Hobsbawm, 1981. H Συμβολή του Καρόλου Μάρξ στην Επιστήμη της Ιστορίας. Αθήνα: ΕΜΝΕ-μνήμων, σ. 18,24,25

1 σχόλιο:

Prolet Connect είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

πόσοι μας διάβασαν: