Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009

Emilio Gentile Φασισμός, ιστορία και ερμηνεία

Κώστας Παλούκης,
Παρουσίαση
Η μελέτη και η κατανόηση του φασιστικού φαινομένου και ευρύτερα των ολοκληρωτισμών του 20ου αιώνα είναι μια συζήτηση που στην Ευρώπη έχει ένα βάθος 50 ετών. Εδράζεται στην προσπάθεια του Ευρωπαϊκού Δυτικού κόσμου να συλλάβει, να κατανοήσει και να διαχειριστεί τη μεγάλη αυτή σκιά που σκεπάζει το είδωλο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ένα είδωλο που ως αυτοεικόνα του ανώτερου λευκού αρσενικού έχει πολυλατρευτεί από τους Ευρωπαίους και Βορειοαμερικανούς μέχρι και την περίοδο του μεσοπολέμου, έχει αποτελέσει το κεντρικό όχημα που οδήγησε στον Β΄ Π. Πόλεμο, για να αποδομηθεί από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα. Προκαλώντας ποικίλους αφορισμούς, εντάσεις και συγκρούσεις, αναθεωρητισμούς και καταγγελίες για αναθεωρητισμό, η κουβέντα αυτή ξανανοίγει μετά το 1989, μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του "υπαρκτού σοσιαλισμού" και την χρεωκοπία του παραδοσιακού κομμουνισμού. Το βιβλίο του Emilio Gentile Φασισμός, ιστορία και ερμηνεία που μεταφράστηκε από τις εκδόσεις Ασίνη, συγκεντρώνοντας τόσο την πρόσφατη όσο και την παλαιότερη συζήτηση, επαναφέρει τη διάκριση των ολοκληρωτισμών, προσπαθεί να αποσαφηνίσει τα όρια και να ιστορικοποιήσει τα φαινόμενα εστιάζοντας στον ιταλικό φασισμό.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο επιχειρεί να απαντήσει στα κομβικά ερωτήματα αυτού του ευρύτερου προβληματισμού. Αντικρουόμενες απόψεις για τον τόπο και τη χρονολογία γέννησης του φασισμού, για το εάν συνιστά ένα αυτόνομο πολιτικό κίνημα ή είναι επιδερμική έκφραση και απόρροια άλλων, όπως η αντιπρολεταριακή αντίδραση της αστικής τάξης, αλλά και η χρεωμένη σε αυτόν "απόλυτη ιστορική αρνητικότητα" οδηγούν σύμφωνα με τον Gentille σε μια στέρηση της διακριτής ύπαρξής του. Ταυτόχρονα, άλλοι ερευνητές αμφισβητούν συνολικά την ύπαρξη οποιουδήποτε είδους ολοκληρωτισμού καταλήγοντας να αποφασιστικοποιούν τον φασισμό. Έτσι, ο ιταλικός φασισμός μορφοποιείται σε ένα γεγονός περισσότερο κωμικό παρά τραγικό, ένα είδος θεατρινίστικης φάρσας συλλογικής υποκρισίας που παιζόταν για είκοσι χρόνια από τους Ιταλούς κάτω από τη σκιά μιας προσωπικής δικτατορίας ήπια αυταρχικής, που γενικά δεν θα έκανε μεγάλη ζημιά στην Ιταλία αν δε διαφθειρόταν από τη ναζιστική Γερμανία, που την μπόλιασε με το ρατσισμό και τον αντισημιτισμό και την οδήγησε στην καταστροφή. Υποβαθμίζεται σε "μουσολινισμό" εκκενωμένο από τους ίδιους τους φασίστες. Απέναντι σε αυτήν την πολύπλευρη "αποδόμηση" του φασιστικού φαινομένου ο συγγραφέας δηλώνει ότι "προτίθεται να αποκαταστήσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του φασισμού παρουσιάζοντάς τον χωρίς δαιμονοποιήσεις και χωρίς επιείκεια, όπως υπήρξε ιστορικά, δηλαδή ως ένα πολιτικό φαινόμενο σύγχρονο, εθνικιστικό, επαναστατικό, ολοκληρωτικό, ρατσιστικό και ιμπεριαλιστικό, αποφασισμένο να καταστρέψει το δημοκρατικό και φιλελεύθερο πολιτισμό, προτεινόμενο ως ριζοσπαστική εναλλακτική στις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας", όπως αυτές διαμορφώθηκαν από την εποχή του Διαφωτισμού και της δημοκρατικές επαναστάσεις των προηγούμενων αιώνων. Απέναντι στις απόψεις που αναζητούν εναγωνίως πρωτοφασισμούς, ο Gentille επιμένει σταθερά ότι οι συνθήκες γέννησης και επιτυχία του φασισμού δημιουργήθηκαν αποκλειστικά κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τόσο ως αποτέλεσμα του ίδιου του πολέμου όσο και ως αποτέλεσμα των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών και ηθικών αναταραχών που προκάλεσε ο πόλεμος. Αυτά ήταν η ίδια η εμπειρία του πολέμου που αναζωπύρωσε τον εθνικισμό αναπτύσσοντας ένα λόγο "για λειψή νίκη" και η αντίδραση απέναντι στα επαναστατικά και κομμουνιστικά κινήματα που αμφισβήτησαν συνολικά το ιταλικό έθνος. Σύμφωνα με τον ίδιο, η "έννοια του "πρωτοφασισμού" επιβλήθηκε εξαιτίας μιας "ανάποδης" ανάγνωσης της ιστορίας, μια ανάγνωσης εξαρτόμενης πάντα από ένα τελεολογικό στερεότυπο που προανήγγειλε την αναπόφευκτη πολιτική έκβαση συγκεκριμένων πολιτιστικών ρευμάτων". Αντιπαρέρχεται τις ερμηνείες που βλέπουν τον φασισμό ως αίρεση του μαρξισμού, ως ατελούς κομμουνισμού, ως αδελφού-εχθρού του λενινισμού και του σταλινισμού, και άλλες παρόμοιες ιδεολογικές συγγένειες, που ανάγονται στο γενεαλογικό δέντρο του ιακωβινισμού, υποτιθέμενη μήτρα όλων των ολοκληρωτισμών. Αρνείται την ύπαρξη ενός αιώνα του φασισμού ή ενός διεθνούς φασισμού κάνοντας λόγο για κινδύνους που εγκυμονεί ένας "φασισμός γενικής χρήσης", ο οποίο ταξινομεί κάτω από μια κοινή ταμπέλα εντελώς διαφορετικά έως εχθρικά μεταξύ τους ρεύματα. Το φαινόμενο του φασισμού γεννήθηκε στην Ιταλία (μαζί του γεννήθηκε και ο ολοκληρωτισμός), μέσα στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες και το ορίζει επακριβώς με βάση τα ιστορικά στοιχεία του ιταλικού φασισμού. Περιγράφει τον φασισμό ως αντι-ιδεολογία που καταλήγει σε μια ιδεολογία, μια ιδεολογία πάνω απ' όλα του κράτους. Ως τέτοιος ήταν ταυτόχρονα "το αντίθετο της κομμουνιστικής ιδεολογία, που είναι ιδεολογία της κοινωνίας στο βαθμό που στοχεύει στην πραγματοποίηση μιας κοινότητας ελεύθερων και ίσων ανθρώπων. Ο φασισμός, αν και αντιλήφθηκε τη σημασία των μαζών στη σύγχρονη κοινωνία, δεν ήταν μια ιδεολογία μαζών γιατί δεν αναγνώριζε σε αυτές το δικαίωμα και την ικανότητα να εκφράζουν πολιτικές ιδέες καθώς και να κυβερνώνται μόνες τους σύμφωνα με τις αρχές της ισότητας και της ελευθερίας". Για αυτό το λόγο, καταλήγει ο συγγραφέας, ο φασισμός όχι μόνο δεν είναι ιδεολογικό παιδί της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά η ίδια η απόρριψή της. Στη συνέχεια, πραγματεύεται το ερώτημα κατά πόσο ο ο φασισμός ήταν μια επανάσταση. Ο ίδιος απαντώντας καταφατικά θεωρεί μάλιστα το ζήτημα λυμένο και αρκετά μελετημένο. Είναι η επανάσταση των μικροαστικών και μεσαίων τάξεων, συμφωνώντας μεταξύ άλλων και με την ανάλυση του Πουλαντζά, που επιδιώκουν ένα νέο κράτος. Το γεγονός ότι τα αποτελέσματα της επανάστασης είναι αναντίστοιχα του στόχου δεν αναιρεί την επαναστατική φυσιογνωμία του φασισμού, αφού ούτε ακόμη και σε αυτήν την Γαλλική Επανάσταση δεν υπήρξε μια καθολική ρήξη με το παρελθόν, αλλά ούτε και στην οκτωβριανή επανάσταση, ο στόχος πραγματοποιήθηκε. Στο σημείο αυτό επιχειρεί μια ερμηνεία της ήττας του οράματος του Λένιν για την αυτοκυβέρνηση της κοινωνίας, βασισμένος σε μια ανάλυση προερχόμενη μάλλον από τον Παρέττο, η οποία θέλει τελικά οι μάζες να μην μπορούν να ακολουθήσουν την πρωτοπορία, να αδιαφορούν και να μην πολιτικοποιούνται, ώστε να αναλαμβάνουν τον ρόλο που ήθελε να τους προσδώσει η μπολσεβίκικη ηγεσία. Οπότε αναγκαστικά ο Λένιν χρησιμοποίησε τα εργαλεία του προηγούμενου καθεστώτος. Αρνείται το διαχωρισμό του μουσολινισμού από τον φασισμό, αν και διαβλέπει στοιχεία σύγκρουσης μεταξύ των δύο αυτών. Αυτή τη σύγκρουση θα πραγματώνεται τελικά στη σχέση φασιστικού κόμματος και φασιστικού κράτους. Για τον Gentille, ο φασισμός είναι μια καθαρή πολιτική θρησκεία με δικά της μυστικιστικά και λατρευτικά σύμβολα, βασισμένη στον ανορθολογισμό και τις τελετουργίες και τους μύθους δημιουργώντας μια κοσμικού τύπου θρησκευτική λειτουργία. Η καλύτερη πραγμάτωση αυτής της μυστικιστικής λειτουργίας λάμβανε χώρα τη στιγμή της μέθεξης που βίωνε το πλήθος κατά την επαφή του με τον ηγέτη του. Στο σημείο αυτό αναφέρεται στο συμβιβασμό της εκκλησίας, αλλά και στις κριτικές που εμφανίστηκαν, αν και αργά σε αυτήν την παραβίαση της συμφωνίας που στην πραγματικότητα πέτυχε ο φασισμός δημιουργώντας μια νέα κοσμική λειτουργία. Επιχειρεί να διαπιστώσει το αποτέλεσμα του ανθρωπολογικού πειράματος των ιταλών φασιστών και του Μουσολίνι, δηλαδή τη φιλοδοξία τους να πραγματοποιήσουν μια "ανθρωπολογική επανάσταση" ώστε να δημιουργήσουν μια νέα ιταλική φυλή ηγεμόνων, κατακτητών και εκπολιτιστών. Αυτό το εγχείρημα της αναμόρφωσης και ο μύθος του Νέου Ιταλού του ολοκληρωτισμού θάφτηκε όμως κάτω από από τα ερείπια του ηττημένου ολοκληρωτικού κράτους. Καταλήγει στη σημαντική επισήμανση της νεοτερικότητας του ολοκληρωτισμού και του φασισμού, καθώς είναι ένα κίνημα που δεν θέλει να επιστρέψει στο παρελθόν, ακόμη και όταν έχει πρότυπο τη ρωμαϊκότητα. Αντίθετα, θέλει να δημιουργήσει μια νέα ρωμαϊκότητα στο μέλλον, ονειρεύεται μια νέα κοινωνία, έναν νέο άνθρωπο, προϊόν της βιομηχανικής εποχής, που όμως θα έχει επιλύσει όλα τα προβλήματα που αυτή έχει επιφέρει. Αυτό δεν αθωώνει όμως τον φασισμό ούτε τον επενδύει με ένα θετικό πρόσημο ούτε τον αποκαθιστά, όπως κάποιοι επικρίνουν ότι τελικά πράττει ο Gentille με αυτές τις διαπιστώσεις του. Είναι αυτό, θα λέγαμε εμείς, που ο Jeffrey Herf στη μελέτη του για το ναζισμό όρισε ως "αντιδραστικό μοντερνισμό". Και πράγματι, ο φουτουρισμός υπήρξε θεμελιακό ιδεολογικό στοιχείο στον ιταλικό φασισμό και ο Gentille βασίζει την ερμηνεία του για τη φασιστική νεωτερικότητα πέρα από τον ίδιο το μοντερνικό λόγο των φασιστών και σε αυτήν την στενή και άρρηκτη σχέση ιταλικού φουτουρισμού και ιταλικού φασισμού.

1 σχόλιο:

ΜΖ είπε...

Μια ενδιαφέρουσα σύνοψη ενός ενδιαφέροντος συγγράμματος!

πόσοι μας διάβασαν: