Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009

Το αυτοκίνητο και η διαμόρφωση της σύγχρονης καπιταλιστικής βαρβαρότητας

Κώστας Παλούκης


Το 1939, ο Νόρμπερτ Ελίας, ένα γερμανός διανοούμενος της λεγόμενης Σχολής της Φρακφούρτης ή Σχολής της Κριτικής Θεωρίας, χρησιμοποίησε σε ένα πολύ σημαντικό βιβλίο, μεταφρασμένο στα ελληνικά ως «Η Εξέλιξη του Πολιτισμού», ένα πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα. «Ας σκεφτούμε,» γράφει, «τους ανώμαλους, άστρωτους, σκαμμένους από τη βροχή και τον αέρα δρόμους σε μιά απλή κοινωνία φυσικής οικονομίας. Η κίνηση είναι με ελάχιστες εξαιρέσεις μικρή. Ο βασικός κίνδυνος έχει τη μορφή πολεμικής η ληστρικής επιδρομής. Αν οι άνθρωποι κοιτάζουν γύρω τους, αν εξερευνούν με το βλέμμα τα δέντρα και τους λόφους ή και τον ίδιο τον δρόμο σ' όλο του το μήκος, το κάνουν κατά κύριο λόγο γιατί πρέπει κάθε στιγμή να είναι προετοιμασμένοι να δεχθούν κάποιαν ένοπλη επίθεση, και δευτερευόντως ή τριτευόντως για να μην πέσουν επάνω σε κάποιον.» Ο φόβος αυτός ενδίδει στις αυθόρμητες ορμές και στα πάθη, εντείνει την επιθετικότητα, ώστε τελικά η βιαιοπραγία να συνιστά ένα αναπόφευκτο και καθημερινό γεγονός. Έτσι, απελευθερώνονται τα ένστικτα του ηγεμόνα νικητή πολεμιστή που συνεχώς πρέπει σε κάθε στιγμή να αναμετριέται με το θάνατο ή την ολική καταστροφή. Η ζωή του συνεχώς ακροβατεί ανάμεσα στην απόλυτη νίκη ή την απόλυτη ήττα. Εξάλλου, οι άνθρωποι της παραδοσιακής κοινωνίας και φυσικής οικονομίας δε προγραμματίζουν τη ζωή τους μέσα από κάποια μακρόπνοα σχέδια και στόχους. Κυριαρχεί πάντα με έναν άμεσο τρόπο το στοιχείο της συνεχούς επιβίωσης. Αντίθετα, γράφει ο Ελίας, η ζωή στις λεωφόρους μιας μεγαλούπολης στην κοινωνία της εποχής μας απαιτεί μιάν άλλη εντελώς διαμόρφωση της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. «Εδώ, ο κίνδυνος να δεχθεί κανείς επίθεση από στρατιώτες ή ληστές είναι μειωμένος στο ελάχιστο. Αυτοκίνητα κινούνται πάνω – κάτω με ταχύτητα. Πεζοί και ποδηλάτες προσπαθούν να ελιχθούν μέσα σε όλον αυτόν τον συρφετό των αυτοκινήτων», τον οποίο προσπαθούν ρυθμίσουν αστυνομικοί και φανάρια. Και εδώ ο άνθρωπος πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή επαγρύπνιση, αλλά για να μη χάσει μέσα σε αυτήν την ανακατωσούρα τον αυτοέλεγχό του και θέσει τον εαυτό του και τους άλλους σε κίνδυνο. Εδώ πρέπει να χαλιναγωγήσει τα πάθη του και τις ορμές του, να σεβαστεί τις προτεραιότητες και τους κανόνες, για να βγει νικητής, δηλαδή να φτάσει στον προορισμό του, μέσα από την ισορροπία μιας εύρυθμης και πετυχημένης λειτουργίας του συστήματος.
Σκοπός του Ελίας με αυτό το παράδειγμα ήταν να δείξει ότι όσο πιο σύνθετες και πολύπλοκες είναι οι καθημερινές λειτουργίες των ανθρώπων, όσο πιο πολύ οι άνθρωποι εξαρτώνται στην καθημερινότητά τους από άλλους ανθρώπους τόσο περισσότερο εξαναγκάζονται να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους με μεγαλύτερη ομοιομορφία, την υποτάσσουν σε κανόνες ευπρέπειες και σεβασμού. Έτσι διαμορφώνεται ένας συνειδητός αυτοέλεγχος, ο οποίος έχει σκοπό να εμποδίζει παραβιάσεις αυτής της ευπρέπειας. Με αυτόν τον τρόπο μετασχηματίζεται η προσωπικότητα, ολόκληρος ο ψυχικός μηχανισμός, οι συνήθειες, οι πολιτισμικές πρακτικές του ανθρώπου. Η βία, η επιθετικότητα απωθούνται και αναδύεται έτσι ο «πολιτισμένος», ειρηνευμένος και εξευγενισμένος μοντέρνος άνθρωπος.
Αλήθεια, όμως, αν τα πράγματα στις μεγαλουπόλεις των ΗΠΑ στα 1939, που ζούσε ο Ελίας αυτοεξόριστος από το ναζιστικό καθεστώς, ήταν περίπου έτσι, σήμερα στις δικές μας μεγαλουπόλεις, εδώ στην Αθήνα, συνεχίζουν να είναι; Στην πόλη με τους μικρούς ή μεγαλύτερους αυτοκινητοδρόμους μπλοκαρισμένους και φρακαρισμένους, ο άνθρωπος αναζητά να υπερβεί προς ατομικό του όφελος αυτήν την κατεκτημένη ισορροπία των προηγούμενων εποχών του, να παρακάμψει και να παραβιάσει τους κανόνες συμπεριφοράς και ευπρέπειας, γιατί ακριβώς το εξευγενισμένο σύστημα δεν είναι αποτελεσματικό για τον ίδιο. Χρειάζεται να φανεί πιο έξυπνος και πιο μάγκας από τους άλλους, να βρει τον καλύτερο δρόμο, να μην παραχωρεί προτεραιότητα, να αδιαφορεί στις διασταυρώσεις, να οδηγεί γρήγορα και επιθετικά, επικίνδυνα, αδιάφορα για τους άλλους, να βρει εκείνος την θέση για παρκάρισμα, να αναδειχθεί αυτός ο νικητής και ο ηγεμόνας στους δρόμους απέναντι στους ηττημένους άλλους. Σε κάθε στενό αντιμετωπίζει τον κίνδυνο ο άλλος να φανεί πιο έξυπνος και πιο γρήγορος, να συγκρουστεί, να τραυματιστεί ή και να σκοτωθεί. Η οπτική ξαναεπιστρέφει στην άμεση επιβίωση του παρόντος, στην άμεση και γρήγορη νίκη, αδιαφορώντας για το σύνολο και για το αύριο. Ο «ειρηνευμένος άνθρωπος» μετατρέπεται σε έναν «πολεμιστή» που «κάθε φορά που γυρίζει το πανηγυρίζει» και κάθε φορά αυτό το πανηγύρι θέλει να είναι πιο μεγάλο. Οι ορμές και τα πάθη απελευθερώνονται και η αναζήτηση της νίκης, φετιχοποιείται, γίνεται αυτοσκοπός και μοναδική απόλαυση. Οι αυτοκαταναγκασμοί δεν είναι πλέον βιωμένοι, ενσωματωμένοι στην ψυχοσύνθεση ως μια φυσιολογική κανονική συμπεριφορά, αλλά βίαια επιβεβλημένοι από ένα σύστημα που δε λειτουργεί και δεν προσφέρει τίποτα. Ο άνθρωπος-οδηγός θέλει να τους υπερβεί, να απελευθερωθεί με κάθε τίμημα, ακόμη και σε βάρος των άλλων: στις γυναίκες (ας μην ξεχνάμε τον ρατσισμό που βιώνει η γυναίκα οδηγός), στους αδύνατους πεζούς γέρους και γριές, παιδιά, ποδηλάτες και μοτοσυκλετιστές, τους «διαμαρτυρόμενους αριστερούς που όλο κάνουν πορείες» και γενικά μίσος για τους άλλους. Μια τέτοια κουλτούρα αναζητά το πιο ογκώδες και επιβλητικό αυτοκίνητο, βλ. τζιπ, ως καλύτερο και πιο ταξικό εργαλείο (αφού νικά το μικρό Φιατάκι), σε αυτήν την καθημερινή μάχη. Αυτή η κουλτούρα επιβάλλει ως «ωραίο» την επιτυχία σε αυτό το άγριο παιχνίδι. Ο «πολιτισμένος» άνθρωπος επιστρέφει στην βαρβαρότητα. Και αυτή είναι η βαρβαρότητα του σύγχρονου άγριου ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η μόνη λύση να συντονίσουμε αυτά τα ατομικά ξεσπάσματα που κάνουν ακόμη πιο άγρια την κατάσταση, εντείνουν τον βάρβαρο ανταγωνισμό, σε μικρότερες ή μεγαλύτερες συλλογικές εκρήξεις, σε μια μεγάλη και δυνατή ρήξη, για να ξανακερδίσουμε τη ζωή μας και την ανθρωπιά μας. Τον τελευταίο καιρό η εμφάνιση μαζικών και αγωνιστικών Επιτροπών Αγώνα για τους ελεύθερους χώρους και το πράσινο από κατοίκους οι οποίοι διεκδικούν και απαιτούν μια καλύτερη ποιότητα ζωής στο σήμερα, είναι μένα πολύ ελπιδοφόρο φαινόμενο κινητοποίησης των "από κάτω". Γιατί δημιουργούν εκείνους ακριβώς τους αντιθεσμούς και προκαλούν εκείνην ακριβώς την δραστηριοποίηση της εργαζόμενης πλειοψηφίας και ιδιαίτερας της νέας εργατικής βάρδιας η οποία μπορεί να πάει πολιτικά κόντρα στους δημοτικούς και κρατικούς θεσμούς, στις ευρωπαϊκές, κυβερνητικές και δημοτικές πολιτικές και να επιβάλλει συνολικά μια άλλη κουλτούρα συμβίωσης που ενδεχομένως να δείξει τη δυνατότητα και το δρόμο για μια άλλη κοινωνία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: