Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

με αφορμή τον Μαζάουερ: η επιστροφή στο εμφυλιοπολεμικό κλίμα και το ζήτημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης



Του Κώστα Παλούκη

Στην πρόσφατη ομιλία του στο DEERE ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ εξέπληξε καθώς διατύπωσε μια αυτονόητη άποψη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι εχθρός της δημοκρατίας, η αναρχία δεν την απειλεί πραγματικά, ενώ ο πραγματικός κίνδυνος έρχεται από την άκρα δεξιά και συγκεκριμένα από την Χρυσή Αυγή. Ακόμη υποστήριξε ότι η θεωρία των άκρων ενέχει ένα επικίνδυνο λάθος. Έλκοντας την καταγωγή της από τη θεωρία του ολοκληρωτισμού, που αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, με σκοπό να ταυτίσει τον Χίτλερ με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, αγνόησε τις ιδεολογικές διαφορές των δύο καθεστώτων. Κατέληξε πως όλες οι δυνάμεις της ελληνικής Αριστεράς αποδέχονται πλήρως την κοινοβουλευτική δημοκρατία, ενώ ακόμα και οι καταληψίες δεν συνιστούν ανομία. Ακόμα και οι μορφές βίας που έχουν κάνει την εμφάνισή τους από το 2009, όπως οι επιθέσεις με μολότοφ, συνιστούν δευτερεύουσα απειλή για τη δημοκρατία. 
Η σαφής αυτή αποστασιοποίηση από διανοούμενους και δημοσιολόγους του παλαιού «δημοκρατικού κέντρου», δηλαδή την «κεντροαριστερά-κέντρο-κεντροδεξιά, φαίνεται πως ενόχλησε. Γιατί άλλο κύρος έχει να υποστηρίζει κάτι τέτοιο ένας αριστερός πανεπιστημιακός που θέλει το ελληνικό πανεπιστήμιο δεμένο στα «συντεχνιακά συμφέροντα» και άλλο ένας δημοκρατικός φιλελεύθερος πανεπιστημιακός  από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Πόσο δε να διακηρύσσεται μέσα στο πιο νεοφιλελεύθερο και αντιδραστικό «εκπαιδευτικό»-εμπορικό ίδρυμα της χώρας. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα ιδεολογικό και πολιτικό «άδειασμα» του προσκεκλημένου στους οικοδεσπότες του. Με ποδοσφαιρικούς όρους ήταν μάλλον ένα «αυτογκολ» των προωθητών της φασίζουσας προπαγάνδας για τον κίνδυνο από την άκρα αριστερά, προπαγάνδα που σαφώς ενισχύει τον αντικομουνισμό και κατ’ επέκταση τον φασισμό.
Η πρώτη αντίδραση ήρθε αμέσως μέσα στην αίθουσα. Ο Θάνος Βερέμης παίρνοντας τον λόγο ουσιαστικά εκλιπαρούσε τον Μαζάουερ να πει «κάτι δεξιό» μπας και σώσει την κατάσταση. Συγκεκριμένα τον κάλεσε να απαντήσει «με το χέρι στην καρδιά» στην ερώτηση εάν η αριστερά σέβεται πραγματικά τους νόμους (κάνοντας κάποιες αναφορές στο πανεπιστημιακό άσυλο). Ο Μαζάουερ απάντησε ότι «είναι μεγαλύτερο πρόβλημα η απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος από την αναβολή κάποιων μαθημάτων» και ότι γενικότερα δεν πιστεύει στην εξομοίωση όλων των μορφών της «ανομίας». Η θορύβηση ήταν τόσο μεγάλη για το άδειασμα του «γκουρού» από το «Αμέρικα» ώστε την «αποδόμησή» του Μαζάουερ ανέλαβαν όχι κάποια μικρά «παπαγαλάκια», αλλά οι ίδιοι οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης.  Πρώτος ο Γιάννης Πρετεντέρης έγραψε στο Βήμα για το λάθος του διαπρεπούς ιστορικού που μπερδεύτηκε με τις ιστορικές αναλογίες. Την σκυτάλη πήρε ο Σταύρος Θεοδωράκης στο protagon ο οποίος απαξίωσε τις απόψεις του Μαζάουερ. Κοινή συνισταμένη και των δύο είναι πως δε ζούμε στη δεκαετία του 1930 και ότι όλοι αυτοί οι ξένοι πανεπιστημιακοί και δημοσιογράφοι που μιλούν για φασιστικό κίνδυνο, υπερασπίζονται τους αντιφασίστες και δημιουργούν κλίμα εναντίον της δημοκρατικής Ελλάδας ζουν στον κόσμο τους.
Σε μια συνέντευξη στο Βήμα ωστόσο ο Μαζάουερ έδωσε κάποιες πιο ακόμη πιο ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Στην κρίσιμη παρατήρηση του δημοσιογράφου «ότι ο εμφύλιος πόλεμος στην πραγματικότητα δεν τέλειωσε ποτέ, ότι μεταλλασσόταν υπογείως, επιβίωσε και ξέσπασε στην παρούσα έκρυθμη συγκυρία» και στην ερώτηση αν «υπάρχει μια αναβίωση της εμφυλιοπολεμικής ρητορικής» ο Μαζάουερ απάντησε πως δεν είναι απλό να ειπωθεί ότι ο εμφύλιος πόλεμος δεν έληξε ποτέ στην πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, υποστήριξε πως «το θέμα σχετίζεται περισσότερο με τη διαχείριση αυτής της μνήμης και το γεγονός ότι έχει μετατραπεί σε μια βολική δεξαμενή άντλησης συμβόλων για τους ανθρώπους που ούτε έχουν προσωπικά βιώματα από εκείνη την εποχή ούτε γνωρίζουν και πάρα πολλά για αυτήν». Με άλλα λόγια δεν διαφώνησε πως το ρήγμα του εμφυλίου πολέμου, ακόμη και εάν έκλεισε κάποια στιγμή πολιτικά, δεν απωθήθηκε από τη συλλογική μνήμη. Αντίθετα, παραμένει ένα κεντρικό σημείο άντλησης συμβολικών αναφορών.
Εάν συνδέσει κανείς αυτήν την ερώτηση με το θέμα της εκδήλωσης στο Deree και τον κυρίαρχο λόγο της δημοσιολογίας, αντιλαμβάνεται ότι πρωτίστως τα αστικά «think tank» κατανοούν την σημερινή ιδεολογική και πολιτική αναμέτρηση ως μία επανάληψη του εμφυλίου πολέμου και του μεταπολεμικού ψυχροπολεμικού κλίματος. Πρωταγωνιστούν μάλιστα μαζί με την κυβέρνηση στην εμπέδωση αυτού ακριβώς του κλίματος σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Στην αριστερά ούτως ή αλλιώς αυτοί οι συμβολισμοί επικρατούσαν πάντα. Όμως έχει ένα ενδιαφέρον όταν ο Αλέξης Τσίπρας συνδέει την πρόκληση για μια «αριστερή κυβέρνηση» με την Βάρκιζα και την υποχωρητικότητα της τότε ηγεσίας του ΕΑΜ.
Ποια όμως μπορεί να είναι η αναλογία με την δεκαετία του 1940 πέρα από το αυτονόητο δηλαδή την ένοπλη σύγκρουση και την βία ή την διαπάλη για την εξουσία; Εάν διαβάσει κανείς το πρόγραμμα του ΕΑΜ για την αριστερή διακυβέρνηση, καταλαβαίνει πως δεν πρόκειται για κάποιο υπερεπεναστατικό σχέδιο κατάλυσης του καπιταλισμού. Στην πράξη ήταν ένα εκσυγχρονιστικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας βασισμένο πάνω στις «λαϊκές δυνάμεις» και το «αντιιμπεριαλιστικό πατριωτικό» κεφάλαιο. Ούτε βέβαια υποσχόταν την κήρυξη της χώρας σε σοβιετική δημοκρατία. Αντίθετα, προσδοκούσαν σε μια «νόμιμη» κατάληψη της διακυβέρνησης με κοινοβουλευτικό τρόπο. Μάλιστα, πολλά από τα στοιχεία αυτού το προγράμματος εφαρμόστηκαν με επιτυχία από τις καραμανλικές κυβερνήσεις. Μια πιο αποστασιοποιημένη προσέγγιση του εαμικού προγράμματος θα μπορούσε να υποστηρίξει πως οι καπιταλιστικές σχέσεις όχι μόνο δε θίγονταν, αλλά αντίθετα ενισχύονταν μέσα ένα πλαίσιο διευρυμένου εξορθολογισμένου κοινωνικού κράτους με στοιχεία κυρίως δυτικοευρωπαϊκού μοντέλου. Πράγματι, οι αριστεροί του ΕΑΜ περίμεναν ότι το παραδοσιακό αστικό σύστημα θα αναγνώριζε και θα αποδεχόταν αυτό το πλαίσιο, όπως έγινε στην Ιταλία και την Γαλλία ή με άλλους όρους στην Βρετανία. Το ΚΚΕ θα ήταν μεταπολεμικά ο εγγυητής του κοινωνικού κράτους. Η αριστερά προωθούσε ένα δίκαιο και καλό καπιταλισμό από τον οποία θα κέρδιζαν όλοι. Τίποτε παραπάνω! Αποδέχτηκαν την Βάρκιζα, εξωθήθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο, αλλά και εκεί ουσιαστικά δεν επιζητούσαν παρά την επιστροφή στην νομιμότητα, ακόμα και όταν κήρυσσαν την σοσιαλιστική επανάσταση. Για την κομμουνιστική αριστερά το κεντρικό ζήτημα στην Ελλάδα από το 1934 δεν ήταν ο σοσιαλισμός, αλλά η «αστικοδημοκρατική» τομή η οποία θα ερχόταν είτε με κοινοβουλευτικό είτε με επαναστατικό τρόπο.
Ποιο ήταν λοιπόν το πρόβλημα; Το πρόβλημα ήταν πως ο ελληνικός καπιταλισμός όπως διαμορφώθηκε στον μεσοπόλεμο μετά την ήττα του 1922 και εξελίχθηκε από τον 19οαιώνα απέκτησε μια πολύ συγκεκριμένη θέση μέσα στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και συγκεκριμένη θέση στην διεθνή ιμπεραλιστική αλυσίδα. Η ελληνική αστική τάξη αναπτύχθηκε υποτασσόμενη σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο και ανέπτυξε παραγωγικές και οικονομικές δραστηριότητες μόνο σε σημεία που επιτρέπονταν από τους διεθνείς οικονομικούς συσχετισμούς. Ο αγώνας της εργατικής τάξης για κοινωνικές κατακτήσεις ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με αυτόν τον διεθνή συσχετισμό δύναμης. Η ελληνική αστική τάξη η οποία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συνεργάστηκε με τον κατακτητή ή αποδέχτηκε την νέα της θέση μέσα στη γερμανική νέα τάξη, αλλά και η αστική τάξη που παρέμενε συνδεδεμένη με τον βρετανικό ιμπεριαλισμό κατανοούσαν εξίσου ως «αστική νομιμότητα» και ως μοναδικό τρόπο δικής της αναπαραγωγής και ηγεμονίας την υποταγή στον δυτικό ιμπεριαλιστικό άξονα. Η εαμική εξέγερση, ο ριζοσπαστισμός της, ο πλούτος της τα προοδευτικά, δημοκρατικά και κοινωνικά αιτήματά της δε θα μπορούσαν να συμβιβαστούν ούτε με τους αστούς του παλαιού καθεστώτος ούτε με τους αστούς του κατοχικού καθεστώτος. Η αστική τάξη δεν διέθετε κοινωνικές συμμαχίες, είχαν διαρραγεί. Το μόνο της στήριγμα ήταν ο «διεθνής παράγοντας». Και βέβαια η οικονομία θα ξαναστηνόταν μόνο μέσα στα πλαίσια των δυτικών πλαισίων.
Η ήττα στον Γράμμο και τον Βίτσι δεν επέφερε μια «υγιή» βιομηχανική και αγροτική ανασυγκρότηση στα πλαίσια μιας εύρυθμης δημοκρατίας και μιας ελεύθερης αγοράς. Αντίθετα, ανασυγκροτήθηκε ένα «πελατειακό κράτος» που βασίστηκε στις πιο ταξικές πλευρές της βενιζελικής και τρικουπικής παράδοσης με βάση τα χρήματα που προορίζονταν για την παραγωγική ανασυγκρότηση, δηλαδή του Σχεδίου Μάρσαλ. Τα χρήματα καταναλώθηκαν ως έναν βαθμό για «εκσυγχρονισμό» και ως έναν μεγάλο βαθμό χάθηκαν σε άλλες δραστηριότητες που βασίζονταν στην παραοικονομία. Διαμορφώθηκε μια είδους βιομηχανία και μια είδους αγροτική παραγωγή που βέβαια πολύ λίγο επαρκούσε να συγκριθεί με το «δυτικό μοντέλο» καθώς για άλλη μια φορά ανέπτυξε τομείς που τα «κενά» του διεθνούς καταμερισμού εργασίας και η θέση της ελληνικής οικονομίας σε αυτόν «επέτρεπαν».
Τόσο το ΠΑΣΟΚ του Αντρέα όσο και το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη στην πραγματικότητα υποσχέθηκαν ότι είναι σε θέση να εφαρμόσουν αυτήν την εκσυγχρονιστική υπόσχεση της αριστεράς. Για αυτόν τον λόγο κατάφεραν και παρέσυραν τμήματα από την βάση της αριστεράς όσο και από την ηγεσία της αριστεράς. Και οι δύο προσέφεραν την υπόσχεση της αναβάθμισης της θέσης της Ελλάδας και της ελληνικής αστικής τάξης στο νέο διεθνές ιμπεριαλιστικό πλέγμα που διαμορφωνόταν. Ο πρώτος ως περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ ο δεύτερος ως ιμπεριαλιστική περιφερειακή δύναμη στα Ανατολικά Βαλκάνια. Η πρόσδεση στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ δε θεωρήθηκαν εμπόδιο, αλλά όπλο σε αυτό το εγχείρημα. Στην πράξη δεν χτύπησαν την παραοικονομία, ενώ αποδέχτηκαν την διάλυση του παραγωγικού ιστού προσδοκώντας οφέλη από μια πιο στενή υποταγή στο ιμπεριαλιστικό κέντρο.
Το σημερινό αποτέλεσμα είναι ότι η ελληνική αστική τάξη είναι περισσότερο από ποτέ προσδεδεμένη στον διεθνή παράγοντα έχοντας διαρρήξει τις συμμαχίες με την κοινωνία. Ο οικονομικός παραγωγικός ιστός λειτουργεί μόνο στα πλαίσια που επιτρέπουν οι διεθνείς συσχετισμοί ενισχύοντας παράλληλα την παραοικονομία. Αυτή είναι η αναλογία με την δεκαετία του 1940. Πάνω σε αυτήν ακριβώς την αντίθεση στήνονται τα στρατόπεδα μεταξύ δεξιάς και αριστεράς. Η δεξιά πιάνοντας το νήμα από τον εμφύλιο υποστηρίζει πως η λύση της κρίσης είναι μεγαλύτερη και υπό χειρότερες συνθήκες και όρους υποταγή της κοινωνίας και της εργατικής τάξης στο ελληνικό και διεθνές κεφάλαιο ώστε να επέλθει «ανάπτυξη». Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται μια δημοκρατική λύση και μια νέα «παραγωγική συγκρότηση» βελτιώνοντας τους συσχετισμούς μέσα στην διεθνή ιμπεριαλιστική αλυσίδα, δηλαδή μέσα στην ΕΕ. Υπόσχεται «εξορθολογισμό» και «εκσυγχρονισμό» και κάποια στοιχειώδη του κοινωνικού κράτους. Κάτι τέτοιο όμως πρακτικά θα σήμαινε εξαφάνιση από το οικονομικό τοπίο του πιο καθεστωτικού τμήματος της αστικής τάξης. Η επιθετικότητα λοιπόν στο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του αστικού μπλοκ και η εξώθησή του εκτός «αστικής νομιμότητας» δεν μπορεί παρά να πιάσει το νήμα από τον εμφύλιο πόλεμο. Γιατί ακριβώς τότε συγκροτήθηκε αυτή η αντίθεση που σήμερα εμφανίζεται ξανά οξυμένη.
Δεν ήταν βέβαια δεδομένη η επικράτηση αυτής της αντίληψης μέσα στο αριστερό κίνημα της δεκαετίας του 1940. Η εαμική εξέγερση ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε ακόμη πιο ριζοσπαστικές προτάσεις τόσο για την οικονομία όσο και για την πολιτική διακυβέρνηση. Οι επιλογές της υποταγής στο πλαίσιο νομιμότητας που κάθε φορά φτιάχνει ο αντίπαλος οδήγησαν σε ήττα το αριστερό κίνημα τόσο τότε, ενώ μάλλον το ίδιο θα επιφέρει μια αριστερή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί ακριβώς ο αντίπαλος είναι αδίστακτος και ήδη εκτός νομιμότητας... Το ζήτημα για την αντικαπιταλιστική αριστερά σήμερα είναι να προτάξει ένα διαφορετικό συνολικά σχέδιο οργάνωσης της πολιτείας και της οικονομίας με κέντρο την δημοκρατία και τις δυνάμεις της εργασίας συνδέοντάς το άρρηκτα με την καθημερινή οικονομική πάλη. Ένα τέτοιο σχέδιο δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί μέσα στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς της ΕΕ, γιατί ακριβώς προϋποθέτει ελευθερία και ανεξαρτησία στην ελληνική κοινωνία να αποφασίζει και ως εκ τούτου προϋποθέτει αναβάθμιση της χώρας στους διεθνούς συσχετισμούς. Ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί σε τελική ανάλυση παρά να συνδεθεί με την προοπτική του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας.   

2 σχόλια:

Λέανδρος Μπόλαρης είπε...

Δεν μπορεί παρά να συμφωνήσει κανείς στις παρατηρήσεις του Κώστα για το τρόπο που αντιμετώπισαν τα think tanks τον Μαζάουερ. Ομως, θα ηθελα να επισημαίνω μερικές διαφωνίες μου με την ερμηνεία του Κώστα για τον ελληνικό καπιταλισμο και το ΕΑΜ.

Πριν μιλήσουμε για την Ελλάδα, όμως, πρέπει να θυμηθούμε ότι εκείνη την εποχή,προγράμματα σαν του ΕΑΜ και του ΚΚΕ -της "Λαϊκή Δημοκρατίας", ήταν ο κανόνας για όλα τα ΚΚ. Από το γαλλικό μέχρι το ιαπωνικό και το αμερικάνικο. Η "παραγωγική ανασυγκρότηση" ήρθε σε όλες αυτές τις χώρες, με εθνικοποιήσεις, ενσωμάτωση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, κρατική παρέμβαση, αλλά η "Λαϊκή Δημοκρατία", ως πολιτικό καθεστώς, δεν επικράτησε πουθενά. Εκτός της ανατολικής Ευρώπης, αλλά εκει στηριχτηκε στα τανκς της Ρωσίας όχι στη δράση λαικων εργατικών δυνάμεων.

Μια δευτερη παρατηρηση. Ήταν πραγματικά τόσο ασυμβίβαστα, "προγραμματικά" και πολιτικά,τα προγράμματα του ΕΑΜ και των αστών; Οχι, και το αποδεικνύουν όλες οι προσπάθειες από τη μεριά του αστικού στρατοπέδου -και του "διεθνούς παράγοντα" να ενσωματώσουν το ΕΑΜ και αν όχι το ίδιο τοτε τον κόσμο του σε "κεντρώα" παράταξη. Κι από την άλλη, οι αγωνιώδεις προσπάθειες του ΕΑΜκαι του ΚΚΕ να ενταχθούν όπως εκαναν τα αδελφά κόμματα σε Ιταλία και Γαλλία για παράδειγμα. Χάριν συντομίας, απλά λέω ότι η πορεία προς την σύγκρουση ήταν πολύ πιο περίπλοκη από αυτή που υπονοεί ο Κώστας.

Τρίτη παρατήρηση, ο ίδιος ο ελληνικός καπιταλισμός. Μεγάλο θέμα, αλλά έχω την εντύπωση, μπορεί να κάνω λάθος, ότι ο Κώστας διατυπώνει μια εκδοχή των θεωριων της λεγόμενης "στρεβλής ανάπτυξης" του ελληνικού καπιταλισμού. Κάτι το οποίο θέτει το ερώτημα ποια είναι η "ορθή" ή "υγιής" ανάπτυξη. Υπάρχει κάποιο πρότυπο; Στην Ελλάδα, του Καραμανλή, δημιουργήθηκε τομέας ενέργειας, η ΔΕΗ. Αυτό δεν ήταν το πρόγραμμα του Ανταίου; Ή το πρόβλημα ήταν ότι η Ελλάδα δεν απέκτησε ένα τεράστιο τομέα χαλυβουργίας; Είμαστε σίγουροι για το πόσο προοδευτικό θα ήταν αυτό; Η αντίστοιχη απόπειρα στην Ουγγαρία πχ είχε μερικά πολύ γνωστά κοινωνικά και πολιτικά αποτελέσματα.

Επιπροσθέτως, η "στήριξη στον ιμπεριαλιστικό άξονα" και η "ένταξη στον διεθνή καταμερισμό" είναι δυο διαφορετικά πράγματα που δεν συνεπάγονται το έναν το άλλο. Και η γαλλική αστική τάξη συνεργάστηκε με τους ναζί, αυτό δεν την κατατάσσει στην κατηγορία της ελληνικής. Κι ο ιταλικος καπιταλισμός στηρίχτηκε στις ΗΠΑ το 1945-48 για να αποκρούσει την εκλογική και κοινωνική απειλή της Αριστεράς.

Αυτά τα τηλεγραφικά, και γι' αυτό κακοδιατυπωμένα, σχόλια προς το παρόν.

raskolnikov είπε...

Λέανδρε έχεις απόλυτο δίκιο ότι το πρόγραμμα του ΕΑΜ ήταν ενσωματώσιμο και με αυτόν τον τρόπο μπορεί κανείς να ερμηνεύσει την εμφάνιση του κέντρου. Δε θεωρώ καθόλου ότι ο ελληνικός καπιταλισμός δεν είχε καπιταλιστική ανάπτυξη και βέβαια ούτε πιστεύω ότι υπάρχει υγιής καπιταλισμός. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι αναπτύχθηκε μέσα σε αυτό που ο διεθνής καταμερισμός εργασίας και η θέση στην διεθνή ιμπεριαλιστική αλυσίδα επέτρεψε. Όσοι υποστήριζαν την ανάγκη για μια άλλου τύπου καπιταλιστική ανάπτυξη, που οι ίδιοι θεωρούσαν ή περιέγραφαν ως πιο υγιή θα έπρεπε να συγκρουστούν με αυτόν τον συσχετισμό διεθνών δυνάμεων, αλλά δεν το έκαναν. Το ίδιο κάνει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ περιγράφει ως πρόταση έναν καλύτερο καπιταλισμό, στην πραγματικότητα αρνείται να έρθει σε σύγκρουση με τον διεθνή ιμπεριαλιστικό συσχετισμό. Συνεπώς, η δυνατότητα για μια ρεφορμιστική ανατροπή δεν είναι δυνατή γιατί δεν υπάρχουν περιθώρια. Ο Καραμανλής υιοθέτησε τα στοιχεία εκείνα του προγράμματος του ΕΑΜ που μπορούσε. Δημιούργησε τις προϋποθέσεις ωστόσο για μια ανάπτυξη με επίκεντρο το κράτος και μια βιομηχανική ανάπτυξη. Πολύ σύντομα όμως η κρίση και η ένταση στην ΕΟΚ δημιούργησαν άλλες συνθήκες. Στα άλλα γενικά δεν έχω να σχολιάσω κάτι.

πόσοι μας διάβασαν: