Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Αντιδράσεις σοβιετικών εργατών στην πρώτη δίκη της Μόσχας (Αύγουστος 1936)



Γραφει η
Amor omnia vincit

Πρόκειται φυσικά για αστή ιστορικό, κάθε άλλο παρά φιλικά διακείμενη προς το Στάλιν ή το σοβιετικό εγχείρημα ευρύτερα. Ωστόσο χρησιμοποιεί εκτεταμένα αρχειακό υλικό, που οδηγεί σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Εν προκειμένω διαπιστώνεται πως η γενική αίσθηση των εργατών, με διάφορες διαβαθμίσεις κατά περίπτωση, ήταν πως οι κατηγορούμενοι πράγματι ήταν υπεύθυνοι για όσα τους καταλογίζονταν, ενώ και οι υποστηρικτές τους, με βάση τουλάχιστον τα όσα παρατίθενται εδώ, δεν επικαλούνταν-πλην λίγων εξαιρέσεων- την αθωότητα τους, αλλά τον πρότερο επαναστατικό βίο τους, ή την υπερβολική βαρύτητα της ποινής τους, κάποιοι προτείνοντας μάλιστα την επανεκπαίδευση τους. Σε μια περίπτωση μάλιστα, ένας καθώς φαίνεται θερμός οπαδός τους, παραδέχονταν ανοιχτά τα ανατρεπτικά τους σχέδια (τη "δεύτερη επανάσταση" όπως ο ίδιος την ονομάζει), επιδοκιμάζοντας βέβαια. Ακόμα και οι πεπεισμένοι για το στημένο της δίκης, θεωρούν φτιαχτές όχι τις κατηγορίες, αλλά τη διαδικασία, η οποία πιστεύουν πως θα πέσει στο κενό λόγω των υψηλών διασυνδέσεων των εμπλεκομένων. Η εικόνα μιας συνωμοσίας σε βάρος αθώων φαίνεται πάντως πως ήταν μακριά από τις σκέψεις των περισσότερων εργατών, ανεξάρτητα από τη στάση τους απέναντι στη σοβιετική κυβέρνηση ή τις επιμέρους διαφοροποιήσεις τους αναφορικά με την ενδεικνυόμενη μεταχείριση των κατηγορουμένων.

* * *

Από το βιβλίο της Wendy Goldman, Terror and democracy in the age of Stalin. Cambridge University Press 2007, σ. 80-86

Το κόμμα κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες να κινητοποιήσει τις τοπικές οργανώσεις του και τους εργάτες γύρω από τη δίκη. Έγιναν συναντήσεις σε χώρους εργασίες και μεγάλες υπαίθριες συγκεντρώσεις.
Εκατοντάδες χιλιάδες εργατών συγκεντρώνονταν μετά τη βάρδια σε μικρές ομάδες και μεγαλύτερες συνελεύσεις. Οι εργάτες απαιτούσαν τη θανατική ποινή, δήλωναν δακρυσμένοι την πίστη τους στα επιτεύγματα της σοβιετικής επανάστασης. Αν και κάποιοι έθεταν κάποια ερωτήματα που φανέρωναν σκεπτικισμό, η συναισθηματικά φορτισμένη ατμόσφαιρα δυσχέραινε τη δημόσια έκφραση διαφωνίας. Σε ιδιωτικές συζητήσεις, υπήρχε ένα πολύ μεγαλύτερο φάσμα απόψεων. Ωστόσο, ακόμα και οι πλέον ένθερμοι εργάτες και κομματικά μέλη έβλεπαν το θέμα ως ένα μακρινό θέαμα, πολύ μακριά από τα εργοστάσια τους.
Ο πρώτος γύρος συναντήσεων στα εργοστάσια ξεκίνησε στις 15 Αυγούστου, τέσσερις μέρες πριν την έναρξη της κρίσης. Οι οργανωτές τους διάβαζαν μεγαλόφωνα το κύριο άρθρο της «Πράβντα», «Εχθροί του λαού συνελήφθησαν επ’αυτοφώρω», μια προσεχτικά επεξεργασμένη εκδοχή της επιστολής της Κεντρικής Επιτροπής της 29ης Ιουλίου. Οι εργάτες έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον. Ένας συμμετέχων σημείωνε αργότερα: «Οι συναντήσεις λάμβαναν χώρα σε απόλυτα ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα…Στην αίθουσα συναντήσεων επικρατούσε νεκρική σιγή καθώς διαβαζόταν το κατηγορητήριο, και ένα δάσος από χέρια απαιτούσε να διαβαστεί όλο το άρθρο μέχρι την τελευταία λέξη. Κανείς δε βγήκε έξω, παρότι η συνάντηση κράτησε μέχρι πολύ αργά».
Στο εργοστάσιο αρ.46 περίπου 1300 εργάτες εμφανίστηκαν στη διάρκεια του μεσημεριανού διαλείμματος για ν’ακούσουν τα νέα που διαβάζονταν δημόσια. Οι κομματικοί οργανωτές χρησιμοποίησαν επιδέξια την απειλή της τρομοκρατίας ώστε να αποσπάσουν ένα ξέσπασμα υποστήριξης προς το κράτος και τους αρχηγούς του. Μια εξηντάχρονη εργάτρια κλωστοϋφαντουργίας (εξωκομματική) έλεγε: «Όλα αυτά τα χρόνια ζήσαμε δύσκολα. Ο Στάλιν μας έβγαλε από τις δυσκολίες κι αρχίσαμε να ζούμε καλύτερα. Αυτοί οι κακούργοι προσπαθούν να διαλύσουν όσα φτιάξαμε, να σκοτώσουν το σύντροφο Στάλιν και τους καλύτερους ηγέτες μας. Πρέπει να ερευνήσουμε σε βάθος την υπόθεση και να μην αφήσουμε κανέναν εχθρό». Ένας γέρος εργάτης, πρόσφατος υποψήφιος για μέλος του κόμματος, έλεγε με δάκρυα στα μάτια: «Είμαι 74 ετών. Όλη μου τη ζωή πριν την επανάσταση υπήρχε φτώχεια, πείνα και ταπείνωση από τους βίαιους γαιοκτήμονες. Μόνο με τη σοβιετική εξουσία είδα τι μπορεί να σημαίνει ζωή. Δεν υπάρχει πατέρας που να νοιάζεται τόσο για το γιο του, που του διδάσκει τόσα πολλά,όσο ο σύντροφος Στάλιν. Για εκείνον θα πήγαινα σε κάθε μέτωπο να πεθάνω». Παρουσιάζοντας τους κατηγορούμενους ως αντεπαναστάτες φασίστες, οι κομματικοί οργανωτές προκαλούσαν συναισθηματικές διακηρύξεις πίστης στα σοβιετικά επιτεύγματα.
Τόσο μέλη όσο και μη μέλη του κόμματος απαιτούσαν οργισμένα τη θανατική ποινή. Ένα μέλος του κόμματος, εργαζόμενος σε τυπογραφικό εργοστάσιο σχολίαζε: «Με μια ανοιχτή δίκη έχουμε την ευκαιρία να δείξουμε σε όλο τον κόσμο τις μοχθηρές ενέργειες, των Τρότσκυ, Ζηνόβιεφ και Καμένεφ ενάντια στη σοβιετική εξουσία και τους ηγέτες της. Νομίζω πως αφού οι φασίστες χρησιμοποιούν τρόμο ενάντια στην εργατική τάξη, πρέπει κι εμείς να τρομοκρατήσουμε τα ερπετά αυτά που είναι στην άμεση υπηρεσία των φασιστών.» «Ποτέ δεν πίστευα πως στη χώρα μας υπάρχουν άνθρωποι που θα σχεδίαζαν μια απόπειρα κατά των ηγετών μας», έλεγε μια ηλικιωμένη, εξωκομματική εργάτρια. «Θα έπρεπε να τουφεκιστούν και μόνο που το σκέφτηκαν. Ο Ζηνόβιεφ και ο Καμένεφ ως άμεσοι μετέχοντες πρέπει να τουφεκιστούν γρήγορα».
Οι εργάτες όχι μόνο απαιτούσαν το θάνατο των κατηγορουμένων, αρκετοί θεωρούσαν τη δίκη χάσιμο χρόνου και κόπου. Ένας εξωκομματικός εργάτης έλεγε: «Ας τελειώνουμε με τροτσκιστές και ζηνοβιεφικούς, δε χρειάζεται να τους δικάσουμε, είναι χάσιμο χρόνου. Απλά τουφεκίστε τους». Κάποιος άλλος δήλωνε: «Δίκη; Μα γιατί να δικαστούν; Τουφεκίστε τους όλους δίχως δίκη, χάνουμε χρόνο. Αν πρέπει να διερευνηθεί παραπάνω η υπόθεση, αφήστε μερικούς ζωντανούς». Οι εργάτες έδειχναν μικρό σεβασμό για νομικές «ευγένειες». «Τουφεκίστε τους!», «Κρεμάστε τους» ούρλιαζαν. «Γιατί τους αφήνετε να ζουν αφού σκότωσαν τον Κίρωφ;» Κάποιοι υποστήριζαν πως ο Ζηνόβιεφ και ο Καμένεφ έπρεπε να είχαν τουφεκιστεί δυο χρόνια πριν, αμέσως μετά τη δολοφονία του Κίρωφ. « Αυτοί οι μπάσταρδοι θα έπρεπε να έχουν εξουδετερωθεί εδώ και καιρό» έλεγε ένας ηλικιωμένος εργάτης στο εργοστάσιο Τζερζίνσκι. «Επανειλημμένα πρόδωσαν το κόμμα. Ο Ζηνόβιεφ και ο Καμένεφ μάλιστα είχαν αποκαλύψει το σχέδιο της ένοπλης εξέγερσης τον Οκτώβρη του ’17. Θα έπρεπε να είχαν εκτελεστεί γι’αυτό». Ένας βιδωτής και μέλος του κόμματος στο εργοστάσιο εργαλείων στο Καλίμπρ απαιτούσε: «Γιατί δεν εκτελέστηκε όλη η αντεπαναστατική ομάδα αμέσως μετά το φόνο του Κίρωφ; Αρκετά τους κανακέψαμε. Ήρθε η ώρα να τελειώνουμε μ’αυτή την υπόθεση». Στο εργοστάσιο 95 στη συνοικία Κούντσεφ της Μόσχας οι εργάτες δήλωναν: «Αρκετά με τις επισημότητες» και «Είναι αδύνατη κι άλλη υπομονή». «Τουφεκίστε αυτούς που δε μπορούν πια να σταθούν στην πατρίδα μας ως προδότες».
Η έντονα συναισθηματική ατμόσφαιρα καθιστούσε δύσκολο να ασκηθούν ερωτηματικά για τη δίκη ή τα στοιχεία. Κάποιοι εργάτες όμως εξέφραζαν δυνατά τη σκέψη τους. Κάποιοι ήταν ειλικρινά μπερδεμένοι για την εξέλιξη της υπόθεσης. « Γιατί η έρευνα πήρε τόσον καιρό;» και «γιατί οι ομάδες περί τους Ζηνόβιεφ και Καμένεφ δεν εξουδετερώθηκαν αποτελεσματικά μετά τη δολοφονία του Κίρωφ;» Κάποιες ερωτήσεις ήταν πιο προκλητικές, επισημαίνοντας πως τουλάχιστον μία ομάδα είχε ήδη δικαστεί για την υπόθεση: «Γιατί δικάζουμε ανθρώπους δύο φορές για το φόνο του Κίρωφ;» ρωτούσε ένας. Άλλοι αναρωτιόνταν για τη σκοπιμότητα της θανατικής ποινής: «Μπορεί ένα προλεταριακό κράτος να θα καταδικάζει ανθρώπους σε τυφεκισμό;» Άλλοι πάλι απορούσαν για το διεθνή αντίκτυπο της δίκης στην κοινή γνώμη, κι αν η σοβιετική δικαιοσύνη είχε το δικαίωμα να δικάζει μη σοβιετικούς πολίτες: « Πώς βλέπει ο καπιταλιστικός κόσμος τις πληροφορίες των επιτρόπων;», Θα αντιδράσει η μπουρζουαζία στη δίκη των τρομοκρατών από το εξωτερικό;»
Κατ’ιδίαν, οι σοβιετικοί εξέφραζαν εντονότερη διακύμανση απόψεων και ιδεών, αντανακλώντας τις εμπειρίες επιμέρους ομάδων. Πολλοί μεγαλύτεροι εργάτες είχαν έντονες αναμνήσεις της επανάστασης. Είχαν συμμετάσχει στην πτώση του τσαρισμού και είχαν πολεμήσει στον Κόκκινο στρατό κατά τον εμφύλιο. Κάποιοι εξ αυτών ένιωθαν μεγάλο σεβασμό για τον Τρότσκυ, απορρίπτοντας τη διάθεση του Στάλιν να ξαναγράψει την ιστορία. Ένας εργάτης είπε σε έναν κομματικό οργανωτή: «Ο Τρότσκυ ήταν ιδιοφυής, σπουδαίος άνθρωπος, με μεγάλη συνεισφορά, που το κόμμα τώρα αποκρύπτει και δε συζητάει». Σχολίασε πως παλαιότερες ιστορίες του κόμματος αναφέρονταν στον Τρότσκυ αλλά όχι στο Στάλιν.
Ένας διανομέας σε ένα κατάστημα βαθμονόμησης είπε: «Ο Τρότσκυ είναι εκπρόσωπος της ιντελιγκέντσιας. Ηγούνταν αφ’υψηλού. Αλλά πρέπει κανείς να του αναγνωρίσει πως ήταν καλός ρήτορας και πάντα καθοδηγούσε τις μάζες. Αρκετοί εργάτες θυμήθηκαν τη δίκη του Ραμζύν το 1928, του μηχανικού που κατηγορήθηκε για σαμποτάζ. Κάποιος είπε: «Το κόμμα μας δε θα έπρεπε να τουφεκίσει τόσο έξυπνους ανθρώπους, αλλά να τους επανεκπαιδεύσει, όπως τον Ραμζύν. Ας ξαναστείλουν πίσω όσους ήρθαν εδώ από το εξωτερικό. Υπάρχει κομμουνιστικό κόμμα εδώ. Ας τους αποκαλύψουμε κι ας τους επανεκπαιδεύσουμε.» Πολλοί εργάτες ιδιωτικά εξέφραζαν αμφιβολίες για την αναγκαιότητα της θανατικής ποινής, αν όχι για την ενοχή των κατηγορουμένων. Ένας αναφερόμενος στο Ζηνόβιεφ και τον Καμένεφ είπε: «Θα έπρεπε να υπολογίσουμε τη συνεισφορά τους» . Ένας άλλος είπε: «Με δεδομένες τις επαναστατικές τους δράσεις, εγώ δε θα τους πυροβολούσα» Ένας εξωκομματικός μηχανικός σε χημικό εργοστάσιο είπε: «Θα ήταν καλύτερο να σταλούν στο εξωτερικό παρά να τουφεκιστούν.»
Ορισμένοι θεωρούσαν τη δίκη σκευωρία. Στο εργοστάσιο του Μαλένκωφ, ο Φρόλωφ, ένας κομματικός εργάτης, κι ένας εξωκομματικός, ο Γκουσάρεφ με τον οποίο δούλευαν δίπλα-δίπλα, μιλούσαν για τη δίκη. «Υπάρχει ένα καλό άρθρο στην Πράβδα σήμερα» είπε ο πρώτος. «Ναι, το άρθρο είναι καλό, αλλά ο Τρότσκυ είχε μεγάλη δύναμη όπως και να ‘χει και μεγάλη επιτυχία στον Κόκκινο Στρατό» απάντησε ο Γκουσάρεφ. Όταν ο Φρόλωφ επιχείρησε να αντιδράσει, ο συνάδελφος του τον έκοψε λέγοντας «Όλ’αυτά είναι ανοησίες». Ένας κομσομόλος σε εργοστάσιο στολών ανακοίνωσε σε ένα μέλος του κόμματος στο εντευκτήριο των εργατών: « Ο Τρότσκυ έκανε την επανάσταση το 1917 κι ο λόγος που όλα πήγαν στραβά είναι η έξωση του από το κόμμα. Αλλά ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα, διοίκησε τον Κόκκινο Στρατό και χωρίς αυτόν δε θα είχαμε κάνει επανάσταση».
Μερικοί εργάτες, μη συνειδητοποιώντας πως τα σχόλια τους μεταφέρονταν στις αρχές, υπερασπίστηκαν τους κατηγορούμενους. Κάποιοι αναφέρθηκαν σε προδοσία των ιδανικών της επανάστασης. Ένας επιστάτης σε εργοστάσιο στο Ντεντόφσκ στην ευρύτερη περιοχή της Μόσχας είπε στους συναδέλφους του ένα αστείο: «Ο Λένιν είπε στο Στάλιν: Γύρνα μου το κεφάλι στο μαυσωλείο ώστε να μη βλέπω αυτά που κάνεις». Ένας μεταλοκολλητής παρατηρούσε: «Είναι αντιληπτό πως ο Ζηνόβιεφ και ο Καμένεφ ζητούν εξουσία. Ίσως θέλουν να κάνουν μια δεύτερη επανάσταση. Ο Λένιν είχε πει πως θα υπάρχει ελευθερία, αλλά εδώ δεν υπάρχει ελευθερία. Εδώ μέσα ας πούμε, με αναγκάζουν να έρχομαι σε συναντήσεις κι ας μη θέλω, αν δε θέλω να δουλέψω με αναγκάζουν». Ένας λιπαντής διωγμένος από το κόμμα σε εργοστάσιο υφαντουργίας ανοιχτά καλούσε τους συναδέλφους του σε νέα επανάσταση: «Τρόμος υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει», φώναζε «Είναι απαραίτητο όμως να ανατρέψουμε τα πάντα. Οργανώστε τους εργάτες. Αυτοί (οι αρχές) κατέστρεψαν τα πάντα.» Σε μια συγκέντρωση 40 εργατών στο εργοστάσιο 46 ένας άνεργος και πρώην μέλος του κόμματος προκάλεσε τον κομματικό υπεύθυνο για την ανάγνωση της Πράβντα. « Ο Τρότσκυ ήταν φίλος του Λένιν» εξήγησε «αλλά μετά το θάνατο του άρχισε να παραμερίζεται» Η NKDV ειδοποιημένη πως ο εργάτης κοιμόταν στο εντευκτήριο χωρίς διαβατήριο τον συνέλαβε.

Κάποιοι εργάτες, θορυβημένοι από «δεξιούς» και άλλους κομματικούς ηγέτες εμπλεγμένους σε διάφορες συνωμοσίες, απαιτούσαν περαιτέρω έρευνα. Ένας κομσομόλος εργάτης έλεγε: «Υπάρχουν ακόμα πολλά να αποκαλυφθούν. Πρέπει να εξαφανίσουμε αυτούς τους πρακτορίσκους του φασισμού και μοχθηρούς εχθρούς του λαού από προσώπου γης». Άλλοι εργάτες απαιτούσαν αν γίνει έρευνα για τους Μπουχάριν, Ρύκωφ, Τόμσκι, Ουγκλάνωφ, Σοκόλνικωφ, Πιατάκωφ. Ένας επιστάτης οικοδομής δήλωνε: Όλοι οι δεξιοί και αριστεροί οπορτουνιστές ορκίζονται πίστη στο κόμμα και την κρίσιμη στιγμή το προδίδουν με διάφορους τρόπους. Οι Μπουχάριν, Τόμσκι και Ρύκωφ παραδέχτηκαν τα λάθη τους. Δουλεύουν σε σημαντικά πόστα. Πώς μπορούμε να τους εμπιστευτούμε ξανά; Πρέπει να λογοδοτήσουν στο δικαστήριο». Ένας υφαντουργός σε εργοστάσιο στο Νογκυν έλεγε: «Το ανώτατο δικαστήριο πρέπει να διερευνήσει τις αντεπαναστατικές δραστηριότητες της δεξιάς αντιπολίτευσης και άλλων Τροτσκιστών. Η ετυμηγορίας μας τρόμαξε τον Τόμσκι. Σίγουρα δεν ήταν αθώος, για το λόγο αυτό και αυτοκτόνησε».
Δε συμφωνούσαν ωστόσο όλοι οι εργάτες. Ένα μεγάλο πλήθος εργατών, ψιθυρίζοντας φήμες, συνέρρευσε αυθόρμητα έξω από το διαμέρισμα του Τόμσκι μετά την αυτοκτονία του. Κάποιοι ακούστηκε να λένε πως ο εκλιπών είχε αφήσει σημείωμα στο Στάλιν λέγοντας πως παρέμενε πάντα πιστός στο κόμμα. Αυτοκτόνησε επειδή δεν άντεχε το διασυρμό. Το κόμμα χρησιμοποιούσε τις δίκες για να προωθήσει διαφορετικούς στόχους. Κομματικοί οργανωτές έκαναν λόγο για την «ανάγκη να ενισχύσουμε την πειθαρχία και να αυξήσουμε την παραγωγικότητα). Οι εργάτες καλούνταν να δηλώσουν τη στήριξη τους στο σταχανωφισμό και να αποκρούσουν τους «εχθρούς». Σε ένα εργοστάσιο για παράδειγμα, οι εργάτες έδιναν τον παρακάτω όρκο: « Εμείς, οι εργάτες, μπροστά στην επίθεση των ταξικών εχθρών, θα επιδείξουμε ακόμα μεγαλύτερη μπολσεβικική επαγρύπνηση και θα εφαρμόσουμε ακόμα περισσότερο τις σταχανωβίτικες μεθόδους , κοντά στην κεντρική επιτροπή και τον αγαπημένο μας ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν.» Αυτού του είδους οι σχηματοποιημένες εκφράσεις έκαναν πολλούς να σκέφτονται πως οι δίκες ήταν ακόμα ένα κόλπο για την αύξηση της παραγωγικότητας.
Ένα σημαντικό τμήμα των εργατών προερχόταν από μετανάστες χωρικούς. Πολλοί από αυτούς τους τέως χωρικούς ήταν πικραμένοι με την κολλεκτιβοποίηση, αλλά αδαείς περί των ζωηρών εσωκομματικών αντιθέσεων στη δεκαετία του 1920. Λιγότερο εκλεπτυσμένοι πολιτικά, έβλεπαν όλους τους σοβιετικούς ηγέτες ως κακούργους που προσέβλεπαν στην απομύζηση της τελευταίας ρανίδας αίματος από χωρικούς κι εργάτες. «Δεξιοί» ή «αριστεροί» δεν είχε σημασία γι’αυτούς. Αμφέβαλαν για το αν κομματικοί ηγέτες, που προστάτευαν τα προνόμια ο ένας του άλλου, θα εκτελούσαν τους συντρόφους τους. ‘Ενας εξωκομματικός εργάτης σε εργοστάσιο ρολογιών εξηγούσε σε ένα κομματικό μέλος: «Μαγείρεψαν όλες αυτές τις ανοησίες για να προωθήσουν κάποια καμπάνια. Ο Ζηνόβιεφ είναι στο Κρεμλίνο κι έχει πέντε ωραία διαμερίσματα στη Μόσχα». Ένας μαθητευόμενος υφαντουργός επίσης αμφέβαλε για τη γνησιότητα της δίκης: « Ποιος νοιάζεται για το τι λέτε για το Ζηνόβιεφ και τον Καμένεφ» έλεγε σε έναν κομματικό οργανωτή, «Δε θα πάθουν τίποτε γιατί είναι φίλοι του Στάλιν».
Οι αντιδράσεις των εργατών κυμαίνονταν λοιπόν σε όλο το φάσμα από την αυστηρή καταδίκη των κατηγορουμένων, την πεισματική υπεράσπιση της «αλήθειας» της επανάστασης, μέχρι και την ξεκάθαρη απόρριψη όλων των σοβιετικών ηγετών ως εκμεταλλευτών. Όποια άποψη κι αν είχαν όμως, είχαν βαθύ προσωπικό ενδιαφέρον. Πολλοί ρωτούσαν αν μπορούσαν να πάρουν άδεια από τη δουλειά για να παραστούν. «Μπορώ να πάω στο δικαστήριο να δω αυτά τα παράσιτα;» ρώτησε ένας. Άλλοι ζητούσαν άδεια να πάνε στη δίκη, να οριστούν αντιπρόσωποι του εργοστασίου στη δίκη, να ακούσουν την ακροαματική διαδικασία στο ραδιόφωνο. Οι σοκαριστικές ομολογίες των κατηγορουμένων ζωντάνεψαν τους εργάτες για εβδομάδες, προσφέροντας μια καλοδεχούμενη εναλλαγή από τη σκληρή δουλειά. Ωστόσο η δίκη δεν άλλαξε σημαντικά τις σχέσεις μεταξύ των εργατών ή τη ρουτίνα του partkomy. Ακόμα και οι φανατικότεροι υποστηρικτές της εκτέλεσης των κατηγορουμένων δεν ζήτησαν την επέκταση της ανίχνευσης εχθρών ανάμεσα στους συναδέλφους τους. Οι δίκες ήταν ένα μεγαλειώδες θέαμα, αλλά μια απόκλιση από την καθημερινή ζωή, όχι κομμάτι της.

Από το βιβλίο της Wendy Goldman, Terror and democracy in the age of Stalin. Cambridge University Press 2007, σ. 80-86


http://redflyplanet.blogspot.com/2013/05/1936.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: