Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

H άνοδος και πρώτη του ΠΑΣΟΚ και η αριστερά, τότε και τώρα


Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Το ΠΑΣΟΚ γιόρτασε τα τεσσαρακοστά γενέθλια του όχι σε κατάσταση, πολιτικής ωριμότητας αλλά μάλλον γεροντικής άνοιας και παραλυσίας -εν μέσω παρακμιακών και αδιάφορων για την κοινωνία αντεγκλήσεων των αντιμαχόμενων μερίδων.
Η μία επαίρεται και δοξολογεί τον θλιβερό αχθοφόρο της παπανδρεϊκής πολιτικής παράδοσης, γιατί απελευθέρωσε το τζίνι των πιο καταστροφικών δυνάμεων του μνημονιακού νεοφιλελεύθερου Αρμαγεδώνα.
Η άλλη αυτοδικαιώνεται γιατί, όπως ισχυρίζεται, διέσωσε κάποια ράκη του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ, ταπεινώνοντας το στο ρόλο της συγκυβερνώσας θεραπαινίδας της πιο ανάλγητης Δεξιάς. Ούτε όμως η Αριστερά δικαιούται να θριαμβολογεί και απλώς να ελεεινολογεί το ΠΑΣΟΚ για τον εκφυλισμό του. Είναι πιο φρόνιμο να ασχολείται με τα του οίκου της, να βλέπει την πραγματικότητα με τα «ταξικά γυαλιά» της, να κατέχει τη γενναιότητα της σκληρής αλλά και δημιουργικής αυτοκριτικής, να διδάσκεται απ' το κατάντημα του ΠΑΣΟΚ (να μην το οικτίρει απλώς) στο μέτρο και τη μορφή που σε διαφορετικές συνθήκες η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Η κομμουνιστική Αριστερά δέσμια των αδυναμιών αλλά και των ιστορικών ταλαιπωριών της (εμφύλιος, χούντα) δεν κατόρθωσε να ηγεμονεύσει στις μεγάλες κινηματικές εξάρσεις και να τις καθοδηγήσει στην ανατροπή - ούτε στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης ούτε στο τελευταίο φτερούγισμα του 2010-12.
Στην πρώτη περίπτωση ηγεμόνευσε το ΠΑΣΟΚ υπερκεράζοντας την Αριστερά με άμεση σοσιαλιστική επαγγελία (σοσιαλισμός στις 18 Οκτώβρη των εκλογών του 1979) με την οικτρή διάψευση, που δεν άργησε.
ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ ΒΙΟΙ
Στη φάση του 2010-12 ηγεμόνευσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αξιοποιώντας το κενό τακτικής της κομμουνιστικής Αριστεράς (του ΚΚΕ κυρίως) και προβάλλοντας την εναλλακτική πρόταση της αριστερής κυβέρνησης, στην οποία ενσωμάτωσε και μετάλλαξε ρεφορμιστικά τις αυθόρμητες ριζοσπαστικές διαθέσεις των μαζών. Ούτε όμως η σοσιαλρεφορμιστική Αριστερά δικαιούται να επαίρεται και να πανηγυρίζει γιατί δεν αντικαθιστά το ΠΑΣΟΚ σαν η ριζοσπαστική υπέρβαση του. Απλώς το υποκαθιστά ως νέου τύπου, όπως επιβάλλουν οι καιροί, σοσιαλφιλελεύθερη διαχείριση της δομικής κρίσης του καπιταλισμού.
Ούτε διανοούμενοι της Αριστεράς χρειάζεται να επιδαψιλεύουν επαίνους στο ΣΥΡΙΖΑ για τη φαεινή ιδέα της κυβερνητικής πρότασης της Αριστεράς, γιατί αυτή δεν προωθεί την ιστορικά αναγκαία ταξική αυτοσυνείδηση. Αλώνει τις συνειδήσεις υποβιβάζοντας τες στον οικείο συστημικό κυβερνητισμό, υποκαθιστώντας το ξεπεσμένο ΠΑΣΟΚ μ'ένα νέο άφθαρτο ΠΑΣΟΚ (τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή) υποθάλποντας μια ψυχολογία απαλλαγής και λύτρωσης, αν και στις συγκεκριμένες επαγγελίες του είναι ιδιαίτερα φειδωλός. Διασπείρει σε μάζες γαλουχημένες στους πελατειακούς θεσμούς του αστικού κράτους και του κομματικού συστήματος τη γλυκιά αυταπάτη της άμεσης και ακίνδυνης «λύτρωσης»...
Η ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ το 1974 αποτελεί σταθμό που άλλαξε τα πολιτικά πράγ­ματα της χώρας. Αλλά και η προϊούσα αποσύνθεση και ο κατακερματισμός του αποτελούν καταλύτη για το «τέλος της Μεταπολίτευ­σης» με την αποδόμηση του δικομματικού άξονα ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και την αντικατάστα­ση του από τον νέο άξονα ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την πτώση της απριλιανής χούντας στην Ελλάδα αναδύθηκε ένα κοινω­νικό και πολιτικό ρι­ζοσπαστικό κίνημα, που δεν περιοριζό­ταν στη διεκδίκηση οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμί­σεων, αλλά ζητούσε τη λύση των προβλη­μάτων μέσα από μια σοσιαλιστική αλτερνατίβα, αυθόρμητη κατά βάση και συγκε­χυμένη. Στη διάρκεια της χούντας και στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης συ­ντελέστηκαν στην ελληνική κοινωνία ρι­ζοσπαστικές διεργασίες στη νεολαία αλ­λά και σε εκτεταμένα τμήματα της εργατι­κής τάξης και των μικροαστών. Βασικοί πα­ράγοντες που συντέλεσαν σ' αυτές τις δι­εργασίες ήταν οι αγωνιστικές κινητοποι­ήσεις κατά της χούντας, η οργή κατά του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, στον οποίο καταλογιζόταν η ευθύνη για την επιβολή της χούντας και την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, η συσσώρευση οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων, η ανάπτυξη του παγκόσμιου αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, οι νίκες του, ο Μάης του '68 κ.ά.
Πλατιές λαϊκές μάζες ενεργοποιούνταν σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ελλάδα στις κοινωνικοπολιτικές αυτές δυ­νάμεις ηγεμόνευσε το ΠΑΣΟΚ προβάλλο­ντας στο πολιτικό προσκήνιο μ' έναν αέρα ανανέωσης και ριζοσπαστισμού, ικανοποι­ώντας τον μύχιο πόθο τους για ριζική κοι­νωνική αλλαγή, προτάσσοντας σαν άμε­σο στόχο τον σοσιαλιστικό μετασχηματι­σμό. Έτσι κυρίως υπερακόντισε την Αρι­στερά και σε λίγα χρόνια αναδείχθηκε κυβέρνηση σημειώνοντας συντριπτική νίκη (48,06%).
Το ΠΑΣΟΚ δεν πραγματοποί­ησε το πρόγραμμα ριζοσπαστικών κοινω­νικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων, δεν εξασφάλισε την εθνική ανεξαρτησία με την έξοδο απ' την ΕΟΚ και το NATO, δεν άλ­λαξε τις σχέσεις παραγωγής (κοινωνικο­ποίηση, αυτοδιαχείριση). Λύθηκαν όμως άλυτα δημοκρατικά προβλήματα και εγκα­θιδρύθηκαν (ανεπαρκώς) θεσμοί κοινωνι­κής πρόνοιας. Καταργήθηκε το εμφυλιο-πολεμικό κράτος, το φακέλωμα, αναγνω­ρίστηκε η εθνική αντίσταση και συνταξιο­δοτήθηκαν οι αγωνιστές, εκσυγχρονίστηκε ο οικογενειακός κώδικας, εξισώθηκε η γυ­ναίκα με τον άντρα, εγκαθιδρύθηκε Εθνι­κό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), καθιερώθηκε η ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Προσαρ­μογή), εκσυγχρονίστηκε η εργατική νομο­θεσία κ.ά.
Το ΠΑΣΟΚ στην πραγματικότητα δεν αμφισβήτησε και στη ριζοσπαστική περί­οδο του την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, την εξουσία του αστικού κράτους, την ένταξη της χώρας στους ιμπε­ριαλιστικούς μηχανισμούς. Δεν θεωρούσε ότι οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής κυριαρχούσαν στη χώρα, αλλά ότι περιο­ρίζονταν σε ορισμένους θύλακες. Ο σοσι­αλιστικός μετασχηματισμός ταυτοποιήθηκε όχι με την εθνικο­ποίηση αλλά με την _ ανάπτυξη και την κυ­ριαρχία συνεταιριστι­κών επιχειρήσεων, τη δημιουργία νέων δη­μόσιων επιχειρήσε­ων, τη συμμετοχή και τον έλεγχο των εργα­ζομένων στον δημό­σιο και ιδιωτικό το­μέα (κοινωνικοποίη­ση - εποπτικά συμβούλια), την αυτοδιαχεί­ριση εγκαταλελειμμένων επιχειρήσεων. Για το θέμα της εξουσίας είχε επεξεργαστεί τη θεωρία της «ελληνοποίησης του κράτους.
Το ΠΑΣΟΚ, καταλαμβάνοντας το κο­ρυφαίο όργανο της εκτελεστικής εξουσί­ας, την κυβέρνηση, και καθαίροντάς την απ' τα υποτελή στον ιμπεριαλισμό στοιχεία, θα προωθούσε μ' αυτό τον τρόπο τον εκ­δημοκρατισμό του όλου κράτους. Αυτή η ανάγνωση του καπιταλισμού διευκόλυνε την αναδίπλωση του σε εκσυγχρονιστικές ή και αντιδραστικές θέσεις, όταν οξύνθη­καν οι αντιθέσεις και εντάθηκαν οι πιέσεις της εγχώριας και ξένης ολιγαρχίας. Η δο­μική καπιταλιστική κρίση πλήττει και την ελληνική οικονομία με τα χρόνια διαρθρω­τικά προβλήματα (χαμηλή παραγωγικότη­τα, κυριαρχία μικρομεσαίων επιχειρήσεων κ.ά.), η καταλυτική απελευθέρωση αγοράς που επιβάλλει η ΕΟΚ στην κίνηση κεφα­λαίων, εμπορευμάτων, προσώπων εντείνει το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο, οι φιλολαϊ­κές οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθ­μίσεις προκαλούν δημοσιονομικό έλλειμμα και οδηγούν στην υπερχρέωση της χώρας. Το χρέος φτάνει στο 23% του ΑΕΠ, βαρύ στις τότε συνθήκες. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ απεμπολεί τη συμμαχία των μη προνομιού­χων, συνθηκολογεί με τη διεθνή και εγχώ­ρια ολιγαρχία. Ψαλιδίζεται η εισοδηματική πολιτική, ψηφίζεται το 1983, το απεργοκτόνο άρθρο 4, μονογράφεται η συμφωνία πα­ραμονής των βάσεων. Το μετα­πολιτευτικό ριζοσπαστικό κύμα που είχε υπνωτιστεί απ' τη ρη­τορική του ΠΑΣΟΚ αναζωπυ­ρώνεται και οδηγείται σε μαζι­κούς απεργιακούς αγώνες, αμ­φισβητώντας την εισοδηματι­κή πολιτική, το άρθρο 4 και τους αντεργατικούς αστικούς νόμους, την ίδια τη νομιμότη­τα του καπιταλιστικού καθε­στώτος. Υπό την πίεση των δι­εθνών τραπεζών και του ΔΝΤ, τη διετία του 1985-87, μετά τη δεύτερη εκλογική νίκη του το ΠΑΣΟΚ προσχωρεί στη νεοφιλελεύθερη πολιτική που ηγεμονεύει στον καπιταλιστι­κό κόσμο, παραδίδοντας τα ηνία στον Κ. Σημίτη, ο οποίος εγκαινιάζει την πολιτική της λιτότητας. Έκτοτε αυτή η πολιτική, με παλινδρομήσεις («Τσοβόλα, δώσ' τα όλα») αποβαίνει πάγια επιλογή του ΠΑΣΟΚ.
Τη δεκαετία του 2000 εμφανίζεται με το όχημα του «εκσυγχρονισμού», αναιρώντας μία προς μία τις κατακτήσεις των πρώτων χρόνων διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Η χώρα εντάσσεται στην ΟΝΕ, με τον μεγαλοϊδεατισμό της σύγκλισης. Οι επιπτώσεις είναι ολέθριες, παρά τις ενέσεις της χρη­ματοδότησης, που κατασπαταλώνται αντι­παραγωγικά, πελατειακά, υπέρ του κεφα­λαίου, των τραπεζών, της διαπλοκής Στην κρίση του 2008 το ΠΑΣΟΚ, αναλαμβάνο­ντας την κυβέρνηση εθελούσια, μετατρέ­πεται σε πειραματόζωο των τραπεζών και των πολυεθνικών, οδηγώντας τη χώρα στον όλεθρο και τον εαυτό του στην πολι­τική αποσύνθεση.
Η ανάδυση και ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ στη Μεταπολίτευση σχετίζεται και με χρόνιες παθογένειες της Αριστεράς. Βέβαια, η ανάρ­ρηση του ΠΑΣΟΚ στον κυβερνητικό θώκο γίνεται έπειτα απ' το συμβιβασμό της ηγεσί­ας του με την αστική τάξη και τη συγκατάνευ­ση της δεύτερης, παρά τη σχετική αβεβαιό­τητα της για την ευόδωση του εγχειρήματος.
Η Αριστερά έχει ευθύνη, για το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να ηγεμονεύσει στο μεταπολι­τευτικό κίνημα - αλλά και για τη στάση της απέναντι στο κυβερνών ΠΑΣΟΚ. Στην προ­κειμένη περίπτωση δεν ισχύει η δικαιολογία της υστέρησης συσχετισμού δυνάμεων ένα­ντι του ΠΑΣΟΚ. Η Ενωμένη Αριστερά, στις εκλογές του 1974, είχε ισορροπία δυνάμεων με το νεότευκτο ΠΑΣΟΚ και μάλλον υπερτε­ρούσε σε οργανωμένες και αγωνιστικές δυ­νάμεις. Εξάλλου, η ηγεμονία σε μιαν ιστο­ρική στιγμή δεν εξαρτάται καθοριστικά απ' τον αντικειμενικό συσχετισμό αλλά και απ' την επάρκεια του υποκειμενικού παράγοντα να συλλάβει τις απαιτήσεις και τις δυνατότη­τες της ιστορικής στιγμής και να υποβάλει στις μάζες μιαν αντίστοιχη πολιτική πρότα­ση. Η Αριστερά δεν είχε τέτοια πρόταση ού­τε εν όλω ούτε αυτοτελώς οι συνιστώσες της. Το ΠΑΣΟΚ είχε θριαμβεύσει και έβαλε τη σφραγίδα του στην πολιτική πορεία της χώ­ρας. Οι αριστερές δυνάμεις κατατρίβονταν σ' έναν ενδοαριστερό πόλεμο και όχι στην υποβολή ενός σχεδίου ηγεμόνευσης. Σε τε­λευταία ανάλυση, οι ανεπάρκειες της Αριστε­ράς ανάγονται σε μια πρωτογενή παθογένεια, στην αδυναμία να χαράζει αυτοτελή πολιτική απ' τη σκοπιά της εργατικής τάξης και ταυτό­χρονα αποτελεσματική στην ιστορική συγκυ­ρία. Στο ΕΑΜ, παραδείγματος χάρη, εμφα­νίστηκαν και κυριάρχησαν διαδοχικά οι δύο αντίθετες γραμμές. Το ΕΑΜ ως εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα πέτυχε (παρά τις αντι­φάσεις) να συνδυάσει τοξικότητα και αποτε­λεσματικότητα, όταν όμως τέθηκε επί τάπη­τος το θέμα της εξουσίας ετεροκαθορίστηκε απ' την αστική πολιτική και ηττήθηκε οικτρά.
ΚΚΕ και ΠΑΣΟΚ
Η πολιτική του ΚΚΕ όμως και το ΚΚΕ εσ. καθορίστηκαν εντονότερα απ' την αστι­κή ιδεολογία και πολιτική όσον αφορά τη στάση τους απέναντι στη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Η Αριστερά αντιμετώπισε το ΠΑ­ΣΟΚ ως όλο και όχι στη βάση των αντιφάσε­ων του, που αναπόφευκτα απέρρεαν απ' την ασυμβατότητα των συμφερόντων των «μη προνομιούχων» και της αριστερής πολιτι­κής παράδοσης την οποία είχε εγκολπωθεί  το ΠΑΣΟΚ με την υιοθεσία της αστικής πολιτικής από την ηγε­σία του.
Το ΚΚΕ, δέσμιο της ιδε­οληψίας του «σταδίου» της αντιμονοπωλιακής δημοκρατίας, θε­ώρησε ότι ανακάλυψε στο ΠΑ­ΣΟΚ τον πολιτικό εκπρόσωπο των αντιμονοπωλιακών κοινω­νικών δυνάμεων με τις οποίες θα συγκροτούσε το μέτωπο της αντιμονοπωλιακής αντιιμπεριαλιστικής δημοκρατίας. Δεν ήταν λανθασμένη μόνο η στρατηγική σύλληψη του αντιμονοπωλι­ακού σταδίου αλλά και η «κατα­σκευή» του κοινωνικού και πολιτικού στρα­τηγικού συμμάχου. Στις τάξεις του υπήρχαν δυνάμεις που πρέσβευαν αντιιμπεριαλιστικές και σοσιαλιστικές ιδέες, αλλά ως πολιτικό υποκείμενο το ΠΑΣΟΚ είχε προσχωρή­σει στην αστική πολιτική.
Ο ετεροπροσδιορισμός του ΚΚΕ κορυ­φωνόταν στην πρόταση της «πραγματικής αλλαγής», που αποτελούσε ένα «προστάδιο», το οποίο προέβλεπε συμμαχική κυβέρ­νηση και οριοθετημένο, χαρακτηριστικό στη σταδιολογία, πρόγραμμα αλλαγών. Ο όρος «πραγματική αλλαγή» δηλώνει μια ψευδο-ηγεμονική έννοια. Το ΠΑΣΟΚ αναγνωριζό­ταν ως δύναμη της αλλαγής με αντιφάσεις όμως και ασυνέπειες. Το ΚΚΕ ως συνεπής δύναμη επωμιζόταν το ρόλο της καθοδήγη­σης του ΠΑΣΟΚ στο δρόμο της πραγματι­κής αλλαγής. Το ΚΚΕ δεν πρότεινε μιαν αυ­τόνομη ταξική γραμμή, αλλά αυτοϋποβιβάστηκε σε επιδιορθωτή της γραμμής του ΠΑ­ΣΟΚ. Προχώρησε σε άτυπη συμμαχία με το ΠΑΣΟΚ, μετά το 1981 κήρυξε μορατόριουμ, δηλαδή αναστολή των αγώνων, σύμπλευσε στα συνδικάτα και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Ανανεωτική αριστερά  και ΠΑΣΟΚ- Η ΕΑΔΕ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ
Ποια ήταν η στάση της λε­γόμενης ανανεωτικής Αρι­στεράς (ΚΚΕ εσ., ΕΑΡ, ΣΥΝ, ΣΥΡΙΖΑ); Το ΚΚΕ εσ. αντιμετώπισε το ΠΑ­ΣΟΚ με την αστική γραμμή της ΕΑΔΕ, που αποτέλεσε ελληνική παραλλαγή του ιστορικού συμβιβασμού. Το ΚΚΕ εσ, ιδί­ως προ του 1981, καταδίκαζε τον αντιιμπεριαλισμό και το «λαϊκισμό» του ΠΑΣΟΚ, ασκώντας κριτική απ' τη σκοπιά του συμ­βιβασμού με την αστική τάξη και τον ιμπε­ριαλισμό (αποδοχή των δεσμών NATO και ΕΟΚ).
Στην ίδια γραμμή ιδίως μετά το 1996 ο ΣΥΝ εκθειάζει τον εκσυγχρονισμό του Σημίτη. Κύρκος και Σημίτης μιλούν ανοι­χτά για συμμαχία των «ανανεωτικών εκ­συγχρονιστικών δυνάμεων», η οποία τε­λεσφορεί όμως μόνο σε μαζικούς χώρους.
Η αστική παρέκκλιση της Αριστεράς το 1989
Η γραμμή της ουράς στην αστική πολιτι­κή κορυφώθηκε τη διετία 1989-1990. Το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσ. συγκροτούν το Συ­νασπισμό και συγκυβερνούν με τη ΝΔ, με κύριο στόχο να διώξουν δικαστικά τον ηγέτη του ΠΑΣΟΚ και να αποκόψουν τον ομφάλιο λώρο ηγεσίας - βάσης του ΠΑ­ΣΟΚ. Η τυχοδιωκτική αστική γραμμή κορυφώθηκε με τη συμμετοχή της Αριστε­ράς και στη διάδοχη κυβέρνηση Ζολώτα, παρά τη συμμετοχή του διωκόμενου ΠΑ­ΣΟΚ.
Τα επίχειρα του ακραίου οπορτου­νισμού υπήρξαν οικτρά για την Αριστερά. Ο δικομματισμός ενισχύθηκε. Το ΠΑΣΟΚ παρά τα πλήγματα συσπείρωσε τις κλονι­ζόμενες γραμμές του. Ο ηγέτης του ηρωοποιήθηκε και το 1993 ανέλαβε και πάλι την πρωθυπουργία. Η ΝΔ σημειώνει με­γάλη νίκη το 1990. Εξασφαλίζει ποσοστό 46,9% και σχηματίζει κυβέρνηση. Ο ενιαί­ος Συνασπισμός ακολουθεί καθοδική πο­ρεία. Μετά το 13,13% του 1989 κατρακυ­λά στο 10,7% το 1990. Η λαϊκή ετυμηγορία τιμώρησε αμείλικτα την Αριστερά για την ανενδοίαστη υποταγή της στην αστική πο­λιτική. Στις εκλογές του 1993 το ΚΚΕ ση­μείωσε το ιστορικό χαμηλό ποσοστό 4,5%, ενώ ο ΣΥΝ (μετά τη διάσπαση του ενιαίου Συνασπισμού) συγκέντρωσε ποσοστό 2,9% και έμεινε εκτός Βουλής...
Μετά το 14ο Συ­νέδριο του (1991) το ΚΚΕ αναδιπλώνεται σε μια σταθερή αντι-ΠΑΣΟΚ στάση, αλλά σε μιαν αποθέωση σεχταρισμού αποκλείει γενικά τις πολιτικές συμμαχίες και τις συ­μπράξεις στο μαζικό χώρο.
Ο ΣΥΝ με τη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ και την «αριστε­ρή στροφή» του 2004 έχει σταθερή άνοδο και το 2012 αναδείχτηκε αξιωματική αντι­πολίτευση. Τα δύο αριστερά κόμματα μετά την αποστασιοποίηση τους απ' τη συμμα­χία με αστικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ-ΝΔ) και τη διακήρυξη ταξικής γραμμής, παρά τις αγκυλώσεις και την ασυνέπεια τους, ενι­σχύονται στον πολιτικό και μαζικό χώρο. Μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ το 2012 εκτινάχθη­κε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευ­σης. Στη σύγχρονη συγκυρία η πιθανότη­τα ανάδειξης αριστερής κυβέρνησης επα­ναθέτει το θέμα.
ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Αναπόφευκτη ενσωμάτωση
Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Η τραγική κατάληξη του ριζοσπαστικού, αντι-ιμπεριαλιστικού ΠΑΣΟΚ, που είχε συνεγείρει τις μάζες με την άμεση επαγγελία του σοσιαλισμού, σε κόμμα σοσιαλφιλελεύθερο αλλά και η ολό­τητα των ιστορικών εμπειριών επιβεβαιώνουν ότι ακόμη κι ένα αριστερό κόμμα, όταν ενσωμα­τώνεται στον κρατικό μηχανισμό, δεν μπορεί να έχει διαφορετική τύχη από του ΠΑΣΟΚ. Απλού­στατα, γιατί και μια τέτοια κυβέρνηση λόγω οι­κονομικού, κοινωνικού, πολιτικού συσχετισμού, εγχώριου και διεθνούς, δεν μπορεί να παρεκκλί­νει απ' τα όρια διακυβέρνησης που θέτουν οι κυ­ρίαρχες ελίτ, παρά μόνον οριακά. Αυτή η πολιτι­κή δύναμη, αν παραιτηθεί μπροστά στη δαμό­κλειο σπάθη του αστικού εκβιασμού ή μετά την ολοκλήρωση της θητείας, μπορεί να αποκατα­στήσει την αριστερή ταυτότητα της. Αν όμως κα­ταστήσει τη συμμετοχή της στη νομή της εξου­σίας πάγιο στοιχείο της πολιτικής της, όπως το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, αυτοδίκαια αυτός ο κυβερνητισμός την εντάσσει σε μια κατηγορία του συστημικού αστερισμού. Υπάρχει η περίπτωση σε συνθήκες οξυμμένης ταξικής πάλης και κλονιζό­μενης αστικής κυριαρχίας να προκύψει μια κυ­βέρνηση που θα διακηρύξει αριστερό προσανα­τολισμό. Σε τέτοιες συνθήκες ο συσχετισμός τεί­νει υπέρ των ριζοσπαστικών δυνάμεων. Η αρι­στερή κυβέρνηση μαζί με τα λαϊκά όργανα μπο­ρεί ν' αποτελέσει μορφή περάσματος στην επα­νάσταση και την εργατική εξουσία. Αυτή η εξέ­λιξη θα εξαρτηθεί απ' το αν τα λαϊκά κινηματικά όργανα αποβούν κέντρο των εξελίξεων και αν τελικά, με την είσοδο στην επαναστατική κατά­σταση, εξελιχθούν σε όργανα δυαδικής εξουσί­ας και πάρουν στα χέρια τους όλη την εξουσία.
Η αναπόφευκτη ενσωμάτωση μιας αριστερής κυβέρνησης, εκτός απ' την εξαιρετική περίπτωση που προαναφέραμε, είναι το ένα ζήτημα. Το δεύ­τερο ζήτημα, συναρτώμενο με το πρώτο, είναι η δέουσα στάση των αντικαπιταλιστικών δυνάμε­ων απέναντι σε μια τέτοια κυβέρνηση. Από θεω­ρητικούς του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζεται ότι η αρνητι­κή εμπειρία του ΠΑΣΟΚ στοιχειοθετεί όντως τους φόβους της ριζοσπαστικής Αριστεράς, για «πασοκοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ότι η σύγκριση σε κα­μιά περίπτωση δεν προεξοφλεί την ταύτιση. Απε­ναντίας ο ΣΥΡΙΖΑ, σοφότερος απ' την αποτυχία του ΠΑΣΟΚ και άλλων παραδειγμάτων, δημιουρ­γεί και τους όρους αποφυγής της ενσωμάτωσης: θ' αποφύγει τον αρχηγοκεντρικό χαρακτήρα και τον κρατισμό του ΠΑΣΟΚ, αφού στο γενετικό υλι­κό του είναι εγγεγραμμένη η συλλογικότητα και ο πλουραλισμός, η έδραση στον κοινωνιοκεντρι-σμό και στα κινήματα. Προσβλέπουν ακόμη στη συνδρομή της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που με τις ιδέες και το ήθος της μπορεί αποφασιστικά να συμβάλει στην αποτροπή των παρεκκλίσεων απ' την κοινωνική αλλαγή. Όντως η σύγκριση με το παράδειγμα ΠΑΣΟΚ έχει σχετική κι όχι απόλυτη και μηχανιστική αλήθεια. Η ιστορία δεν επαναλαμβά­νεται, αλλά ταυτόχρονα επαναλαμβάνεται. Επα­ναλαμβάνονται (ισχύουν) οι κοινωνικοί νόμοι του καπιταλισμού σε διαφορετικές όμως μορφές και συνθήκες. Η στάση μιας πολιτικής δύναμης απέ­ναντι στην κυβέρνηση και το κράτος καθορίζεται απ' τη στάση της στο πλέγμα των ταξικών αντιθέ­σεων του καπιταλισμού. Αν σταθεί στην πλευρά της εργατικής τάξης και των άλλων υποτελών τά­ξεων, θα συγκρουστεί μέχρι επαναστατικής ρήξης με το σύστημα και το κράτος. Στην εξαιρετική πε­ρίπτωση που προκύψει αριστερή κυβέρνηση προ επανάστασης θα την αξιοποιήσει με επαναστατι­κή λογική. Στην περίπτωση όμως που μια αριστε­ρή πολιτική δύναμη, όπως το ΠΑΣΟΚ τότε, ο ΣΥ­ΡΙΖΑ σήμερα και άλλες ρεφορμιστικές αριστερές δυνάμεις, οδηγείται απ' την αυταπάτη του συμ­βιβασμού με το σύστημα και των σταδιακών αλ­λαγών χωρίς την ακραία πόλωση της «στρατηγι­κής της εφόδου», αν καταλάβει την κυβερνητική εξουσία, δεν θα τη χρησιμοποιήσει σαν μοχλό με­τασχηματισμού αλλά ενσωμάτωσης.
ΠΡΙΝ 7/9/2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: