Παλούκης Κώστας, εφημ. Πριν, 9/11/2004
Παρατηρώντας τα γεγονότα της εξέγερσης των «Ευαγγελιακών» και αργότερα των «Ορεστιακών» ο σημερινός παρατηρητής της ιστορίας αισθάνεται ότι βρίσκεται μπροστά σε ένα κίνημα το οποίο διαλύει στα εξ ων συνετέθη τις σύγχρονες αναπαραστάσεις του για το χαρακτήρα των φοιτητικών κινημάτων. Τα κινήματα του 1901 και 1903 είναι ναι μεν θερμόαιμα και ριζοσπαστικά, αλλά για αριστερά και όχι για συντηρητικά ζητήματα. Εκπλήσσεται ο νεοέλληνας από τον όγκο και τη ριζοσπαστικότητα ενός κινήματος όχι μόνο γιατί αφορά ένα πρόβλημα που σήμερα είναι λυμένο σε απόλυτο βαθμό και επομένως ξένο, αλλά γιατί η συλλογική ιστορική γνώση και εμπειρία έχει συνδέσει τη σύγκρουση με το κράτος και την πάλη για το γλωσσικό με τον αγώνα για την επιβολή της δημοτικής και όχι για τη διατήρηση της καθαρεύουσας. Ταυτίζεται η έννοια του «γλωσσικού ζητήματος» με τους μαζικούς αγώνες των προηγούμενων δεκαετιών για τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα και όχι για το αντίθετο. Είναι πράγματι εντυπωσιακό ότι η πραγμάτωση της σύνδεσης των φοιτητών με τα εργατικά στρώματα που αποτελεί την απόλυτη ιδεολογική φαντασίωση της μεταπολεμικής φοιτητικής αριστεράς δεν αφορά επαναστατικά προτάγματα, αλλά συντηρητικά.
Βέβαια υπάρχει ένα ιστορικό πρόβλημα με την ομαδοποίηση προσώπων και καταστάσεων πίσω από το σχήμα «προοδευτικός» και «συντηρητικός» όπως κατανοούμε και μας παραδίδουν τη σύγκρουση δημοτικιστών και αρχαϊστών οι περισσότεροι μελετητές, καθώς δε λαμβάνεται υπόψη μια σειρά από δεδομένα και πραγματικότες της εποχής. Επίσης, υπάρχει ένα μεθοδολογικό πρόβλημα εφόσον οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται με βάση μετέπειτα διαχωρισμούς και εννοιολογικό και ιδεολογικό βάρος για μια πολύ διαφορετική περίοδο της ελληνικής κοινωνίας. Τέλος, όταν νομιμοποιείται η χρήση τους δεν λαμβάνονται υπόψη κριτήρια όπως ο ταξικός και θεσμικός ρόλος και χαρακτήρας των δρώντων υποκειμένων και θεσμών.
Γιατί, εάν διαχωρίσουμε τους συμμετέχοντες σε αυτήν την υπόθεση με βάση το κριτήριο «ποιός επιθυμεί τη μετάφραση του Ευαγγελίου από την αρχαία στην δημώδη ελληνική», τότε θα πρέπει να χαρακτηρίσουμε ως «προοδευτικούς» τη βασίλισσα Όλγα και κατ' επέκταση το παλάτι, την ομάδα Ψυχάρη-Πάλλη-Εφταλλιώτη, τον Μητροπολίτη Προκόπιο, τις εφημερίδες Άστυ και Ακρόπολις, το κόμμα του Θεοτόκη (τρικουπικό) και, τέλος, τις κυβερνήσεις της Μ. Βρετανία και Ρωσίας και συλλήβδιν ως «συντηρητικούς» το κόμμα του Δεληγιάννη, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Ιερά Σύνοδο, τις συντεχνίες μαζί με τους μικροβιοτέχνες-μικροϊδιοκτήτες και εργάτες των Αθηνών που κατέβηκαν στη διαδήλωση, τους φοιτητές με τη ριζοσπαστικότητά τους, τον διάδοχο Κωνσταντίνο, δηλαδή το «μικρό παλάτι» και, τέλος, τη Γερμανία.
Στην πραγματικότητα η εποχή των Ευαγγελικών είναι πολύ ξένη με τη δική μας για να προσληφθούν οι πολιτικές και ιδεολογικές της αντιθέσεις με βάση τα σύγχρονα κριτήρια. Συγκεκριμένα το ζήτημα ερμηνείας των Ευαγγελικών είναι πολύ πιο σύνθετο και θα πρέπει να ιστορικοποιήσουμε τα ερωτήματά μας και να εμβαθύνουμε στην εποχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου