Δευτέρα 2 Μαρτίου 2009

Για την κατάργηση του ΣΤΕ


Κώστας Παλούκης, εφημ. ΠΡΙΝ
Η σημερινή Αντιδραστική Συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί σημαντική τομή. Προσαρμόζει το Σύνταγμα τόσο συνολικά σε επίπεδο αξιών όσο και σε επιμέρους τομείς στους δυσμενείς για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα ταξικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Αποκρυσταλλώνει σε ένα ανώτατο νομικό επίπεδο όλες τις μέχρι τώρα αντιδραστικές και αντιλαϊκές επιλογές του κεφαλαίου, κάνει νομικό γράμμα την ήττα και την υποχώρηση των εργατικών κεκτημένων. Σε ιδεολογικό επίπεδο καθιστά τις αξίες της αγοράς, του κέρδους, της επιχειρηματικότητας και της εκμετάλλευσης καθοδηγητική αρχή της κοινωνίας μας. Με την αναθεώρηση των άρθρων 95, 98 και 100, που αφορούν τα δικαστήρια, επιχειρεί μια εσωτερική στο κράτος αλλαγή των συσχετισμών, μετασχηματίζει τη σχέση πολίτη και δικαστικής εξουσίας και εν τέλει περιορίζει τη δημοκρατία. Το αστικό κράτος προχωρά σε ένα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση που κινείται ήδη τα τελευταία χρόνια, με αλλεπάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις (βλ. 'αντιτρομοκρατικοί νόμοι' κα). Ουσιαστικά, απομακρύνει ακόμη περισσότερο τον δικαστικό μηχανισμό από την κοινωνία και τον λαϊκό έλεγχο, τον καθιστά περισσότερο ελεγχόμενο από την εκτελεστική εξουσία. Βασικό (όχι το μόνο) μέτρο σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η ίδρυση του Συνταγματικού δικαστηρίου (άρθρο 100 Σ). Ιδρύεται ένα υπερδικαστήριο, με βασικές αρμοδιότητες, τον τελικό έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, αλλά και τη συμβατότητά τους με τις κοινοτικές (Ε.Ε.) διατάξεις. Επιπλέον με την αναθεώρηση των άρθρων 95 & 98Σ, αφαιρείται από το, ενοχλητικό, Συμβούλιο της Επικρατείας, η αρμοδιότητα του ελέγχου των συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, και ανατίθεται στο απολύτως ελεγχόμενο από την εκτελεστική εξουσία, Ελεγκτικό Συνέδριο. Γενικά, ο μεγάλος χαμένος είναι το γνωστό σε όλους Συμβούλιο της Επικρατείας ή αλλιώς ΣτΕ.
Η ιστορία του ΣτΕ ξεκινάει από την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους. Αν και δεν είχε πάντα τον ίδιο χαρακτήρα και ουσιαστικά λειτούργησε από το 1927 και έπειτα, ο χαρακτήρας που συνέχει τις διάφορες μορφές του ήταν κατά βάση αντιπαραθετικός στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία. Για αυτό ακριβώς το λόγο θεωρούταν αρχικά συντηρητικός θεσμός. Το ΣτΕ του Όθωνα ήταν μια «ανώτατη συμβουλευτική αρχή» παρά τω βασιλεί. Δεν ήταν δηλαδή κατά κυριολεξία δικαστήριο, αλλά κατά κύριο λόγο γνωμοδοτικό όργανο, σε μια περίοδο κατά την οποία βεβαίως δεν υπήρχε βουλή. Τελικά, το πρώτο ΣτΕ δεν κατάφερε να πείσει ούτε για την ανεξαρτησία του ούτε και για τη χρησιμότητά του. Το Σύνταγμα του 1844 το κατάργησε έτσι «αυτοδίκαια». Την ανασύσταση του Συμβουλίου με ένα αντίστοιχο συντηρητικό χαρακτήρα ζήτησε ο Γεώργιος Ά τον Οκτώβριο του 1864, αφού η Εθνοσυνέλευση του 1862 είχε ήδη απορρίψει την πρότασή του για ίδρυση δεύτερου νομοθετικού σώματος, δηλαδή Γερουσίας. Το έντονο όμως φιλελεύθερο και ριζοσπαστικό κλίμα που επικρατούσε σε αυτές τις μετεπαναστατικές συνελεύσεις ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με έναν τέτοιο «απεχθή στο λαό», «παράσιτο» και «νόπο» θεσμό. Τελικά, με οριακή πλειοψηφία, η Β΄ Εθνοσυνέλευση αποφάσισε την επανίδρυση του Συμβουλίου όχι ως δικαστηρίου αλλά με μοναδική αρμοδιότητα «την παρασκευήν και βάσανον νομοσχεδίων». Τελικά, το ΣτΕ επανιδρύθυκε μόνο στα χαρτιά, θύμα ακριβώς του έντονου φιλοκοινοβουλευτικού και αντιαριστοκρατικού πνεύματος της εποχής.
Το 1911 η Β΄ Αναθεωρητική Βουλή, που τελικά αναθεώρησε το Σύνταγμα του 1864 θα επανιδρύσει το θεσμό. Ενθουσιώδης υποστηρικτής του ήταν ο Ε. Βενιζέλος. Στην ιστορική του αγόρευση έδινε συντριπτικά μεγαλύτερη έμφαση στις δικαστικές αρμοδιότητες του Συμβουλίου. Αν και ρητά επανιδρύθηκε ως δικαστήριο με σκοπό να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην παντοδυναμία της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, τελικά του προσέδιδε ένα δημοκρατικό και προοδευτικό χαρακτήρα. … «Ιδρύομεν μιαν νέαν αρχήν, δια της οποίας δυνάμεθα να ελπίσωμεν ότι η πολιτεία του δικαίου … θ' αποβή παρ' ημίν πράγματι τοιαύτη, ασφαλιζομένου εις τον πολίτην του δικαιώματος να προσφεύγη εις την αρχήν αυτήν, οσάκις προσβληθώσι τα δικαιώματα αυτού…» Σε όσους επέσειαν τον κίνδυνο «καταχρήσεως» εκ μέρους του Συμβουλίου απάντησε με το ακόλουθο ρητορικό ερώτημα: «Και δεν σας πτοεί ακριβώς το εντελώς απεριόριστον μιας κυβερνήσεως συρούσης όπισθεν αυτής κραταιάν πλειοψηφίαν και μη εχούσης τίποτ' αντίρροπον, δεν σας πτοεί ότι εντεύθεν δύναται να καταπατή τα δικαιώματα των πολιτών και τα συμφέροντα αυτών. (Αλιβιζάτου Ν., «Η ίδρυση του Συμβουλίου της Επικρατείας το 1928: ένα ιστορικό παράδοξο», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, Β2, Βιβλιόραμα)
Αν κανείς παρακολουθήσει τα πρακτικά των συνελεύσεων της Βουλής από το 1864 και μέχρι το 1927, θα παρατηρήσει έκπληκτος ότι η αυτή η παντοδυναμία της Βουλής που καθόρισε το Σύνταγμα του 1864, το πιο δημοκρτικό Σύνταγμα της εποχής του, συχνά γινόταν παντοδυναμία της πλειοψηφίας, χωρίς να υπάρχει ένας δεύτερος ορθολογιστικός δικαιικός ελεκτικός μηχανισμός της νομιμότητας των αποφάσεων. Για παράδειγμα η Βουλή με πλειοψηφία επικύρωνε το νομότυπο της εκλογής των ίδιων των βουλευτών-μελών της. Με αυτόν τον τρόπο πολύ συχνά αλλοιωνόταν και διευρυνόταν μια αρχικά μικρή και επισφαλή πλειοψηφία, καθώς αντιπολιτευόμενοι βουλευτές κηρύσσονταν μη εκλόγιμοι. Με αυτή την διαδικασία έχασε και ο Πλάτωνας Δρακούλης την βουλευτική του έδρα, ουσιαστικά επειδή ήταν σοσιαλιστής. Το ανορθωτικό ριζοσπαστικό κλίμα του 1909, βρισκόταν καταφανώς ενάντιο ακριβώς σε αυτόν το ολοκληρωτισμό του «παλαιοκομματικού» κοινοβουλευτισμού. Εάν στην επανάσταση του 1862 η παντοδυναμία του κοινοβουλίου αποτελούσε το πλέον ριζοσπαστικό αστικό δημοκρατικό και λαϊκό αίτημα, στα 1909 ο αντικοινοβουλευτισμός αποτελούσε τον κοινό συνεκτικό δεσμό των κινητοποιούμενων αστικών, μικροαστικών και λαϊκών στρωμάτων (βλ. Ποταμιάνος Ν., «Δεξιά, Αριστερά, Γιακωβινισμός: ο ριζοσπαστισμός στα χρόνια του κινήματος στο Γουδί», Ιστορικά, 40, Ιούνιος 2004).
Το Συμβούλιο τελικά συγκροτήθηκε και λειτούργησε υπό το δημοκρατικό Σύνταγμα του 1927. Ο ιδρυτικός νόμος του 1928 βρήκε πάλι πρωθυπουργό και υπερασπιστή τον Βενιζέλο. Το ΣτΕ ιδρύθηκε ως ανώτατο διοικητικό διαστήριο, με προβάδισμα έναντι του Αρείου Πάγου, και δευτερευόντως ως συμβουλευτικό σώμα διοίκησης. Κρισιμότερη αρμοδιότητά του ήταν πλέον η ακύρωση εκτελεστικών πράξεων της διοίκησης «δι' υπέρβασιν της εξουσίας ή δια παραβασιν νόμου».
Η οργάνωση του ΣτΕ έγινε κατά το πρότυπο του γαλλικού ομοίου που υπήρξε και πρότυπο των άλλων, στις ευρωπαϊκές χώρες, ομοίων ιδρυθέντων ανάλογων θεσμών. Το γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας κατάγεται από το "Βασιλικό Συμβούλιο" (Κονσέιγ ντυ Ρουά) που λειτούργησε παλαιότερα από τον μεσαίωνα και που αργότερα μετονομάσθηκε σε "Συμβούλιο του Κράτους" (Κονσέιγ ντ΄ Ετά).
Όχι τυχαία το ΣτΕ ξεκινά τη λειτουργία του ακριβώς την ίδια περίοδο που ψήφιζεται το «ιδιώνυμο». Θα συνεχίσει να υφίσταται και να λειτουργεί κατά τον μεσοπόλεμο και μεταπολεμικά χωρίς ουσιαστικά να θίξει ποτέ τη νομιμότητα των πολιτικών εκτοπίσεων και διώξεων. Η ίδρυση και η διατήρηση ενός θεσμού υπέρ των δικαιωμάτων του πολίτη σε μια περίοδο κατεξοχήν πολιτικών διώξεων συνιστά κατά τον Αλεβιζόπουλο μια αξιοσημείωτη παραδοξότητα. «Θα ήταν αφελής», όμως σημειώνει ο ίδιος, να πιστεύει κανείς «ότι ένα δικαστήριο, στελεχωμένο από τους πο αδιάβλητους λειτουργούς … θα μπορούσε ενδεχομένως να σταματήσει εκτροπές, να αποτρέψει διχασμούς και να ματαιώσει εμφυλίους.»
Με το ΣτΕ ως μηχανισμό εμπέδωσης του κράτους δικαίου, το αστικό σύστημα ουσιαστικά προτάσσει το δικό του αξιακό δημοκρατικό μοντέλο απέναντι ακριβώς στις αντισυστημικές κριτικές της εποχής από τον μεγάλο εσωτερικό-εξωτερικό εχθρό, έστω και με μικρό αρχικά μέγεθος στην Ελλάδα, τον κομμουνισμό. Διαμορφώνει ένα ενδοσυστημικό εξατομικευμένο πλαίσιο διόρθωσης μικρών αδικιών που εξισορροπεί απέναντι στη γενικευμένη κοινωνική επίθεση και ενσωματώνει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Το ΣτΕ συγκροτείται για να εκφράσει εκείνο ακριβώς το αυστηρά οριοθετημένο πλαίσιο ενσωμάτωσης της κοινωνικής διαμαρτυρίας που χαρακτηρίζει το κράτος δικαίου της εποχής του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού.
Σήμερα, ο ρόλος και η δράση αυτή του ΣτΕ ενοχλούν. Ο πολιτικός χαρακτήρας του, ως εξορθολογιστικός μηχανισμός αναίρεσης των αδικιών και εμπέδωσης κράτους δικαίου, φαίνεται ότι εμποδίζει την απρόσκοπτη εκμετάλλευση του κεφαλαίου τόσο της φύσης και του περιβάλλοντος όσο και του ανθρώπινου δυναμικού. Για παράδειγμα, το ΣτΕ αρκετά συχνά ακυρώνει συμβάσεις έργου του Δημοσίου με ιδιωτικούς φορείς για διάφορες αιτίες προκαλώντας μια συνεχή διαμάχη μεταξύ του υπουργείου Δημοσίων Εργων και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Συγκεκριμένα, π.χ. έχει ακυρώσει έργα όπως αυτό της εκτροπής του Αχελώου. Εμποδίζει την χωρίς έλεγχο δράση των επιχειρήσεων. Π.χ. έχει λάβει εφτά αποφάσεις για την υπόθεση του εργοστασίου χρυσού στην Ολυμπιάδα και ήταν όλες θετικές για τους κατοίκους. Γενικά, το Ε΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει λάβει από το 1993 μέχρι σήμερα εξι αποφάσεις - σταθμούς για το περιβάλλον. Η συμβολή του στην προστασία του περιβάλλοντος από τα επιχειρηματικά συμφέροντα είναι σημαντική. Επίσης, πολύ συχνά αποφαίνεται υπερ των εργαζομένων στις διαμάχες τους με το κράτος. Με αυτό τον τρόπο επιβάλλει δικαστικά στο Υπουργείο Οικονομικών μια ξεχωριστή φιλεργατική δημοσιονομική πολιτική σε μια εποχή διακούς λιτότητας. Πολύ γνωστή σε μας είναι η απόφαση του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα των ΠΣΕ. Με αυτή ένα μαζικό φοιτητικό κίνημα κατάφερε να νικήσει την κυβέρνηση Σημίτη και να αναιρέσει στοιχεία της εκσυχρονιστικής πολιτικής της.
Σίγουρα το ΣτΕ και κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να αποτελέσει πραγματικό υπερασπιστή των κοινωνικών δικαιωμάτων. Τα κινήματα δε νικούν στα δικαστήρια. Οι αντιφάσεις του κράτους στα διάφορα επίπεδά του μπορούν όμως και αποτελούν ένα βοηθητικό όπλο στην επίτευξη της νίκης, όταν ασκείται η πίεση των κινημάτων. Δε μπορούμε λοιπόν να μη στιγματίζουμε αυτήν αλλαγή του χαρακτήρα του ΣτΕ στα πλαίσια της γενικότερης αντιδραστικής αναθεώρησης. Η δημοκρατία και η ελευθερία δεν αποτελούν πια ένα ανθρωπιστικό συνταγματικό ιδεώδες που μπορεί να παραβιάζεται σε έκτακτες περιπτώσεις, π.χ. ιδιώνυμο, δικτατορίες κ.α., αλλά ενέχει ως συστατικό στοιχείο της τον περιορισμό αυτών. Συνεπώς, ένα όργανο που υπερασπίζεται αυτές τις θεμελιώδεις αστικές αρχές στερείται αξίας και χρησιμότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

πόσοι μας διάβασαν: