Κώστας Παλούκης
Οι κομμουνιστές έχουν επινοήσει διάφορους τρόπους να σχεδιάζουν, να συζητούν, να διαλέγονται και να τσακώνονται. Παρότι υπερασπίζονται τον υλισμό, στην πράξη μετέρχονται πολύ εύκολα της μεταφυσικής χωρίς και πολύ να το καταλάβουν.
Μια μορφή μεταφυσικής χαρακτηρίζει εξίσου απόψεις όπως η μετάθεση των λύσεων στο επέκεινα του σοσιαλισμού ή των σοβιέτ ή της εξέγερσης/επανάστασης είτε στο επέκεινα του “μεγάλου πολιτικού σχεδίου”, της γιγάντιας κίνησης του παίκτη της αριστεράς μέσα στην γεωμετρία του κεντρικού πολιτικού σκηνικού, της σύλληψης και της εφαρμογής των μεγάλων πολιτικών ρίσκων. Αντίστοιχα, μια μορφή μεταφυσικής μπορεί να χαρακτηρίζει από τη μία απόψεις που ενδύουν τα πάντα σε μια ταξικότητα, υποτάσσουν τα πάντα σε μια εργατική τάξη που κινείται προς την απελευθέρωση ή από την άλλη αποθεωτικές αντιλήψεις της μεγα-πολιτικής, ως μια διεργασίας ευελιξίας, ρευστότητας, προσαρμογής γύρω από τα μεγάλα διακυβεύματα, τους τεράστιους κόμβους που θα μας πάνε παρακάτω. Σε κάθε περίπτωση το κυριότερο επιχείρημα είναι ο λόγος περί μικροαστισμού”, ότι δε μας αρέσει το βαφτίζουμε μικροαστικό και τελειώσαμε με αυτό. Μικροαστικός ο υπερεπαναστατισμός, μικροαστικός και ο ρεφορμισμός, μικροαστικό το ΚΚΕ, μικροαστικός ο ΣΥΡΙΖΑς, μικροαστική και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μικροαστική και η ΑΝΑΡΧΙΑ.
Με αυτά τα κριτήρια λοιπόν οι κομμουνιστές συνηθίζουν να απαντούν σε πολλά ζητήματα που θα χαρακτήριζε κανείς μεταβατικά αιτήματα. Από τη μία οι μεν τα θέτουν στο επαναστατικό ή σοσιαλιστικό υπερπέραν και από την άλλη οι δε τα θέτουν στο κέντρο του πολιτικού σύμπαντος. Από τη μία μπορει να υποστηριχθεί πως δεν είναι η ώρα να γίνει τίποτε γιατί δεν μπορεί να γίνει εάν δεν υπάρξει πρώτα η μία ή άλλη ουτοπική προϋπόθεση. Από την άλλη μπορεί να δηλωθεί πως αν δε γίνει τώρα από εμάς δεν προκειται να γίνει ποτέ. Και τα δύο όμως παρουσιάζουν μια εγγενή αδυναμία: τι θα γίνει μέχρι την αναμονή ή τι θα κάνουμε εάν δεν γίνει τώρα; Και οι δύο δρόμοι θα έλεγε κανείς πως οδηγούν πολύ γρήγορα στο ίδιο αποτέλεσμα: στην ήττα, την απογοήτευση, την αποστράτευση. Για αυτό βλέπει κανείς σήμερα να οδηγούνται προς τον ΣΥΡΙΖΑ εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους ρεύματα: υπερεπαναστάτες αναρχικοί, νεοκομμουνιστές, πούροι λενινιστές, σταλινικοί, τροτσκιστές, λενινιστές, αλτουσεριανοί, προμοντέρνοι και μεταμοντέρνοι.
Με αυτά τα κριτήρια θα έλεγε κανείς ότι αντιμετωπίζονται και ζητήματα, όπως το γυναικείο ή το LGBD. Από τη μία εκδιώχνονται στην αταξική κοινωνία υποταγμένα στην εργατική χειραφέτηση και από την άλλη ορίζονται ως τεράστια αυτόνομα κοινωνικά πεδία πέρα από κάθε ταξικότητα. Ακόμα και εάν στα λόγια κανένας δε θα παραδεχτεί το ένα ή το άλλο άκρο στην πραγματικότητα ή σε τελική ανάλυση αυτοί είναι δύο πόλοι που αντιπαρατίθενται. Και έρχονται στην επιφάνεια με τα χαρακτηριστικά και των δύο ειδών μεταφυσικής που περιγράψαμε πιο πάνω, κάτι που είναι ίσως και λογικό γιατί φαίνεται πως είναι τα κύρια διακυβεύματα που ταλανίζουν το εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Μάλιστα, διαπερνούν όλες τις αντιλήψεις, ρεύματα, οργανώσεις άσχετα εάν φαίνεται ότι πολώνονται με τη μία ή την άλλη αποκρυστάλλωση.
Τα πράγματα όμως ίσως είναι πολύ πιο απλά, Ο κομμουνιστικός φεμινισμός χρησιμοποιούσε παλιά τον όρο “διπλή σκλαβιά”: οι γυναίκες εργάτριες σκλάβες της πατριαρχίας, σκλάβες και του καπιταλισμού, σκλάβες του συζύγου, σκλάβες και του αφεντικού. Ο αγώνας ενιαίος, αλλά και διακριτός. Επίσης, ο αγώνας είναι διαρκής από τώρα μέχρι και την κομμουνιστική κοινωνία. Είναι διαρκής θέτοντας αιτήματα και κατακτώντας στο παρόν θέσεις τόσο σε θεσμούς όσο και σε συνειδήσεις. Μεγάλος κόμβος δεν μπορεί παρά να είναι η αντικαπιταλιστική ανατροπή και η χειραφέτηση της εργατικής τάξης από τα δεσμά της εκμετάλλευσης.
Με άλλα λόγια, το γυναικείο ή LGBD κίνημα θέτει ζητήματα αστικοδημοκρατικής ελευθερίας και δικαιωμάτων. Θα πρέπει να τα θέτουμε και να τα διεκδικούμε στο σήμερα, να απαιτούμε να κατοχυρωθούν θεσμικά στο αστικό κράτος. Αλλά θα πρέπει πάντα να γνωρίζουμε πως κανένα από αυτά τα αστικά δημοκρατικά δικαιώματα δεν πρόκειται στην πράξη να εφαρμοστεί ή να πραγματωθεί στην ολότητά του μέσα σε ένα αστικό καθεστώς ή μια αστική δημοκρατία. Κανένα υποκείμενοι δεν χειραφετηθεί στην πράξη γιατί από αυτά θα εξαιρούνται στην πράξη όσοι/ες βιώνουν την διπλή σκλαβιά και εκμετάλλευση τόσο εξαιτίας της έμφυλης ή ταυτοτικής υποτέλειας όσο και εξαιτίας της εργατικής υποτέλειάς τους. Ακόμα και εάν εξαφανίσουμε τυπικά τη μία σκλαβιά στην πράξη δε θα γίνει πραγματικότητα εάν δεν επέλθει μια συνολική ρήξη.
Το γυναικείο ζήτημα είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Οι γυναίκες σήμερα έχουν κατακτήσει δικαιώματα και ρόλους μέσα στην καπιταλιστική κοινωνία που ήταν αδύνατο να τα φανταστούν καν μερικές δεκαετίες πρωτύτερα. Υπάρχει κανείς που στα αλήθεια να πιστεύει πως το γυναικείο ζήτημα έχει εκλείψει σήμερα; Αντίθετα, εμφανίζεται με διάφορους τρόπους και ίσως ακόμα πιο οξύ. Και εμφανίζεται εξίσου εκεί που η καπιταλιστική σκλαβιά είναι πιο σκληρή, δηλαδή στα πιο κατώτερα εργατικά στρώματα, στο προλεταριάτο, αλλά κι εκεί που κυριαρχεί μέσα στο σπίτι ή τις σχέσεις ο “άνδρας ηγεμόνας” - επιτυχημένο στέλεχος ή επιχειρηματίας, καθώς καταγράφονται πολλά στοιχεία γυναικείας καταπίεσης ή εκμετάλλευσης στα μεσαία και ανώτερα αστικά στρώματα. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση το φεμινιστικό και γυναικείο κίνημα δεν μπορεί να μην θέτει άμεσους στόχους που φαίνονται εκ πρώτης άποψης διαταξικοί ή υπερταξικοί, αλλά σε κάθε περίπτωση το πρόβλημα προκύπτει από τις κυρίαρχες εκμεταλλευτικές σχέσεις. Το γυναικείο και φεμινιστικό κίνημα είναι λοιπόν ως έναν βαθμό ένα αυτόνομο κοινωνικό πεδίο παρέμβασης-κίνημα, αλλά ταυτόχρονα και δεν είναι. Αναγκαστικά πρέπει να εντάσσεται στο ευρύτερο εγχείρημα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Και όχι μόνο για το μέλλον, αλλά και γιατό παρόν. Για να διαμορφώνει στο παρόν έναν άλλον πολιτισμό, μια άλλη κουλτούρα. Έναν πολιτισμό βασισμένο σε αυτό που γενικά έχει ονομαστεί ανθρωπισμός απέναντι στην βαρβαρότητα του κυνισμού και της χυδαιότητας.
Με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να βλέπουμε και τις Παρελάσεις Περηφάνιας. Είναι σημαντικά γεγονότα ως αυτόνομα ζητήματα, αλλά μόνο ως ένα σημείο. Γιατί όπως φαίνεται από τις κριτικές πολλών καλύτερα ενημερωμένων από εμένα, αυτονομούν πλήρως και τελικά υποτάσσουν το όλο κίνημα εντός του αστισμού. Μάλιστα, θα έλεγε κανείς πως συχνά γίνονται φορέας ενός άλλου αντιδραστικού φιλελεύθερου αστισμού. Δεν είναι τυχαίο πως η πλειοψηφία των gay ή lesbian είναι φορείς φιλελεύθερων αντιδραστικών ιδεολογιών πιστεύοντας πως ο δυτικός δημοκρατικός κόσμος είναι ο μόνος που εγγυάται την ελευθερία τους και σιχαίνονται την αριστερά. Πρόσφατα, αντιπαρατέθηκα στο internet με έναν gay πάνω στο παλαιστηνιακό. Ο ίδιος υποστήριζε τους ισραηλινούς γιατί πίστευε πως το Ισραήλ είναι ο παράδεισος ελευθερίας για τους gay και πως εκεί θα πάει να μείνει εάν επικρατήσει η Χρυσή Αυγή!!!! Επίσης, θυμάμαι το σοκ μιας λεσβίας “απολιτίκ”-αντιαριστερής όταν συνειδητοποίησε πως θα απολυθεί από το δημόσιο όπου εργαζόταν ως εκπαιδευτικός και ότι οι μόνοι που είχε για υπερασπιστές ήταν οι κομμουνιστές.
Στο σημείο αυτό θα αναφέρω την κριτική ενός άλλου φίλου, όχι gay, στην εμμονή των κομμουνιστών με ένα θέμα τόσο μακρινό για τους ίδιους, όπως το παλαιστηνιακό. Γιατί θα πρέπει κανείς να νοιάζεται για την Παλαιστήνη, όταν στην χώρα του υπάρχει τόση μεγάλη κρίση; Θα υπενθυμίσω όμως και στην στάση των ελλήνων κομμουνιστών στα πογκρομ των φασιστών στις εβραϊκές κοινότητες της Θεσσαλονίκης το καλοκαίρι του 1931. Αρχειομαρξιστές και κομματικοί έκαναν αλυσίδες έξω από τα σπίτια των εβραίων φίλων, συναδέλφων και συντρόφων τους απέναντι στους βάρβαρους εθνικιστές ομοεθνείς τους. Μπορεί, εμείς οι κομμουνιστές, αν χρειαστεί, να δώσουμε την ζωή μας για ανθρώπους φαινομενικά άσχετους και ξένους, αλλά εμείς απλά δεν το βλέπουμε έτσι. Πράγματι, εμείς κομμουνιστές είμαστε περίεργοι άνθρωποι. Ίσως γιατί ο υλισμός μας τελικά μας οδηγεί, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, στη μεταφυσική πίστη μιας ενιαίας ανθρώπινης οντότητας και ενότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου