του Κώστα Παλούκη
Πάνος Καμμένος:
Πρώιμος εισηγητής του
«αντιμεταπολιτευτικού» αντιδημοκρατικού λόγου της «λαϊκής δεξιάς»
Ο
Πάνος Καμμένος είναι ενεργός πολιτικά από την δεκαετία του 1980 ως μέλος της ΟΝΝΕΔ.
Εκλέχτηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1993 στην Β΄Αθηνών με την Νέα Δημοκρατία
και έκτοτε συνεχίζει να εκλέγεται. Το 1995 σε μια εικονική τηλεοπτική δίκη για
τον βίαιο ξυλοδαρμό δεκαεξάχρονου μαθητή από δέκα άνδρες των ΜΑΤ στα γεγονότα
του Πολυτεχνείου τον Νοέμβρη του 1995 ο Καμμένος υπερασπίζεται τους
αστυνομικούς με το επιχείρημα ότι ο νεαρός είναι αναρχικός. Σε μια εποχή όπου
ακόμα και ο Κούγιας ανέπτυσσε δημοκρατικά αντανακλαστικά, ο Καμμένος ταυτιζόταν
με τον πιο ακραίο αντιδημοκρατικό αυταρχισμό και την ποινικοποίηση των
πολιτικών ιδεών. Ο ίδιος αυτοτοποθετείται στην λαϊκή δεξιά υιοθετώντας και
αναπαράγοντας όλο το πακέτο της ρητορικής της: Νέα Τάξη, συνωμοσιολογία, αντιπαγκοσμιοποίηση,
αντι-αναρχικός λόγος, πατριωτισμός, αντιτουρκισμός, εμμονή με το σκοπιανό,
φιλοορθοδοξία, εθνικισμός με εμμονή στην ορθόδοξη πλευρά του ελληνισμού.
Πρωταγωνιστούσε
στην παραγωγή ενός αντιδραστικού αντι-πασοκικού λόγου που ήθελε το ΠΑΣΟΚ να
κρύβεται πίσω από την ΕΟ17Νοέμβρη, μια λογική που προσπαθούσε να ενοχοποιήσει
ουσιαστικά το σύστημα της μεταπολίτευσης και να το συνδέσει με
την τρομοκρατία. Ο ίδιος έγραψε το βιβλίο "Τρομοκρατία, θεωρία και πράξη", όπου ανοιχτά υποστήριξε την συμμετοχή
πολιτικών προσώπων από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ στην οργάνωση 17
Νοέμβρη, κάτι που ο ίδιος πια αποδέχεται ως λάθος.
Κρατώντας αυτό το συνεχές του αντι-πασοκισμού συνέβαλε στην διαμόρφωση μιας
αντι-πασοκικής ρητορικής που θέλει το ΠΑΣΟΚ να ταυτίζεται με τα σκάνδαλα:
πρωταγωνιστούσε στην ανάδειξη των διαφόρων λιστών της Στάζι που υποτίθεται ότι
αποδείκνυαν όχι μόνο την εμπλοκή του ΠΑΣΟΚ με την 17Ν, αλλά και την προώθηση συγκεκριμένων
επιχειρηματιών, π.χ. Κόκκαλης, πρόσφατα ανέδειξε την διαπλοκή του ΠΑΣΟΚ και του
Τσουκάτου με την Ζίμενς και πολύ πρόσφατα είχε καταγγείλει στην Βουλή την
συμμετοχή του Αντρίκου
Παπανδρέου, αδερφού του Γιώργου Παπανδρέου, στο διοικητικό συμβούλιο ελβετικής εταιρίας που επένδυε σε Συμβάσεις
Ανταλλαγής Κινδύνου Αθέτησης (CDS) εις
βάρος της Ελλάδας. Ο Καμμένος εμπλέκεται σε διάφορους μηχανισμούς που επικοινωνούν
με την Εκκλησία και γι’ αυτό έχει
παρασημοφορηθεί με το Μεγαλόσταυρο της Τιμής από το Πατριαρχείο Τσεχίας και με
το Παράσημο της Τιμής από το Πατριαρχείο
των Ιεροσολύμων. Για
παράδειγμα έχει γράψει μια τριλογία με τίτλο:"Eλληνισμός-Ορθοδοξία στην Δεύτερη Χιλιετία", Τόμος 1,
(1997), "Ελληνισμός-Ορθοδοξία στην Δεύτερη Χιλιετία", Τόμος 2,
(1998), "Ελληνισμός-Ορθοδοξία στην Δεύτερη Χιλιετία", Τόμος 3,
(1999).
Τη δεκαετία του 2000 μια σειρά από ιδεολογικές μάχες με βάση την ιστορία
συγκροτούν ένα ρεύμα εθνικιστικών διανοουμένων οι οποίοι ορίζουν τον
αυτοαποκαλούμενο «πατριωτικό χώρο». Ένα ευρύ τόξο από πρώην αριστερούς, πρώην
αναρχικούς, πρώην ΠΑΣΟΚ, παραδοσιακούς δεξιούς έως και ακραίους δεξιούς,
Βορίδη, Καρατζαφέρη και Χρυσή Αυγή δίνουν ιδεολογικές μάχες εναντίον των δήθεν αναθεωρητών και των «διεθνιστών» που
απειλούν την εθνική ταυτότητα. Το μεταναστευτικό ζήτημα λειτουργεί ως
καθοριστικός παράγοντας καθώς διαχέει τον ρατσισμό στην κοινωνία. Ο
Καρατζαφέρης με το ΛΑΟΣ είναι αυτός που θα καταφέρει να εκφράσει εκλογικά αυτό
το ρεύμα.
Κύριος εκφραστής της
δεξιάς αντιμνημονιακής ριζοσπαστικοποίησης του αυτοαποκαλούμενου "πατριωτικού
χώρου"
Με αυτόν τρόπο ο Καμμένος κρατάει το νήμα από το ελληνοχριστιανικό ιδεώδες
του μετεμφυλιακού δεξιού λόγου συμβάλλοντας καταλυτικά στην παραγωγή και
αναπαραγωγή πολλών αντιδραστικών και αυταρχικών ιδεολογημάτων της λαϊκής δεξιάς
τα οποία σήμερα το αντιδραστικό μνημονιακό τόξο καθιστά κυρίαρχο λόγο και τα
επιβάλλει στο κοινοβουλευτικό σύστημα ως αντιδραστική εκτροπή. Ωστόσο τελικά ο
ίδιος οδηγείται σε ρήξη με αυτό το μνημονιακό μπλοκ κρατώντας το συνεχές του
αντιγερμανισμού. Σε καμία περίπτωση όμως δεν αρνείται, αλλά υποστηρίζει την
συνολική αυταρχοποίηση του κοινοβουλευτικού συστήματος. Ο ίδιος τα τελευταία
δύο χρόνια πρωταγωνίστησε σε έναν αντιμνημονιακό αγώνα από δεξιά πλευρά
υιοθετώντας πολλά από τα στοιχεία της αριστερής κριτικής στο μνημόνιο, π.χ.
στάση πληρωμής. Όταν η ΝΔ ψήφισε το δεύτερο μνημόνιο και συμμετείχε στην
κυβέρνηση Παπαδήμου, ήρθε σε ρήξη με την ηγεσία του κόμματος εκφράζοντας ένα
σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων της δεξιάς.
Ο Καμμένος επιχειρεί να καλύψει το αντιμνημονιακό πολιτικό κενό που αφήνει
η ΝΔ. Κυρίως όμως προσπαθεί να εκφράσει έναν δεξιό ριζοσπαστισμό που
αναπτύχθηκε στο κίνημα των αγαναχτισμένων με εθνικιστικά, αντιγερμανικά,
εθνικοανεξαρτησιακά χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα η δεξιά αντιμνημονιακή
ριζοσπαστικοποίηση των αγανακτισμένων της άνω πλατείας προτάσσει την ενότητα
όλων των ελλήνων ανεξάρτητα από κόμματα και ιδεολογίες ενάντια στους προδότες
πολιτικούς που επέβαλαν το Μνημόνιο και τους Γερμανούς επικυρίαρχους. Συνολικά, ασκεί μια κριτική στο χρεωκοπημένο
κοινοβουλευτικό σύστημα προτάσσοντας ένα νέο πολιτικό μοντέλο βασισμένο σε έναν
άριστο με ηθική, μακριά από την διαπλοκή, και γενικότερα σε ένα «αριστοκρατικό»
μοντέλο που προσιδιάζει σε δικτατορία. Στα λόγια η κριτική αυτή αναζητά στην
καλύτερη εκδοχή της έναν «ηγέτη», και στην χειρότερη εκδοχή της έναν τίμιο
Παπαδόπουλο, μια καλή «χούντα» που έκανε έργα. Το γεγονός ότι η απάντηση που
έδωσαν οι «αγαναχτισμένοι» στο σύνθημα «να καεί, να καεί το μπουρδέλο η Βουλή»
υπήρξε η «Χούντα δεν τελείωσε το 73, Ψωμί, παιδεία Ελευθερία» δεν επέτρεψε να ηγεμονεύσει
ένας δεξιόστροφος αντικοινοβουλευτισμός που αναζητά βοναπαρτιστικές λύσεις,
αλλά ένας αριστερόστροφος αντικοινοβουλευτισμός που γενικά ζητά περισσότερη
δημοκρατία, περιόρισε τις αυταρχικές τάσεις του πατριωτικού χώρου να βγουν
πολιτικά στην επιφάνεια μέσα στην πλατεία.
Η λειτουργία των 300 της άνω πλατείας, αλλά και η ίδρυση της Σπίθας του
Μίκη Θεοδωράκη σαν τμήμα του κινήματος των αγανακτισμένων συγκροτεί σαφώς όμως
έναν χώρο που αυτοπροσδιορίζεται σαν «πατριωτικός» μέσα στο κίνημα των αγαναχτισμένων.
Επιπλέον και προς το παρόν η δράση του Καζάκη και άλλων παραγόντων έδιναν την
εντύπωση ότι ηγεμονεύει στον αντιμνημονιακό πατριωτικό χώρο ένας πατριωτικός
γιακωβινισμός με ριζοσπαστικά κοινοβουλευτικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο το ρεύμα λύσεων
αυταρχικής κατεύθυνσης, αλλά σε αντιμνημονιακό παρανομαστή, συνέχιζε να
διεκδικεί πολιτικό εκφραστή. Σε κάθε περίπτωση ο αυτοκαλούμενος «πατριωτικός χώρος»
του κινήματος δεν κατάφερε να αποτυπώσει ένα συγκεκριμένο πολιτικό πρόταγμα και
ένα νέο πολιτικό μόρφωμα στο πολιτικό σκηνικό. Τόσο η προσπάθεια του Θεοδωράκη
με την Σπίθα αρχικά και το ΕΛΛΑΔΑ στη συνέχεια όσο και η πιο πετυχημένη σε
ανταπόκριση προσπάθεια του Καζάκη, αλλά σε κατευθύνσεις ριζοσπαστικού
γιακωβινισμού και όχι αυταρχισμού, φαίνεται ότι αποτυγχάνουν. Ωστόσο όμως
υπάρχει ένα υπαρκτό κοινωνικό αντιμνημονιακό ρεύμα που ταλαντεύεται ανάμεσα σε
ΛΑΟΣ, Χρυσή Αυγή, Νέα Δημοκρατία και ενδεχομένως ανάμεσα σε κόμματα της
αριστεράς (με τη λογική της πιο συνεπούς και διακριτής αντιμνημονιακής στάσης).
Ο Πάνος Καμμένος από την αρχή προσπάθησε να επικοινωνήσει με αυτό το δεξιό
ριζοσπαστικό ρεύμα. Για αυτό συμμετείχε στην Σπίθα του Θεοδωράκη καταφέρνοντας
μάλιστα να ηγεμονεύσει και να διαμορφώσει έναν πιο σταθερό ιδεολογικό και
πολιτικό πυρήνα ως πρόπλασμα του νέου κόμματος με ανθρώπους που εμπλέκονταν ή
αναφέρονταν στο κίνημα των Αγανακτισμένων Πολιτών από δεξιά πλευρά. Η αποτυχία
των άλλων μετριοπαθών ή αριστερόστροφων καταβολών σχηματισμών του
αυτοαποκαλούμενου πατριωτικού χώρου (ΕΠΑΜ) να αναδειχθούν «από τα κάτω», η
ανοιχτή συμμετοχή της ΝΔ στο μνημονιακό μπλοκ, η χρεωκοπία του ΛΑΟΣ, αλλά και η
ανάδυση της Χρυσής Αυγής σαν μιας ακραίας, φασιστικής και εκτός του
αντιμνημονιακού κινήματος δύναμης επέτρεψε στον Καμμένο να προσπαθήσει να
εκφράσει τον αντιμνημονιακό «πατριωτικό χώρο από τα πάνω». Στόχος του να
ενσωματώσει και να μετασχηματίσει το κίνημα του «πατριωτικού χώρου» σε
συστημικό επίπεδο μετατρέποντας τα αυταρχικά στοιχεία του σε αστικό πολιτικό
σχέδιο.
Ο ίδιος ο Πάνος Καμμένος χαρακτηρίζεται ως εκατομμυριούχος, ενώ διαθέτει
σχέσεις με άλλα πρόσωπα του επιχειρηματικού κόσμου και δίκτυα εθνικιστών
διανοουμένων και του εκκλησιαστικού κατεστημένου. Ο αυτοαποκαλούμενος
πατριωτικός χώρος κοινωνικά εκφράζει κυρίως μικρούς και μεσαίους ελεύθερους
επαγγελματίες, συνταξιούχους και εν ενεργεία στελέχη στα σώματα ασφαλείας,
συντηρητικά στρώματα της εργατικής ταξης, αλλά και ένα τμήμα
ριζοσπαστικοποιημένης εθνικιστικής νεολαίας με οπαδικά πολιτισμικά
χαρακτηριστικά. Γίνεται σαφές λοιπόν πως μερίδα της αστικής τάξης με την ίδρυση
του κόμματος του Πάνου καμμένου τοποθετείται με μεγαλύτερη σαφήνεια αρνητικά
απέναντι στην μνημονιακή πολιτική, χωρίς όμως να φλερτάει με την δραχμή, και επιχειρεί
από τα πάνω να συγκροτήσει ένα νέο μπλοκ εξουσίας με αυταρχικά χαρακτηριστικά.
Η συγκρότηση των Ανεξάρτητων Ελλήνων
Στις 24 Φεβρουαρίου 2012 ο Πάνος Καμμένος διακήρυξε
ιντερνετικά την ίδρυση του Κόμματος των Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Στο πρόγραμμα που
έδωσε στην δημοσιότητα αποτυπώνεται καθαρά η ρητορική του δεξιού κέρας των
αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος. Με αυτή την έννοια οι Ανεξάρτητοι
Έλληνες δεν συνιστούν μια απλή διάσπαση της ΝΔ, αλλά εκπροσωπούν ένα νέο
πραγματικό πολιτικό, ιδεολογικό «πατριωτικό» ρεύμα μέσα στην κοινωνία το οποίο συγκροτήθηκε
και αναδείχτηκε την περίοδο της εφαρμογής του μνημονίου και εκφράστηκε στο πάνω
τμήμα της πλατείας Συντάγματος. Γι’ αυτό το λόγο ο Καμμένος κατάφερε τόσο
εύκολα να αποκτήσει αποδοχή και να έχει δημοσκοπική επιτυχία. Για παράδειγμα το
Κόμμα της Κατσέλη δεν παρουσιάζει κάποια δημοσκοπική επιτυχία επειδή ακριβώς
χρεώνεται τη συμμετοχή τους στο μνημόνιο 1, αλλά επειδή κυρίως δεν έχει μια
τέτοια διασύνδεση με κοινωνικά ρεύματα.
Με την ίδρυση του νέου κόμματος ο Καμμένος έθεσε τη βάση της
εθνικοπατριωτικής του ανάλυσης: «Η Ελλάδα είναι ο στόχος της νέας τάξης
πραγμάτων. Μας συνάντησαν στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και αναχαιτίσαμε το
παντοδύναμο Γ Ράιχ. Τους καθυστερήσαμε και κάναμε ελεύθερη την Ευρώπη. Σήμερα
ξαναήλθαν με οικονομικούς δολοφόνους και προσπάθησαν να κάνουν τους Έλληνες να
ντρέπονται. Δεν συμβιβαζόμαστε με τη νέα τάξη πραγμάτων». Αυτή «η
Νέα Τάξη πραγμάτων» μέσω των μνημονίων «προκάλεσε την εθνική ταπείνωση» και «την βίαιη οικονοµική επίθεση στην Ελληνική
οικογένεια». Στόχος του κόμματος να «να απαλλαγεί η χώρα από την πρώτη τετραετία από τον άξονα κατοχής των
τραπεζιτών». Οι πρώτες του κινήσεις ήταν να επισκεφθεί το Δίστομο
και η επόμενη την Κύπρο όπου έδωσε το παρόν στις εκδηλώσεις για την εθνική
επέτειο των κυπρίων και ταυτίστηκε πλήρως με το κίνημα της ΕΟΚΑ.
Η ιδρυτική διακήρυξη αναφέρεται «στις αρχές της Εθνικής Ανεξαρτησίας και περηφάνιας, της λαϊκής
κυριαρχίας, της πρόταξης του εθνικού συµφέροντος, της τήρησης του Συντάγµατος
και της κοινοβουλευτικής δηµοκρατίας». Ζητά «την κατάργηση του µνηµονίου», ενώ δηλώνει πως «αρνείται
να δεχτεί το επαχθές, παράνοµο χρέος που διαµορφώθηκε µε τοκογλυφικά επιτόκια».
Κατηγορηματικά «απορρίπτει την εκχώρηση της Εθνικής Κυριαρχίας και την
κατάργηση του Έθνους-Κράτους», ενώ «απαιτεί την κατάργηση κάθε ασυλίας αξιωµατούχων, βουλευτών και
υπουργών για εγκλήµατα που διέπραξαν κατά του Ελληνικού λαού και της
Δηµόσιας περιουσίας. Απαιτεί την τιµωρία των καταχραστών του Δηµοσίου χρήµατος
και την δήµευση των περιουσιακών τους στοιχείων». Αναφέρεται σαφώς στο ζήτημα
«καθορισµού των Ελληνικών ΑΟΖ» και της «διεκδίκησης των οφειλόµενων από την
Γερµανία αποζηµιώσεων και των κατοχικών δανείων». Με έναν πιο γενικό τρόπο
αναφέρεται στην «ισονοµία, ισότητα, αλληλεγγύη, δικαιοσύνη και αξιοκρατία»,
αλλά την προστασία της «Ελληνικής οικογένειας και του πολίτη από την επίθεση
των αγορών». Δηλώνει πίστη (γιατί άραγε χρειάζεται μια τέτοια δήλωση;) «στο
πολίτευµα της κοινοβουλευτικής δηµοκρατίας» και επιδιώκει «την ενίσχυση και
επέκταση των θεσµών της, µε άµεση συµµετοχή των πολιτών στη λήψη των
αποφάσεων». Τέλος, δηλώνει ακράδαντη πίστη «στις αξίες και την διαχρονικότητα
της Ορθοδοξίας».
Από τη μία προσπαθεί σαφώς να φτιάξει ένα
εθνικοπατριωτικό αντι-γερμανικό εθνικιστικό αφήγημα, μια σύγχρονη και μοντέρνα
εκδοχή του «Ελλάς – Ελλήνων – Χριστιανών». Από την άλλη όμως προσπαθεί να
παρουσιαστεί ως κόμμα μετριοπαθές που υπερβαίνει τον άξονα δεξιά-αριστερά,
προφανώς σε αντίθεση με το ακραίο ΛΑΟΣ ή την Χρυσή Αυγή δηλώνοντας πίστη σε
κοινοβουλευτικές δομές. Σε αυτήν την κατεύθυνση μάλιστα απεύθυνε και πρόταση
συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Δημαράς,
ενώ στην διακήρυξη επιχειρεί να ενσωματώσει και στοιχεία των αιτημάτων των
αγανακτισμένων της κάτω πλατείας. Ωστόσο
το κύριο πρόβλημα που αναγνωρίζει ως συνέπεια της κυριαρχίας των αγορών και της
πολιτικής του μνημονίου είναι η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας από τους
Γερμανούς, ενώ τα δημοκρατικά, κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα απουσιάζουν ως
προβληματική. Οι γερμανοί αναβιβάζονται σε εθνικούς εχθρούς με ανοιχτούς
λογαριασμούς από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και με ένα τρόπο, θα έλεγε κανείς,
απλά παίρνουν την ρεβάνς με ένα οικονομικό πόλεμο. Οι άλλοι προαιώνιοι εχθροί
(Τούρκοι, Αλβανοί, Βούλγαρου, Σκοπιανοί, κλπ) παραμένουν στον ρόλο τους, αν και
σε λανθάνοντα θέση. Εξίσου σημαντική πλευρά του αντιμνημονιακού λόγου είναι η
υπεράσπιση της ελληνοχριστιανικής ταυτότητας. Στην πραγματικότητα η
διακήρυξή του είναι εξαιρετικά ετεροβαρής υπέρ ενός ελληνοχριστιανικού
εθνικισμού, ενώ υπολείπεται ουσιαστικά σε αναφορές σχετικά με ζητήματα
δημοκρατίας.
Οι αρχές της διακήρυξης των Ανεξαρτήτων Ελλήνων: Η παγκοσμιοποίηση, η συρρίκνωση της
παραγωγικής βάσης και η φαβελοποίηση
Στο ζήτημα της ΕΕ οι Ανεξάρτητοι Έλληνες έχουν σαφή στάση υπέρ της. Όμως
διαφωνούν με ένα σχέδιο φεντεραλιστικής πολιτικής ενοποίησης καταγγέλοντας την
εκτροπή της ΕΕ σε χρηματοοικονομικής δικτατορίας
με σκοπό τον έλεγχο των ευρωπαίων και την «φαβελοποίησή» τους. Από αυτήν
την πλευρά ασκεί κριτική στον ρόλο της κοινής ευρωπαϊκής αγοράς σαν δούρειο
ίππο αυτής της πολιτικής και την καταφανή παραβίαση των Ευρωπαϊκών Συνθηκών με
συνέπεια «η παραχώρηση εθνικών δημοκρατικών
δικαιωμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο» να έχει «ως απότοκο την αφαίρεση θεμελιωδών
ανθρώπινων δικαιωμάτων». Θεωρεί πως το υπάρχον «δίλημμα “μείωση της
Δημοκρατίας” ή “μείωση της ανισότητας”» «ταυτίζεται
σε αυτή την περίπτωση με το δίλημμα “καταστροφή της Ευρώπης μέσω μηχανισμών
συρρίκνωσης της οικονομίας, της κοινωνίας και της δημοκρατίας” ή “διάσωση της Ευρώπης μέσω της επαναφοράς της στις
αρχές και τις αξίες που διέπουν την ίδρυσή της”». Συνεπώς δηλώνει πως «είναι
ιδεολογικά αντίθετο με την καταστροφή της Ευρώπης». Υπερασπίζεται με λίγα λόγια
την παλιά «καλή Ευρώπη».
Αυτός ο διαχωρισμός σε καλή και κακιά Ευρώπη και ο λόγος για «εκτροπή» από
το αρχικό ευρωπαϊκό πνεύμα ουσιαστικά «αποκρύβει» τις ευθύνες συνολικά του
αντιδραστικού, αντεργατικού και αντιλαϊκού χαρακτήρτα με βάση τον οποίο
οικοδομήθηκε η ΕΕ και το Ευρώ και διασώζει τον «ευρωπαϊσμό», αλλά και επιτρέπει
την υποστήριξη ενός άλλου «ευρωπαϊσμού» που θα σέβεται την εθνική ανεξαρτησία
των κρατών μελών.
Η μόνη ουσιαστικά αναφορά σε κάποια μορφή
κοινωνικού ζητήματος συνδέεται με την συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης ως
αποτέλεσμα της υποκατάστασης των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών με ξένα
προϊόντα και ξένες επιχειρήσεις. Η αιτία γι’ αυτό είναι «η συμμετοχή της χώρας
στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά και το άνοιγμα στο διεθνές εμπόριο». Η πολιτική του
μνημονίου ενισχύει αυτήν την κακή επιχειρηματικότητα των αλλοδαπών
επιχειρηματιών και εξαφανίζει την υγιή ελληνική επιχειρηματικότητα, καταστρέφει
τη μεσαία τάξη και φαβελοποιεί την κατώτερη. Ωστόσο ο Καμμένος δεν υποστηρίζει
την έξοδο της χώρας από αυτό το πλέγμα, αλλά υποστηρίζει την εκπόνηση ενός
εθνικού σχεδίου το οποίο θα υποστηρίζει την υγιή ελληνική επιχειρηματικότητα,
έναντι της αλλοδαπής και των ασυδότων μεσαζόντων.
Το κόμμα του Καμμένου αυτοχαρακτηρίζεται σαν κίνημα, ενώ χρησιμοποιεί και
τον όρο «επανάσταση». Θεωρητικά απαντά «στο οικονομικοκοινωνικό πλέγμα του παγκόσμιου συστήματος» «υπέρ της μείωσης της ανισότητας» έναντι «της
μείωσης της Δημοκρατίας», ενώ διατυπώνει ως προγραμματική αρχή την «υπεράσπιση
των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Παρά τις διακηρύξεις «περί ανθρωπισμού» και την
καταγγελία της φαβελοποίησης, ο ρόλος της εργασίας και των εργαζομένων από τις
αναλύσεις του Καμμένου απουσιάζουν. Ο όρος «φαβελοποίηση» υποδηλώνει ουσιαστικά
τον φόβο για την δημιουργία γκέτο φτωχών όχι όμως από την πλευρά των
συμφερόντων της εργασίας, αλλά από την πλευρά των κυρίαρχων τάξεων. Περισσότερο
και ρητά μάλιστα εκφράζει τα συμφέροντα της μεσαίας τάξης που διαλύεται.
Αποτιμά θετικά την υγιή ελληνική επιχειρηματικότητα έναντι της ξένης
παρασιτικής ή διαλυτικής στην παραγωγική βάση. Στην πράξη το εθνικό σχέδιο του
Καμμένου αφορά την προσπάθεια των μεσαίων τάξεων να αμυνθούν απέναντι στο
διεθνές χρηματοπιστωτικό και μονοπωλιακό σύστημα, και της εγχώριας
«παραγωγικής» αστικής τάξης να ανασυγκροτηθεί, να ενδυναμωθεί και να
αναβαθμιστεί μέσα στα πλαίσια του υπάρχοντος διεθνούς ιμπεριαλιστικού
πλέγματος. Το εθνικοανεξαρτησιακό αίτημα δεν συνδέεται με το κοινωνικό αίτημα,
όπως συμβαίνει π.χ. σε αριστερόστροφες πατριωτικές ή αντιμονοπωλιακές αναλύσεις,
αλλά είναι ένα σχέδιο κοινωνικής συμμαχίας υπέρ του ελληνικού κεφαλαίου.
Το νέο μοντέλο διακυβέρνησης, η αποτύπωση του «κράτους στρατηγείου» υπέρ
του κεφαλαίου
Σε άλλα σημεία το σχέδιο διακυβέρνησης του κόμματος του Καμμένου είναι
αποκαλυπτικό σε πολλές πλευρές του σε σχέση με τις πολιτικές διαθέσεις του
αρχηγού του. Ουσιαστικά προτείνει ένα συνολικό μετασχηματισμό του μοντέλου
διακυβέρνησης σε αντιδραστική, «στρατοκρατική» και «αριστοκρατική» κατεύθυνση.
Μέχρι σήμερα η εκτελεστική εξουσία
αναλάμβανε εν λευκώ το σύνολο της διακυβέρνησης με βάση μια ισχυρή και
αδιασάλευτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ένα είδος κοινοβουλευτικής δικτατορίας.
Όμως πολύ εύκολα η αλλαγή κόμματος στην εξουσία και οι εκλογικές διαδικασίες
δεν επέτρεπαν μια συνέχεια, συνέπεια και αποτελεσματικότητα στον σχεδιασμό και
την εφαρμογή μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής. Στο πρόγραμμα του Καμμένου «ο
προσδιορισμός και η διασφάλιση των εθνικών στρατηγικών στόχων» συνιστά την βάση
της πολιτικής του πρότασης και γύρω από αυτήν την ιδέα οικοδομεί το σχέδιο
διακυβέρνησης. Ο Καμμένος υιοθετώντας ιδέες από την αμερικάνικη ή και τουρκική
πολιτική πρακτική θέτει επί τάπητος το ζήτημα των υπερκομματικών «εθνικών
στόχων», τον διακομματικό σχεδιασμό τους και συνεπή εφαρμογή τους. Οι εθνικοί
στόχοι είναι ουσιαστικά τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης και συνολικά
του ελληνικού αστισμού σε συδνυασμό με τα λεγόμενα «εθνικά ζητήματα».
Στο μοντέλο του Καμμένου προκρίνεται ένα
σύστημα διοίκησης και διακυβέρνησης το οποίο υποβαθμίζει τα εκλεγμένα
διοικητικά και εκτελεστικά όργανα υπέρ μόνιμων και σταθερών επιτροπών με σκοπό την υπερκομματική αντιμετώπιση
στρατηγικών ζητημάτων εθνικής ασφάλειας
και στρατηγικής
στο σύνολο των προς επίτευξη εθνικών στόχων. Συγκεκριμένα,
προτείνει την ίδρυση μιας σειράς συμβουλίων με εθνικό, στρατηγικό χαρακτήρα: «Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας», καθώς και «Γενικής
Γραμματεία Ελλήνων Εξωτερικού», «Συμβουλίου Εθνικής Στρατηγικής και Διαχείρισης
Κρίσεων», «Συμβουλίου Στρατηγικής Υποστήριξης».
Το
Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας θα δημιουργείται υπό
τον Πρωθυπουργό με 8ετή θητεία και θα απαρτίζεται από «έναν Σύμβουλο
Εθνικής Ασφαλείας, ο οποίος έχει όλες τις αρμοδιότητες τουΥπουργού που
προβλέπονται από το Σύνταγμα» και «τον Αναπληρωτή Σύμβουλο Εθνικής
Ασφαλείας – Ανώτατο Αξιωματικό ε.α.των Ενόπλων Δυνάμεων, τον Αναπληρωτή
Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας – Ανώτατο Αξιωματικό ε.α.των Σωμάτων Ασφαλείας, τους Αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων και των
Σωμάτων Ασφαλείας» και «τους 20 καλύτερους Στρατηγικούς Αναλυτές
της χώρας». Το 5ετούς θητείας ΣυμβούλιοΣτρατηγικής
Υποστήριξης απαρτίζεται «από 3 μέλη
οριζόμενα από την Ακαδημία Αθηνών, 3 μέλη οριζόμενα από τη Σύνοδο
των Πρυτάνεων, 3 μέλη οριζόμενα από το Εθνικό
Συμβούλιο της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, και 3 μέλη οριζόμενα
κατόπιν διαβούλευσης της Γενικής Γραμματείας Ελλήνων Εξωτερικού με την Ελληνική
επιστημονική κοινότητα στην αλλοδαπή». Το Συμβούλιο Εθνικής Στρατηγικής
καιΔιαχείρισης Κρίσεων απαρτίζεται από
«τον Πρωθυπουργό, τον Υπουργό Εξωτερικών, τον
Υπουργό Οικονομικών, το
Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, τον
Σύμβουλο Στρατηγικής Υποστήριξης και
όποιον άλλο υπηρεσιακό παράγοντα κρίνουν οι ανωτέρω ότι πρέπει να
παραστεί στις συνεδριάσεις του που θα είναι τακτικές (μια κάθε
μήνα) και έκτακτες, όποτεπαραστεί ανάγκη». Παράλληλα η ευθύνη του Υπουργείου
Αμύνης και του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφαλείας (προφανώς πρώην ΠΡΟΠΟ)
ανατίθεται στην «φυσική τους ηγεσία», δηλαδή στους ένστολους αντίστοιχα
Αρχηγούς ΓΕΕΘΑ και Αστυνομίας, ενώ η ευθύνη του Υπουργείου Δικαιοσύνης
αντίστοιχα στους δικαστικούς, δηλαδή στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου.
Άλλες διατάξεις του μοντέλου διακυβέρνησης
περιορίζουν την αυτονομία των υπόλοιπων υπουργείων, ενώ διαμορφώνεται ένα
υπερ-υπουργείο Εσωτερικού Ελέγχου με σκοπό την καταπολέμηση των προβλημάτων
διαφοθοράς και διαπλοκής. Ταυτόχρονα προτείνει την δημιουργία Ειδικής Επιτροπής
Λογιστικού Ελέγχου, ενσωματώνοντας αριστερόστροφα αντιμνημονιακά αιτήματα, και
μια Ειδική Επιτροπή Διεκδίκησης Αποζημιώσεων.
Με το σχέδιο διακυβέρνησης ο Καμμένος
αποτυπώνει σε πρόταση εξουσίας το δεξιό αντιμνημονιακό αίτημα για ενάρετη
πολιτική, υπέρβαση του κοινοβουλίου και εν γένει των «πολιτικών» υπέρ ειδικών
επιτροπών και την αναβάθμιση του στρατιωτικού παράγοντα και των “think tanks”. Το μόνο που δεν προτείνει είναι να
αναλάβει ο Αρχιεπίσκοπος το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων! Δεν είναι οι
απαξιωμένοι πολιτικοί, αλλά ένα είδος κρατικών αξιωματούχων σε ρόλο «manager» που αναλαμβάνουν την
διοίκηση του κράτους στα πιο στρατηγικά του ζητήματα. Πρόκειται για μια σαφή
και ξεκάθαρη πρόταση έμμεσης κατάργησης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας υπέρ
μίας είδους μιλιταριστικής και αντιδραστικής κρατικής γραφειοκρατικής
δικτατορίας. Το κράτος παραδίδοντας στρατηγικά τμήματα της διακυβέρνησης από
τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και την κοινοβουλευτικής βάσης παραγωγή πολιτικού
σχεδιασμού μετατρέπεται ξεκάθαρα σε ένα «κράτος στρατηγείο» με σκοπό να
υπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα που δεν είναι άλλα από τα συμφέροντα του
μεγαλαίου κεφαλαίου.
Στην πράξη το σχέδιο του Καμμένου όχι μόνο
δεν αντιτίθεται στην αντιδημοκρατική μετάλλαξη της αστικής δημοκρατίας και
υπονόμευση της λαϊκής κυριαρχίας, αλλά τη εμβαθύνει και την αποκρυσταλλώνει
θεσμικά. Το ζήτημα είναι το ελληνικό κεφάλαιο να δρα όχι μόνο «ανεξάρτητο» από
την Γερμανία, αλλά και «ανεξάρτητο» από τον λαό και τις όποιες δεσμεύσεις
μπορεί να επιβάλλει στο κεφάλαιο μια αστικού τύπου δημοκρατική κοινοβουλευτική
εναλλαγή. Με αυτόν τον τρόπο παγιώνει θεσμικά την αντιδραστική μετάλλαξη της
αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας την εποχή του «ολοκληρωτικού
καπιταλισμού».
Το πολιτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης
Στο πολιτικό πρόγραμμα
οι Ανεξάρτητοι Έλληνες προτείνουν μια σειρά από αναπτυξιακά έργα υποδομών. Σε
αυτά τον κύριο λόγο θα έχουν ιδιωτικές επιχειρήσεις, αλλά το κράτος θα διατηρεί
μερίδιο ελέγχου και μικρή συμμετοχή. Αποδίδει εξαιρετικά δυσανάλογη σημασία
στον ρόλο των επαγγελματικών μεταφορών φυτιοφόρων, αλλά και ταξί, πράγμα που
υποδηλώνει την σαφή διάθεσή τους να εκφράσει το ευρύ συντηρητικό στρώμα των
ιδιοκτητών βυτιοφόρων και ταξί. Ανάλογα προσπαθεί να ικανοποιήσει όλα τα
μισθολογικά, ιδεολογικά και θεσμικά αιτήματα των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων
ενισχύοντας σημαντικά τον ρόλο τους στο πολιτικό σύστημα.
Επίσης, κεντρικό ρόλο
στην ανάλυσή του αποδίδει στο επίσης εξαιρετικά συντηρητικό στρώμα της
ελληνικής ομογένειας προσπαθώντας να ικανοποιήσει το σύνολο των αιτημάτων τους,
αλλά και να κεντρικοποιήσει τον ρόλο τους μέσα στο ελληνικό έθνος. Μάλιστα
υπόσχεται δικαίωμα ψήφου στην ομογένεια, μια λογική που παραβιάζει ουσιαστικά
τη δυνατότητα να αποφασίζουν για την μοίρα τους όσοι κατοικούν στην Ελλάδα. Απέναντι
σε μια λογική γεωγραφικού πολιτικού έθνους στο οποίο εντάσσονται οι μειονότητες
και εν δυνάμει οι μετανάστες προτάσσει το φυλετικό έθνος. Η ελληνική κυβέρνηση
θα είναι κυβέρνηση όλων των απανταχού ελλήνων πέρα από τα υπαρκτά σύνορα.
Οι προτάσεις του για την
δημόσια διοίκηση είναι ενδεικτικές της υιοθέτησης όλου του πακέτου της
αντιδραστικής μεταρρύθμισης που έφερε το μνημόνιο: Κατάργηση της Μονιμότητας
στο δημόσιο με συνταγματική αναθεώρηση (ενδεχομένως η επόμενη βουλή να είναι σε
θέση να αναθεωρήσει τη συγκεκριμένη διάταξη), γενικότερα στοχοποίηση των
δημοσίων υπαλλήλων (έλεγχος της περιουσίας του, αυστηροποίηση του πειθαρχικού
κώδικα), μείωση του κράτους, εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου από το οποίο
εξαιρούνται τα σώματα ασφαλείας.
Υπόσχεται Νέα Μεταναστευτική
Πολιτική στην οποία ουσιαστικά συγκεκριμενοποιεί σε σαφές σχέδιο όλα τα
αντιδραστικά αιτήματα της δεξιάς ρατσιστικής αντιμεταναστευτικής ρητορείας.
Π.χ. «Ενεργοποίηση Προγράμματος ολικής απέλασης λαθρομεταναστών που σε βάθος
τετραετίας θα υλοποιηθεί με απελάσεις και επαναπροωθήσεις.» «Καθορισμός
μέγιστου ποσοστού μεταναστών επί του συνολικού πληθυσμού το οποίο δεν δύναται
να υπερβαίνει το 2,5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας και με την προϋπόθεση
ότι αυτό είναι οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμο». «Έλεγχος αν και για πόσο
χρόνο έκαστος μετανάστης είναι οικονομικά ενεργός, αν εργάζεται νόμιμα, αν έχει
οικογένεια ή παιδιά, αν καταβάλει εισφορές ο εργοδότης του και ο ίδιος, αν έχει
τραπεζικό λογαριασμό και εν γένει έλεγχος της οικονομικής και κοινωνικής συνεισφοράς
του στο παραγόμενο προϊόν της χώρας, καθώς και του επιπέδου κατανόησης της
γλώσσας και γνώσης της ιστορίας και του πολιτισμού της χώρας». Σαφής ρατσιστική
διάκριση των μεταναστών σε λευκούς και μη λευκούς καθώς δίνει «προτεραιότητα
στους μετανάστες από Ευρωπαϊκή Ένωση, Βόρεια Αμερική και Ωκεανία» και «εν
συνεχεία προτεραιότητα σε μετανάστες από λοιπή Ευρώπη, Λατινική Αμερική και
κατόπιν όλοι οι λοιποί».
Πάλι σε ευθύ συντονισμό
με το συντηρητικό πνεύμα αποδίδει τεράστια σημασία στο ζήτημα της
υπογεννητικότητας και της ενίσχυσης της μητρότητας για τους έλληνες. Στο οικονομικό
πρόγραμμα επεξεργάται ένα σχέδιο εξορθολογικοποίησης και βελτίωσης του
φορολογικού συστήματος με άξονα κυρίως τον τομέα της επιχειρηματικότητας. Στο
πρόγραμμα για την παιδεία υπόσχεται καθιέρωση των ιδιωτικών πανεπιστημίων,
πλήρης κατάργηση σου Πανεπιστημιακού Ασύλου, ιδεολογική διόρθωση των σχολικών
συγγραμμάτων επί του εθνικότερου, ακόμη πιο στενή διασύνδεση των ελληνικών
πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας και με την βιομηχανία, πρόγραμμα
εξελληνισμού της μουσουλμανικής μειονότητας.
Στον τουρισμό υπόσχεται
ενίσχηση του τομέα με διάφορα μέτρα, αλλά το ενδιαφέρον εστιάζεται στην
ενίσχυση του «ορθόδοξου και εκκλησιαστικού» τουρισμού, αλλά και του συνεδριακού
τουρισμού. Στην ναυτιλία εξισου παρέχει
ένα σχέδιο υποστήριξης όλων των αιτημάτων της «ναυτιλιακής κοινότητας».
Στα εργασιακά ζητήματα δεν
υπόσχεται κάπου ρητά μια καλύτερη κατάσταση από την μνημονιακή, εκτός από την
κατοχύρωση κατώτατης σύνταξης στα 800 ευρώ και την δημιουργία 4 ταμείων: «(α)
Δημοσίων Υπαλλήλων, (β) Ιδιωτικών Υπαλλήλων, (γ) Ένστολων και (δ) Δικαστών, και
δημιουργία ενιαίου Κεντρικού Φορέα Υγείας για όλους τους ασφαλισμένους.», ενώ
στοχοποιεί τον συνδικαλισμό και τον ταυτίει με την «οκνηρία». Υπόσχεται
ενίσχηση της φαρμακοβιομηχανίας.
Στην δικαιοσύνη υπόσχεται διοικητικό
εκσυγχρονισμό, αλλά και ένα σκληρό «σωφρονιστικό» σύστημα με φυλακές υψίστης
ασφαλείας με τη συμμετοχή στρατηγικού επενδυστή, στα πρότυπα των αμερικανικών
φυλακών. Κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας.
Τι είναι οι Ανεξάρτητοι Έλληνες;
Σε κάθε περίπτωση το πρόγραμμά του είναι υπέρ των δυνάμεων του κεφαλαίου
και σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των εργαζομένων, των
νέων, των ανέργων, των συνταξιούχων και των γυναικών, ενώ απουσιάζει κάθε ιδέα
για τον αγροτικό τομεά. Η επικράτησή του δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα
εξορθολογισμένο «μνημόνιο» χωρίς το μνημόνιο και όπως θα το ήθελε να το
εφαρμόσει ανεξάρτητη η ελληνική αστική τάξη και συγκεκριμένα εκείνη η μερίδα
που θίγεται από την υφεσιακή πολιτική του μνημονίου. Για αυτό το λόγο δεν
έρχεται σε σύγκρουση με βασικές εμμονές του αστισμού, όπως είναι το Ευρώ και η
ΕΕ. Το κράτος του Καμμένου είναι μια σύγχρονη εκδοχή ενός κοινοβουλευτικού
στρατοκρατικού «κράτους στρατηγείου» με στόχο την ενίσχυση της «παραγωγικής»
ελληνικής αστικής τάξης στο διεθνές ιμπεριαλιστικό πλέγμα. Σε αυτήν την
κατεύθυνση δεν αναζητά συμμαχίες με τα εργατικά στρώματα και με τον λαό, αλλά
με τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας: ένστολοι, εκκλησία,
δικαστικοί, επιχειρηματίες, «εθνικιστές διανοούμενοι της δεξιάς», ιδιοκτήτες
βυτιοφόρων και ταξί. Με λίγα λόγια τις κλασσικές κοινωνικές συμμαχίες που
στηρίζουν μια νεοφιλελεύθερη Χούντα, όπως εκείνη του Πινοσέτ. Στοχοποιούνται οι
δημοκρατικές, πολιτικές, κοινωνικές, συνδικαλιστικές ελευθερίες, οι ελευθερίες
του ανθρώπου και των μεταναστών. Υπόσχεται μια μόνιμη κοινοβουλευτική
χούντα.
Από αυτήν την άποψη όχι μόνο καλύπτει το κενό που αφήνει το ΛΑΟΣ στον
πατριωτικό χώρο, αλλά εκφράζει με ένα πιο συγκεκριμένο και πιο σαφές πρόγραμμα
τα πολιτικά αιτήματα αυτού του χώρου. Βρίσκεται στην ίδια συνέχεια με την Χρυσή
Αυγή, παρότι θέλει να εμφανίζεται πιο μετριοπαθές.
Συνεπώς, ο Καμμένος εμφανίζεται ως μια σοβαρή εναλλακτική εκδοχή μέσα στα
πλαίσια του συστήματος. Ενδεχομένως σε μια μαζική κρίση απονομιμοποίησης του
αυταρχικού μνημονιακού αστικού μπλοκ εξουσίας να μπορέσει να εκφράσει το
αντιμνημονιακό ρεύμα διατηρώντας την ουσία της αυταρχικής και αντιδημοκρατικής
εκτροπής και διατηρώντας το δεξιό ρήγμα από το αριστερόστροφο αστικοδημοκρατικό
κοινοβουλευτικό κλίμα της μεταπολίτευσης. Δηλαδή να ενισχύσει την τάση για μια
«νέα μεταπολίτευση» στη βάση ενός λιγότερου δημοκρατικού κοινοβουλευτικού
πολιτικού συστήματος διατηρώντας το σύνολο των ανατροπών στα εργασιακά και
κοινωνικά δικαιώματα που επέβαλε το μνημόνιο.
Είναι σαφές ότι παρά την αντιμνημονιακή ρητορεία ταυτίζεται στην ουσία με
την μνημονιακή πολιτική εναντίον των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Το
αντιμνημονιακό πρόγραμμα του Καμμένου επιβεβαιώνει ότι η αυτονομία του εθνικού
ζητήματος από το δημοκρατικό και κοινωνικό ζήτημα στην κατεύθυνση ενός πλατιού
εθνικού και πατριωτικού αντιμνημονιακού μετώπου, όπως πολλοί ακόμη και από την
αριστερά υποστηρίζουν, όχι μόνο δεν είναι η λύση του προβλήματος της φωτοχοποίησης
και της διάλυσης του κοινωνικού κράτους, αλλά το αντίθετο είναι δυνατόν να
οδηγήσει στα ίδια αποτελέσματα για την πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού. Οποιαδήποτε
ρητορική στείρου πατριωτικού αντιγερμανισμού, εθνικής περηφάνειας και ανάτασης
και εθνικής ανεξαρτησίας από τη νέα κατοχή με σκοπό να δημιουργηθεί ένα Νέο εθνικοανεξαρτησιακό
ΕΑΜ με μόνο στόχο την εθνική ελευθερία είναι μια εξίσου επικίνδυνη αντεργατική,
αντιλαϊκή πολιτική πρόταση.
Η απάντηση στη μνημονιακή πολιτική, αλλά και στο «εθνικό ζήτημα» που
προκύπτει μπορεί να δοθεί μόνο μέσα από ένα αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και
ανατροπής ενάντια στο μαύρο μπλοκ τρόικας, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ και άκρας δεξιάς, ενάντια
σε αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα, ενάντια σε μέτρα περιορισμού των
δημοκρατικών και πολιτικών ελευθεριών, ενάντια στον πυρήνα της λογικής του
κεφαλαίου άσχετα με το μνημόνιο. Ένα τέτοιο μέτωπο οφείλει να είναι διεθνιστικό
και να θέτει ως αναγκαίο βήμα την αποδέσμευση από ΕΕ, Ευρώ και την διάλυση
αυτών των κεφαλαιοκρατικών θεσμών με στόχο μια νέα διαθνιστική ενοποίηση των
λαών της Ευρώπης σε σοσιαλιστική κατελυθυνση. Να θέτει ως στόχο την παραγωγική
ανασυγκρότηση της χώρας με βάση τα συμφέροντα και τις ανάγκες της εργαζόμενης πλειοψηφίας
από τους ίδιους τους παραγωγούς (αγροτικούς συνεταιρισμούς, εργατικό έλεγχο σε
εργοστάσια). Ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί παρά να είναι αντικαπιταλιστικό και
να αποκαλύπτει ότι ο ίδιος ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός ευθύνεται για
την παγκόσμια φτώχια. Οφείλει να διεκδικεί μια νέου τύπου δημοκρατία η οποία να
συνδυάζει τις παραδόσεις της εργατικής και άμεσης συνελευσιακής δημοκρατίας σε
εργασιακούς χώρους και γειτονιές με την θεσμοποίηση οργανωμένης πολιτικής
αντιπροσώπευσης αιρετών και ανακλητών εκπροσώπων.
Η αριστερά δεν πρέπει να χαρίζεται στον Καμμένο επειδή παρουσιάζει έναν
ρηχό αντιμνημονιακό λόγο γιατίστην ουσία δεν είναι "αντιμνημονιακός"!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου