Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Ο συντροφικός άνθρωπος είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση του ΔΣΕ

Ο Γιώργος Κατσής γεννήθηκε στην Άνω Κτημένη Καρδίτσας το 1928. Στην Κατοχή ήταν μέλος της ΕΠΟΝ. Ο πατέρας του Νικόλαος ήταν πρόεδρος του Λαϊκού Δικαστηρίου στο χωριού, ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός του Κώστας σκοτώθηκε ως αντάρτης του ΕΛΑΣ. Το 1947, για να αποφύγει την καταδίωξη παρακρατικών ομάδων, πήγε αντάρτης στα Άγραφα και αργότερα στην 105 Ταξιαρχία του ΔΣΕ στο Γράμμο. Πήρε μέρος στην επική μάχη του Κλέφτη το 1948, βρέθηκε στην εμπροσθοφυλακή κατά τη διείσδυση στο Βίτσι και πολέμησε σε όλες τις μάχες για  την ανακατάληψη του Γράμμου το 1949 κινδυνεύοντας να σκοτωθεί στα Πατώματα. Φοίτησε στη Σχολή Ανθυπολοχαγών του Γενικού Αρχηγείου (ΣΑΓΑ). Τραυματίστηκε δύο φορές. Από το 1949 έως το 1986 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη όπου σπούδασε και εργάστηκε ως αρχιμηχανικός. Σήμερα ζει στην Αθήνα και είναι μέλος του ΚΚΕ.  


-           Γιατί καταταγήκατε στο Δημοκρατικό Στρατό;
Για να πάρεις μια εικόνα, το 1945 δρούσαν στην Θεσσαλία δεκάδες ληστοσυμμορίες που σκότωναν και λεηλατούσαν. Τον Ιούνιο πιάσαν τον αδελφό μου το Μήτσο, τον κρέμασαν από ένα δέντρο, τον έκαναν κιμά από το ξύλο και μετά τον αφήσανε. Τον ξανάπιασαν για να τον εκτελέσουν αλλά γλίτωσε με επέμβαση του μακαρίτη του πατέρα μου. Από τότε, η οικογένειά μας ήταν στο στόχαστρο. Στις αρχές του ’46 πήγα τσοπανόπουλο στα πρόβατά μας. Εκείνη την περίοδο είχε κορυφωθεί η τρομοκρατία και κρατούσαμε περίπου 17 αντάρτες καταδιωκόμενους με επικεφαλής το Νάκο το Μπελή. Τους πηγαίναμε ψωμί. Στις 19 του Ιούλη μετακινήθηκαν και μαζί τους έφυγε κι ο αδερφός μου ο Μήτσος. Εμάς, με τον πατέρα, τη μάνα μου και τις αδελφές μου μας πήγαν «εξορία» στην Καρδίτσα κι ένας ανθυπομοίραρχος Χαλντούπης διέταξε τον πατέρα μου να πάει να φέρει τον αδερφό μου απ’ το βουνό: «Κύριε Νίκο, φέρε τα παιδιά σου και αύριο θα ‘σαι ελεύθερος». Εμάς μας απολύσανε αλλά τον πατέρα μου τον κρατήσανε, τον καταδικάσανε σε θάνατο, μετά σε ισόβια κι απολύθηκε το ’61! Ποιος; Αυτός που έφτασε πολεμώντας μέχρι το Σαγγάριο, έχασε κι έναν αδελφό του εκεί πέρα, και έφερε και το «μανλιχέρι» από κει (μ’ αυτό σκοτώθηκε ο αδερφός μου στον ΕΛΑΣ).
-           Πότε και σε ποια μονάδα ενταχθήκατε;
            Το ’47 τον Ιούλιο μήνα, αφού μας κυνηγούσαν, πήγα στο Αρχηγείο Αγράφων. Εκεί αρχηγός ήταν ο Γεδεών Λουλές και ο Θόδωρος Καλλίνος (Αμάρμπεης), αρχηγός –με συγχωρείς– με αρχίδια. Αυτός έβαλε τάξη κι όλες οι επιθέσεις γίνονταν κανονικά. Όταν πήγα αντάρτης, μας κάψαν το σπίτι, μας πήραν όλο το κοπάδι. Οι αδελφές μου (και η μικρότερη, 17 χρονών) αναγκαστικά ήρθαν μαζί μας. Το Σεπτέμβριο μιας μεγάλη πορεία –περίπου 4.000 ανθρώποι, τραυματίες, ανάπηροι, παιδιά– φύγανε απ’ τα Άγραφα για να περάσουν στην Ελεύθερη Ελλάδα. Να περάσουμε τα Τζουμέρκα και να βγούμε στο Μέτσοβο…Μετά 17 μερόνυχτα, βγήκαμε στο Μέτσοβο. Στις 25 Οκτωβρίου 1947 δώσαμε και την πρώτη μάχη, ήμουνα με μια ομάδα, 7-8 παιδιά απ’ το χωριό μου. Πού ξέραμε! Τρέχαμε μέσα στα δέντρα, τουφεκάγαμε μπαμ μπουμ! Εκεί έγινε το στρατόπεδο: γυναίκες, γέροι, μικρά παιδιά, να τους ταΐσεις, να τους ντύσεις μες στο χειμώνα…Εκεί, μετά τη Μάχη της Κόνιτσας (Δεκέμβριο μήνα), έγινε μια ανακατάταξη και απ’ την ομάδα ασφαλείας του Αρχηγείου, εγώ και κάποιοι άλλοι σύντροφοι πέσαμε στο τάγμα του Ηλία Αλευρά, στην 105η Ταξιαρχία με διοικητή τον Παύλο Τομπουλίδη, μόνιμο αξιωματικό. Περάσαμε από το Γράμμο στο Βίτσι, καθίσαμε στο Πισοδέρι (χωρίς μάχες) μέχρι περίπου τις αρχές του Μαΐου του ’48 όταν μετακομίσαμε στο Γράμμο και περάσαμε δυο αποστολές από την Κατάρα. Την Κατάρα την «καταραμένη» που λέω εγώ…Και μετά, με διαταγή, πήγαμε στα οχυρά που έπρεπε να κατασκευαστούν και να επανδρωθούν στο Γράμμο. Κι εμείς ταχθήκαμε στον Κλέφτη.
-           Μιλήστε μου λίγο για τις οχυρώσεις στο Γράμμο.
Κοίταξε να δεις, τα οχυρά –ή «αμπριά» που τα λέγαμε– ήταν ορύγματα σκαμμένα στο χώμα, σκεπασμένα με δυο ή τρεις σειρές κορμούς δέντρων και είχανε μια ή δυο θυρίδες πολυβόλου κατά την κατεύθυνση που περίμενες επίθεση. Ανάμεσα στα αμπριά υπήρχε το χαράκωμα επικοινωνίας. Όπου υπήρχε δυνατότητα βέβαια. Να μπορεί δηλαδή ανάμεσά τους να γίνεται επικοινωνία, εντολές για επίθεση, οπισθοχώρηση.
-           Όλα αυτά τα σκάψατε μόνοι σας;
Βέβαια! Υπήρχε και τάγμα πριν από μας που με διαταγή του Γενικού Αρχηγείου είχε φτιάξει τις οχυρώσεις στον Κλέφτη.
-           Ποια ήταν η διάταξή σας στη Μάχη του Γράμμου;
 Ο Κλέφτης ήταν στο Δυτικό Γράμμο όπου ήμασταν τρεις ταξιαρχίες, η 102, η 103 και η 105. Μέτωπο είχαμε από Σούσνιτσα, Τσομπάνη μέχρι τον Κλέφτη, με κατεύθυνση από τα νοτιοδυτικά προς τα ανατολικά. Στον Ανατολικό Γράμμο ήταν η Χ και η ΙΧ Μεραρχία του ΔΣΕ, με τις ταξιαρχίες 16, 18 και άλλες μονάδες. Όλοι υπαγόμασταν στην 670 Μονάδα, δηλαδή την τακτική διοίκηση του Γράμμου.
-           Θα μου περιγράψετε τη Μάχη του Κλέφτη;
Έξω απ’ την Κόνιτσα υπάρχει μια λαγκάδα που λέγεται «Τράπεζα». Εκεί είχαν στήσει 42 πυροβόλα. Τα είδαμε από ανιχνευτικές κρούσεις που κάναμε και καταλάβαμε ότι σήμερα-αύριο αρχίζουν οι επιχειρήσεις. Το κύριο ήταν να κρατήσει η κορυφογραμμή. Οι μάχες άρχισαν στις 20 Ιουνίου. Από το πρωί έρχονταν οι λεγόμενοι «γαλατάδες», τα ανιχνευτικά αεροπλάνα. Το δεύτερο σκέλος ήταν τα καταδιωκτικά, μετά το πυροβολικό και μετά ο στρατός. Έφταναν σε απόσταση 10-15 μέτρα. Τους πετούσαμε χειροβομβίδες όρθιοι και ρίχναμε τα Πάντσερ (αντιαρματικές γροθιές). Είναι καταστρεπτικό όπλο το Πάντσερ, και για σκοτωμό και για πανικό. Κάνει μεγάλο κρότο. Κι αν δεν ξέρεις να το κρατήσεις, τα αέρια θα σε τινάξουν. Το βράδυ κάναμε ανιχνεύσεις, και η μία πλευρά και η άλλη. Αυτό σε καθημερινή βάση. Και 3 φορές την ημέρα! 4 φορές την ημέρα! Στις 3 ή 4 Ιουλίου που μας παρακολουθούσε κι ο βασιλιάς απ’ τον Άη-Λια της Κόνιτσας είχε καεί ο τόπος…Τα έλατα κλαδεύτηκαν όλα από πάνω, όπως κλαδεύεις τ’ αμπέλι. Νομίζεις ότι δεν είχε μείνει ψυχή. Πτώματα, τραυματίες, κακό…Το βασικό ήταν οι ρουκέτες. Είχαν πολύ συνδυασμένα πυρά. Αλλά ο Κλέφτης δεν έπεσε. Πόσες επιθέσεις κάνανε! Εγώ σε όλη τη μάχη ήμουνα σύνδεσμος με τη διοίκηση, τον Ηλία τον Αλευρά και τον Πολιτικό Επίτροπο, τον Παύλο Κοντογιώργο, παλιός κομμουνιστής, αυτός με έκανε και μέλος του Κόμματος. «Γιώργο, πρόσεξε, φυλάξου!» έλεγε συνέχεια. Ο Κοντογιώργος ήταν «εμψυχωτής», πήγαινε στο χαράκωμα κι εμψύχωνε. Αυτό ήταν μεγάλο πράγμα σε κείνες τις κρίσιμες στιγμές. Ήταν ένα αμπρί που δεν έπεφτε με τίποτα. Με δυο μαχητές και δυο μαχήτριες με δύο πολυβόλα Μπρεν. Τους πήγαινα εγώ φαγητό και σφαίρες. Αυτό κράτησε μέχρι τις 11 Ιουλίου, περίπου 20 μέρες. Και μας αντικατέστησε το Τάγμα του Παλαιολόγου της 102 Ταξιαρχίας. Είχαν φτάσει δίπλα στον Κλέφτη αυτοί. Και στις μάχες τραυματίστηκε και ο Παλαιολόγου.
-           Πόσες απώλειες είχατε;
Το δικό μας το τάγμα μόνο είχε 50 νεκρούς (και δυο λοχαγοί, ο ένας σκοτώθηκε μπροστά μου) και κάπου 120 τραυματίες, μαζί κι η αδελφή μου η Ελένη. Να δεις πώς έκλαιγε όταν φεύγαμε…Αυτή ήταν η ιστορία του Κλέφτη. Να το πούμε για να το ξέρει ο κόσμος, το πρώτο πλήγμα στο ηθικό του Εθνικού Στρατού ήταν εδώ, στον Κλέφτη. Τους είχανε πει ότι σε 20 μέρες θα έχουν ανέβει στα βουνά και θα έχουν εξοντώσει τους ληστοσυμμορίτες.  
-           Ποια ήταν η επόμενη αποστολή σας;
Το επίλεκτο πια τάγμα του Αλευρά, παίρνουμε διάταξη απ’ τη Σαμαρίνα προς τη Ζούζουλη και Επταχώρι. Και καλύπταμε από τα αριστερά την 103 Ταξιαρχία του Υψηλάντη (Αλέκου Ρόσιου), διοικητής με αρχίδια, συγνώμη για την έκφραση…Οι μάχες που γινόντουσαν ήταν πολύ σκληρές. Όλη την πλευρά όπως είναι η Σαμαρίνα και τα αντερείσματα και βγαίνει η οροσειρά προς τα κάτω, την κάλυπτε η 103. Σκληρές μάχες. Εμάς δε μπορούσανε να μας σπάσουν πουθενά αλλά σπάσανε την 103 τελικά και κινήθηκαν να βγουν στον Άι-Λια της Φούρκας και να βγούνε στο Ταμπούρι. Με διαταγή του Γενικού Αρχηγείο στον Αλευρά γρήγορα να συμπτυχθούμε και να τους προλάβουμε στο Ταμπούρι. Φτάσαμε στο Ταμπούρι. Ο Αλευράς δίνει διαταγή σε ένα λοχαγό Γιούρα –Σλαβομακεδόνας– και με μια επίθεση ανατρέψαμε ένα λόχο του κυβερνητικού στρατού. Ο Γιούρας παλικάρι, δεν ήξερε τι θα πει πίσω. Έγινε ταγματάρχης και σκοτώθηκε αργότερα στο Μπίκοβικ. Δυο μέρες μας σφυροκοπούσαν από όλες τις πλευρές και με αεροπλάνα. Εδώ σκοτώθηκε και μια χωριανή μου, φιλενάδα με την αδελφή μου. Παίρνουμε διαταγή και περνάμε απέναντί απ’ το Σαραντάπορο, στην Κάτω Αρένα. Πιάσαμε την πλαγιά. Το βράδυ περνάνε μια διλοχία δίπλα απ’ το ποτάμι, κάτω απ’ τις θέσεις μας. Με μια επίθεση λοιπόν, πιάσαμε αιχμαλώτους, και τους ανατρέψαμε, φύγανε προς το Κάντσικο. Έπειτα πιάσαμε την Άνω Αρένα, από εκεί αρχίζει η οροσειρά που βγαίνει στο 2522 (την κορυφή του Γράμμου). Εκεί ήταν γυμνό το μέρος και όλο πέτρα. Χτύπαγε δηλαδή η ρουκέτα και τραυματιζόσουνα απ’ τις πέτρες που χτύπαγαν πάνω στα αμπριά.
Η διείσδυση στο Γράμμο
Μέχρι τις 19 Αυγούστου όλα αυτά. Προετοιμαζόμασταν για το «άλμα» από το Βίτσι στο Γράμμο. Στη Γκίνοβα είχαν συγκεντρωθεί όλα τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, πάρα πολλές δυνάμεις. Και κει πήραμε την εντολή. Θα περνούσαμε ανάμεσα στα φυλάκια του Στρατού στη Γκίνοβα και την Αλεβίτσα. Ώρα περίπου έντεκα παρά τη νύχτα, τρέχει ο λόχος και μαζί ο Παύλος ο Κοντογιώργος, αυτός ο αξέχαστος άνθρωπος. Είχαν συρματοπλέγματα αυτοί και ήταν καλά οχυρωμένοι αλλά εμείς είχαμε και Πάντσερ που ήταν φοβερό όπλο για την επίθεση. Σπάσαμε το χαράκωμα, εξοντώσαμε το φυλάκιο κι αυτοί μαζεύτηκαν προς τα πάνω και άνοιξε ο δρόμος από τα πυρά που κρατούσαν τον αυχένα. Εκεί τραυματίστηκα στο δεξί χέρι, ακόμα μέσα την έχω τη σφαίρα…Μαζί με τον Επίτροπο τραυματίστηκα και περάσαμε μαζί τα σύνορα, σε νοσοκομείο στην Αλβανία. Εμένα με πήγαν στο Ελμπασάν και δεν τον ξαναβρήκα τον Κοντογιώργο. Ήταν απ΄τα γερά στελέχη. Κομμουνιστής-Μπελογιάννης δηλαδή. Να πούμε και το όνομα του αξιωματικού που ήταν ο «αρχιτέκτονας» της διείσδυσης στο Βίτσι: ήταν ο Γιώργος Κατεμής, λοχαγός του αστικού στρατού, μετά επιτελάρχης στο Αρχηγείο Αγράφων. Τον γνώρισα καλά μετά στην Τασκένδη.  
-           Αν δεν κάνω λάθος τραυματιστήκατε ξανά μετά από λίγες μέρες
Ναι. Έκατσα στο Ελμπασάν κάπου 20 μέρες και γύρισα λίγο πριν ξαναρχίσουν οι επιχειρήσεις. Έφτασα στην Κρυσταλλοπηγή και με στείλανε σε ένα τάγμα με έναν Θεσσαλό ταγματάρχη. Στις 11 Σεπτεμβρίου έγινε η μεγάλη επίθεση στο Μάλι-Μάδι. Και ήμουνα ο πρώτος που τραυματίστηκε! Βλήμα στο δεξί χέρι. Φσσσσσ, το αίμα τιναζόταν σαν πίδακας, είχε γεμίσει η χλαίνη αίματα. Και γυρίζω ξανά στο Ελμπασάν. Λέει: «Εσύ χτες δεν έφυγες;!» (γέλια). Και ευγνωμονώ έναν Ούγγρο γιατρό που ήταν εκεί και μου διόρθωσε το χέρι και μπόρεσα μετά να δουλεύω στις οικοδομές.
            Τέλος πάντων, ξαναγύρισα στο Βίτσι, έμεινα κανα-δυο μήνες στο Τάγμα του Γκιτσούλη και το Δεκέμβριο με στέλνουνε στη Σχολή Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου (ΣΑΓΑ) στο Λαιμό Πρέσπας.
-           Πείτε μου δυο λόγια για την εκπαίδευση στη Σχολή
Για να λέμε τα πράγματα σωστά, η εκπαίδευση διήρκεσε πολύ λίγο διάστημα. Ήταν ένα βουναλάκι εκεί στο Λαιμό των Πρεσπών. Τα σύνορα απέναντι. Στο βουναλάκι και μέσα στο χωριό γίνονταν όλες οι ασκήσεις με πραγματικά πυρά. Ασκήσεις τακτικής. Επιτιθέμενοι και αμυνόμενοι. Σε μικρό χρονικό διάστημα γίνονταν οι ασκήσεις, δηλαδή τα μαθήματα ήταν πολύ λίγα. Η θεωρία γινόταν στη λέσχη που ήταν μέσα στο χωριό, το Λαιμό. Τι ήταν η Σχολή Αξιωματικών– για να γίνει κατανοητό: Η Σχολή ήταν η εφεδρεία του Γενικού Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Για να χρησιμοποιηθεί στις πιο δύσκολες επιχειρήσεις. Η Β’, Γ’ και Δ’ Σειρά ήταν στο Γράμμο. Η Ε’ και η ΣΤ’ που ήμουν εγώ ήταν στο Λαιμό. Ήμασταν η τελευταία σειρά. Από 1000 αποφοιτήσαμε κάπου 400.
-           Ποιοι ήταν οι εκπαιδευτές σας;
Ο Ζήσης ο Ζώκας, ο Χρυσόστομος ο Μπουροζίκας, ο Γιώργος Νικολάου (Νώντας), ο Γιώργος ο Βλαχάς (Φωτεινός), όλοι τους λαϊκά στελέχη. Διοικητής της Σχολής ήταν ο Νίκος Νικητίδης (Κόλιας), αξιωματικός της αεροπορίας. Αργότερα σκοτώθηκε.
-           Ποια ήταν η πρώτη μάχη που πήρατε μέρος με τη Σχολή;
Η πρώτη μάχη της Σχολής ήταν η Μάχη της Φλώρινας. Αποτελούσαμε δύναμη ταξιαρχίας με δύο τάγματα. Και το Αρχηγείο –και καλά έκανε– δεν την έστειλε την Ταξιαρχία μέσα στην πόλη γιατί θα είχαμε μεγάλη καταστροφή. Μας έβαλε να πάρουμε τη Μικρή και τη Μεγάλη Βίγλα. Και τα τμήματα που μπήκαν μέσα στη Φλώρινα ήταν ο Σκοτίδας, ο Βαϊνάς, ο Ζυγούρας (Παλαιολόγος) και ο Λευτεριάς με τη 14η Ταξιαρχία που καταστράφηκε τελείως και σκοτώθηκε κι ο ίδιος. Η δική μας περίπτωση, το Τάγμα του Μπουροζίκα: Εμείς πήγαμε να καταλάβουμε τη Μικρή Βίγλα. Είναι ένα άνοιγμα με χωράφια, είχε και λίγο χιονάκι. Μας βλέπανε μια χαρά στο χωράφι και μας περιμένανε πολύ καλά! Και μόλις φτάσαμε στα χαρακώματα, μας πελέκησαν…Το παρακάτω τάγμα –το ΙΙ– είχε πολλές απώλειες στη Μεγάλη Βίγλα. Εμείς λιγότερες γιατί ήμασταν έξω απ’ τον κλοιό. Ο κλοιός ήταν πολύ άσχημα μελετημένος. Σε έφραζαν από παντού. Η 14η Ταξιαρχία  με το Λευτέρη το Λαζαρίδη το μακαρίτη (σκοτώθηκε γρήγορα), δεν είχε διοικητή και αποκλείστηκε. Και το μόνο τάγμα που έφυγε ήταν οι σαμποτέρ που σπάσανε τον κλοιό –ήταν κι ο αδελφός μου μέσα– και βγήκανε απ’ τη χαράδρα. Οι καταστροφές ήταν μεγάλες. Μόνο η Ταξιαρχία του Παλαιολόγου είχε επιτυχίες. Γιατί ο κλοιός ήταν παντού. Από την επίθεση, πέρασαν στην άμυνα και μετά…Μας κλειδώσαν ρε παιδί μου, έγινε μακελειό! Και τα πιο πολλά θύματα δεν ήταν σκοτωμένοι στη μάχη αλλά αιχμάλωτοι που τους εκτέλεσαν. Χειρότεροι από τους Γερμανούς. Φασίστες! Δραματικά πράγματα. Στα δικά τους τα ντοκουμέντα το γράφουν με τρόπο. Και μπαίνει ένα ερώτημα γι αυτούς που θα το γράψουν: Αν χρειαζότανε να χάσουμε 800 άτομα (που χάσαμε), πρέπει να πεις ότι αξίζει η θυσία γιατί θα έχουμε επιτυχία. Αλλά να ξέρεις ότι αύριο «φεύγεις» και να χάνεις ένα επίλεκτο κομμάτι του Δημοκρατικού Στρατού, είναι ανεπίτρεπτο. Για μένα, η Μάχη της Φλώρινας δεν έπρεπε να γίνει.   
Φονικές μάχες σε Κάντσικο και Πατώματα (Απρίλιος 1949)
            Μετά τη Φλώρινα, παίρνουμε εντολή από το Γενικό Αρχηγείο να γίνει η διείσδυση στο Γράμμο. Το Μάρτη μήνα ξεκινήσαμε από το Λαιμό, περάσαμε το Μοσχοχώρι, κάτω απ’ το Νεστόριο. Ακριβώς στις 25 Μαρτίου κάναμε «λούφα», να μη γίνουμε αντιληπτοί. Αλλά αυτοί βγήκαν απ’ το Νεστόρι να κάνουν αναγνώριση. Κι έπεσαν απάνω μας! Θέλαμε δε θέλαμε ανοίξαμε πυρά. Πιάσαμε 25 αιχμαλώτους και γίναμε πια αντιληπτοί. Και φεύγοντας από κει διασχίσαμε 7 μερόνυχτα όλα τα Γρεβενά και φτάσαμε στους Φιλιππαίους. Από τους Φιλιππαίους φτάσαμε στη Σαμαρίνα. Εκεί πιο πάνω είναι ένας αυχένας όπου ξεκουραστήκαμε μια βραδιά κι από κει άρχισε η επιδρομή την 1η του Απριλίου για το Ταμπούρι. Περάσαμε από κάτω για να πάμε στο Κάντσικο (σημερινή Δροσοπηγή). Το λάθος κοίταξε τώρα: Επειδής ήξερα το μέρος πολύ καλά, λέω στον Κόλια: «Σύντροφε διοικητή, κάτι πατήματα βλέπω», «Έλα μωρέ Γιώργο (με ξέραν καλά), οι Βλάχοι είναι που βόσκουν τα πρόβατα». Δεν το πήραμε σοβαρά…Είχε βγει μια διλοχία στο Ταμπούρι και κατέβηκε πιο κάτω στο αντέρεισμα που λέγεται τώρα Αγία Παρασκευή και κάθονταν. Με μια κίνηση μπορούσαμε να τους πιάσουμε όλους αιχμάλωτους. Μόλις άρχισε το πρώτο μπαμ στο Κάντσικο, σαν την οχιά που πας να την πειράξεις, ξύπνησε κι αυτή η διλοχία. Και πάνω στο Ταμπούρι που είχα μείνει εγώ με μια διμοιρία, μας πελεκήσανε! Αεροπορία, πυροβολικό…Κι εμείς κατεβήκαμε πιο κάτω. Το λάθος ήταν που είδαμε τα πρώτα δείγματα στο ντορό και δεν το πήραμε σοβαρά…Και όλο τον καιρό της μάχης στο Κάντσικο είχαμε να αντιμετωπίσουμε το Ταμπούρι που ήταν στα χέρια τους, το αντέρεισμα προς τη Γύφτισσα και το Κάντσικο. Μπήκαμε στο Κάντσικο, δε μπορέσαμε να σπάσουμε. Απ’ τον Αι-Λια της Φούρκας μέχρι τη Γύφτισσα, όλη η Σχολή πολεμούσε. Μπαίνει στη μάχη το ΙΙ Τάγμα με τον Αντώνη τον Τσακμάκη. Πήρε ένα φυλάκιο κι εκεί σταματήσαμε. Αιμορραγία. Ψωμί δεν είχαμε, νερό δεν είχαμε. Εντολή επίθεση την ίδια μέρα. Εν τω μεταξύ αυτοί είχανε πιάσει 7 αιχμαλώτους δικούς μας. Και κάναμε την επίθεση, σπάσαμε τη διλοχία και δεν ξέραν από πού να φύγουν. Και βάλαν τους δικούς μας τους αιχμαλώτους να φωνάξουν σε μας ότι θέλουν να παραδοθούν. Παραδοθήκαν οι περισσότεροι τελικά. Πολλά θύματα στο Κάντσικο, σκοτώθηκε ο ίδιος ο Κόλλιας και λοχαγοί και τραυματίστηκε κι ο Υψηλάντης.
            Περάσαμε στην Κάτω Αρένα κι εγώ εντάχθηκα στο Λόχο Ανιχνευτών. Πηγαίναμε από διαδρομές που τις ήξερα πολύ καλά. Ένα περιστατικό, έτσι για ποικιλία: Μια φορά κάναμε ενέδρα κοντά στην Αγία Παρασκευή. Από τις δυο πλευρές του δρόμου, μέσα σε πυκνούς θάμνους. Πέρασε η φάλαγγα –ένα τάγμα ήταν– και μόλις πέρασε ο τελευταίος ημιονηγός με το όπλο χιαστί, χαπ, τον αρπάζουμε. Και μέσα στη χαράδρα πήραμε απ’ αυτόν «γλώσσα», όπως λέγαμε τη συλλογή πληροφοριών. Και μάθαμε απ’ αυτόν ότι ήταν τάγμα που είχε βγει απ’ τη Σαμαρίνα –είχαν βάσεις μεγάλες.
            Στις 30 Μαΐου έγινε στην Πέτρα Μούκα (ένα μέρος που βγαίνει νερό απ’ την πέτρα. Να το πιεις, σίδερο) μια μεγάλη σύσκεψη για να χτυπήσουμε τη βάση του Στρατού στα Πατώματα του Γράμμου. Ήταν κι ο Γούσιας κι ο επιτελάρχης της ΙΧ Μεραρχίας, ο Γιώργος Ασσούρας. Και ο Στέργιος ο Κόκκας κι ο Αντώνης ο Τσακμάκης, διοικητής του ΙΙ Τάγματος της Σχολής. Καταλήξαμε ότι πρέπει να γίνει πρώτα μια πολύ καλή ανίχνευση. Αυτοί στα Πατώματα είχαν τρεις σειρές συρματοπλέγματα κι ενδιάμεσα σειρές νάρκες. Και μετά τα αμπριά. Μιλάμε για φρούριο άπαρτο! Το μεγαλύτερο οχυρό που υπήρχε στο Γράμμο. Ο Μπαλοδήμος ο μέραρχος έλεγε: «Η Αθήνα θα πέσει, τα Πατώματα δεν θα πέσουν». Πήγανε παιδιά απ’ το μηχανικό δυο βραδιές και κατάφεραν χωρίς ν’ αντιληφθούνε, να απενεργοποιήσουν τις νάρκες. Ανίχνευση πολύ καλή. Και μετά έγινε η επίθεση. Μπροστά στο συρματόπλεγμα ήταν μια πέτρα και καλυπτόμασταν (όπως πάντα, απ’ τα πυρά κοιτάζεσαι πού να προφυλαχθείς). Αλλά εκεί είχανε 8 καναδέζικους όλμους και την είχαν επισημάνει την πέτρα. Ξέρεις, εγώ δεν φοβήθηκα στο βουνό ούτε αεροπορία ούτε τίποτα, παρά μόνο τον όλμο. Δεν ήξερες από πού θα σου ‘ρθει! Όσο καλός μαχητής να ήσουνα, δε μπορούσες να φυλαχτείς ούτε κάτω από πέτρα ούτε κάτω από δέντρο. Σ’ αυτή ακριβώς την πέτρα, τραυματίζεται θανάσιμα ο Αντώνης ο Τσακμάκης. Του κόπηκε το πόδι…Κι αναλαμβάνουμε εμείς την επίθεση. Πήραμε τα δυο μπροστινά πολυβολεία αλλά δε μπορέσαμε να προχωρήσουμε καθόλου. Από τα αριστερά ήμασταν εγώ, ο Καστανάς ο Φάνης κι ένας Γιώργος Πόντιος, πολυβολητής. Έρχεται από πίσω μου ο Αχιλλέας ο Προυτσάλης (που είχε αναλάβει διοικητής της Σχολής) και με χτυπάει στο ώμο: «Γιώργο, τι κάνεις εδώ; Επίθεση!». Αριστερά ήταν ένα πολυβολείο με 7 άτομα. Από πίσω του ήταν ένα άλλο με 25 άτομα. Εμείς είχαμε πυρά με τον μπροστινό. Μόλις είπαμε «επίθεση» και σηκώνεται ο πολυβολητής μας ο Γιώργος, μπαμ πάρτον κάτω. Εγώ ρίχνω δυο χειροβομβίδες, περνάω το πολυβολείο με τους 7 και πάω κατευθείαν σε κείνο με τους 25. Από πίσω μου όμως βγήκε ένας λοχίας να με καθαρίσει αλλά πρόλαβε ο Καστανάς ο Φάνης που ερχόταν πίσω μου και μπαμ μπαμ μπαμ…Και πιάσαμε 20 άτομα. Βγήκαν έξω, τρέμανε…Θυμάμαι αυτό το λοχαγό τους. «Από πού είσαι;», «Απ’ την Καρδίτσα», «Α, κι εγώ απ’ το Μουζάκι. Πάρε πατρίδα, πάρε!». Μου έδωσε το ρολόι του, να μην τον σκοτώσω…Ήταν κι ένας ταγματάρχης σκοτωμένος, πήρα τη χλαίνη του... Εφτά άτομα με μια γυναίκα μπροστά τους πήγαμε όλους στην Πέτρα Μούκα. Αυτοί μπορούσαν να φύγουν αλλά απ’ το φόβο τους (κάθε πέτρα κι αντάρτης σου λέει), δεν κάναν τίποτα. Και σε ένα άλλο ύψωμα που ήταν απέναντι, την Οξιά, κάναμε μια κρούση την άλλη μέρα και το εγκατέλειψαν από φόβο μην πάθουν τα ίδια. Κι έμεινε όλος ο Σαραντάπορος ελεύθερος για το Δημοκρατικό Στρατό. Ο Στρατός δεν το περίμενε, εμείς ήμασταν για υποχώρηση και να χουμε τέτοια επιτυχία! Σ’ αυτή τη μάχη είχαμε πολλά θύματα και πολλές ανδραγαθίες…Σκοτώθηκε κι ένας χωριανός μου.
-           Δεν φοβόσασταν σε όλες αυτές τις μάχες; Ήσασταν 20 ετών.
Εγώ το μόνο που φοβήθηκα στον πόλεμο, ήταν να μην πιαστώ αιχμάλωτος. Ήθελα να σκοτωθώ επί τόπου. Γιατί θυμόμουν αυτό που είχανε κάνει στον αδελφό μου που έμεινε κρεμασμένος 8 ώρες. Ό,τι και να μου κάναν δε με πείραζε, αρκεί να με σκοτώναν επί τόπου.
-           Φτάνατε τόσο κοντά που μπορούσατε να ακούτε τους φαντάρους να μιλάνε;
Ξέρεις τι είναι να πας το βράδυ σε έναν αυχένα και ν’ ακούς απέναντι στα υψωματάκια το ράδιο; Απ’ τα Πατώματα ακουγόταν η Συννεφιασμένη Κυριακή. Και να το ακούς μέσα στο δάσος…Πανόραμα. Άλλο πράγμα!
-           Θέλω μια γενική εκτίμησή σας για τον αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού.
Ο Δημοκρατικός Στρατός ήταν ένας λαϊκός στρατός σε εθελοντική βάση. Και οι άνθρωποι, ο περισσότερος κόσμος, βγήκανε στο βουνό απ’ την αδικία, την τρομοκρατία και τους σκοτωμούς. Δε βγήκε ο κόσμος απ’ τη θέλησή του, τον εξανάγκασαν οι τρομοκράτες, οι ταγματασφαλίτες, οι ληστές, όλοι άνθρωποι των κακουργημάτων. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ή έπρεπε να πας φυλακές κι εξορία ή να βγεις στο βουνό. Οι άνθρωποι που πολέμησαν στον ΕΛΑΣ δε μπορούσαν ν’ αντέξουν σ’ αυτές τις συνθήκες. Και μέσα σ’ αυτούς, εκείνο που δε γνώρισε καμία άλλη ιστορία στον κόσμο, είναι που είχαμε 20-25% γυναίκες, 17 και 18 χρονών γυναίκες που πήγαιναν μπροστά στην επίθεση και σκοτώνονταν. Ο λαϊκός στρατός διαμορφώθηκε με την εμπειρία του μέσα από τις μάχες κι απ’ το μίσος του για το καθεστώς (όχι τη χώρα αλλά το καθεστώς, τους πουλημένους ανθρώπους). Και οι επιτυχίες μεγάλες αν συγκρίνεις το 1 προς 10 και το 1 προς 50 στον οπλισμό. Από πού βγαίνει αυτή η πίστη, η αφοσίωση, το θάρρος, να πολεμάνε σαν επιστήμη άνθρωποι αγράμματοι (γιατί οι περισσότεροι ήταν αγροτόπαιδα); Ήτανε η πίστη στα ιδανικά του ΕΛΑΣ που είδε ο κόσμος στα βουνά την Κατοχή, που δεν υπήρχαν αδικίες, ο κόσμος ήταν ελεύθερος. Κι αυτήν την ελπίδα την κληρονόμησε ο λαϊκός στρατός. Τα στελέχη του Δημοκρατικού Στρατού ήταν λαϊκά, με μια λέξη. Αυτό το ενδιαφέρον του κάθε στελέχους από το διμοιρίτη μέχρι τον ταγματάρχη προς τους μαχητές δεν το είχε κανένας αστικός στρατός: «Έχεις παπούτσια; έχεις χλαίνη; έχεις να φας;». Πάρε τη Σχολή Αξιωματικών. Όλοι οι αξιωματικοί, μηδενός εξαιρουμένου, είχαν ήθος, σε χαιρετούσαν σαν όμοιό τους. Δεν υπήρχε διάκριση ανάμεσα στους μαχητές και τους αξιωματικούς, ούτε στο φαγητό ούτε στο ντύσιμο. Και η διαπαιδαγώγησή μας έκανε τον άνθρωπο να είναι λαϊκός, κοινωνικός και συντροφικός σε όλα τα επίπεδα. Πώς να πετύχουμε το σκοπό μας, πώς να σώσουμε τους τραυματίες…Πού είδες ταγματάρχη να πηγαίνει μπροστά; Κινητό χειρουργείο με γιατρούς αιχμαλώτους από το Στρατό που μείνανε μαζί μας; Μόνο στο Δημοκρατικό Στρατό θα τα δεις αυτά τα πράγματα…Αυτός ο ηρωισμός δεν υπήρχε σε κανένα κίνημα του κόσμου. Οι κατακτήσεις αυτές είναι πολύ μεγάλες. Κι ακόμα στους περισσότερους που υπάρχουμε στη ζωή, ο κοινωνικός, ο συντροφικός άνθρωπος υπάρχει μες στο χαρακτήρα μας.

Η συνέντευξη στον Ι. Χανδρινό δόθηκε στην Πλατεία Αττικής, στις 3 Ιανουαρίου 2011  

πηγή: http://jahandrinos.blogspot.gr/2014/02/blog-post_3997.html

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

"Πλευρές της ιστορίας του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα", Μέρος Α΄, 19ος αιώνας-μεσοπόλεμος



Η ανάγκη για ένα νέο εργατικό κίνημα και νέες συνδικαλιστικές δομές και μορφές οργάνωσης, επιτάσσει τη μελέτη και την έρευνα της εργατικής και συνδικαλιστικής ιστορίας, της ιστορίας της εργασίας και των εργαζομένων. Οι νέες αυτές απαιτήσεις της ταξικής πάλης προϋποθέτουν νέα κριτήρια και νέα εργαλεία, νέες μεθοδολογικές προσεγγίσεις, ανοιχτό ορίζοντα και κριτικό μαρξισμό. Στο φόντο αυτών των ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών μια σειρά νέων ιστορικών και κοινωνικών επιστημόνων «ξαναδιαβάζουν» τον ταξικό χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας και επαναπροσεγγίζουν γνωστές ή αναδεικνύουν για πρώτη φορά άγνωστες πλευρές του ελληνικού συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος, της αριστεράς, αλλά και των πολιτικών του αστικού κράτους.

Η Ομάδα Ιστορίας της Λέσχης Αναιρέσεων επιχειρεί να φέρει όλο αυτόν τον πλούτο εργασιών, μελετών και προσεγγίσεων σε επαφή με το ευρύτερο κοινό της μαχόμενης νεολαίας και της νέας εργατικής βάρδιας. Σε αυτό το πλαίσιο διοργανώνει μια σειρά διαλέξεων για την ιστορία του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Οι πρώτες δύο θα γίνουν:


Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου: Οι "συντεχνίες": τα πρώτα επαγγελματικά σωματεία στο ελληνικό κράτος 1880-1914.

Νίκος Ποταμιάνος, ιστορικός, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Πέμπτη 6 Μαρτίου: Η διαμόρφωση του εργατικού ταξικού πόλου στην Ελλάδα (1910-1923): καθαρός συνδικαλισμός, αναρχοσυνδικαλισμός και σοσιαλιστικός συνδικαλισμός.

Κώστας Παλούκης, ιστορικός, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

(Αντι)μιλώντας στις σοβαρότητες





(Αντι)μιλώντας στις σοβαρότητες
Τραγελαφικές, φαιδρές, φαρσικές και κωμικές καταστάσεις της καθημερινής ζωής, κείμενα, λόγοι και πράξεις γεμάτα αντιφάσεις, υπερβολές, παραδοξότητα, λάθη, ψέματα ανθρώπων και θεσμών είναι οι αθέατες και υποτιμημένες πλευρές των πηγών από τους ερευνητές. Εξάλλου πολλές φορές καταστάσεις, απόψεις και θέσεις ανθρώπων και θεσμών των παλαιότερων εποχών μοιάζουν αστείες ως συνέπεια της απόστασης και της αποξένωσης του παρόντος με το παρελθόν. Όλα αυτά οι ιστορικοί και οι κοινωνικοί επιστήμονες τα συζητούν και γελούν μαζί τους στο περιθώριο των σοβαρών ομιλιών και των διαλέξεων, έξω από τις αίθουσες των συνεδρίων, στους διαδρόμους, τις ταβέρνες, τα μπαρ. Ας αντιμιλήσουμε λοιπόν στις σοβαρότητες και ας εστιάσουμε στο «παράδοξο».
 
Ο ΟΜΙΚ προσκαλεί όσους/ες έχουν διάθεση να αντιμιλήσουν σε μια παράδοξη, μη σοβαρή αντι-ημερίδα. Ο χρόνος κάθε παρουσίασης θα κυμαίνεται αυστηρά στα 5-10 λεπτά.
 
Για υποβολή προτάσεων: stefanosvamiedakis@yahoo.gr, ggassias@gmail.com
Προθεσμία υποβολής προτάσεων: 10.03.2014


Η εκδήλωση είναι προγραμματισμένη για την 1η Απριλίου 2014

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

2Ο ΔΙΕΘΝΈΣ ΣΥΝΈΔΡΙΟ ΠΡΟΦΟΡΙΚΉΣ ΙΣΤΟΡΊΑΣ


2ο Διεθνές Συνέδριο Προφορικής Ιστορίας

Η μνήμη αφηγείται την πόλη…
Προφορικές μαρτυρίες για το παρελθόν και το παρόν
του αστικού χώρου

Αθήνα, 6-8 Μαρτίου 2014
Αμφιθέατρο «Άλκης Αργυριάδης»
Κεντρικό κτίριο Πανεπιστημίου Αθηνών, Προπύλαια
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ - Ένωση Προφορικής Ιστορίας (Ε.Π.Ι.)

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

09:30-10:30 Εγγραφή συνέδρων -Χαιρετισμός        
Εναρκτήρια ομιλία: Δήμητρα Λαμπροπούλου

Πρώτη πρωινή συνεδρία
10:30-12:00                                       
Στρωματογραφίες της αστικής μνήμης
Συντονιστής: Αντώνης Λιάκος
Ειρήνη Νάκου, Μνήμη και συγκρότηση της πόλης - πόλη και συγκρότηση της μνήμης
Ελένη Μπεζέ, Διαδρομές της μνήμης στις αφηγήσεις Εβραίων Θεσσαλονίκης
Ανδρομάχη Οικονόμου, «Θρυμματισμένη μνήμη»: ανασυγκροτώντας την σύγχρονη εικόνα και την ταυτότητα της πόλης των Θηβών μέσα από τον προφορικό αφηγηματικό λόγο

12:00-12:15 Διάλειμμα

Δεύτερη πρωινή συνεδρία
12:15-14:15
Μορφές κοινωνικότητας και εκδοχές του δημόσιου χώρου
Συντονίστρια: Κατερίνα Γαρδίκα
Ευαγγελία Μπαφούνη, Το Νέο Φάληρο και οι αναπαραστάσεις του αστικού τοπίου μέσα από τις αφηγήσεις του Χρήστου Πανάγου και του Γιάννη Σκουνάκη
Παναγιώτης Πούλος, Στον Οίκο του Κεμάλ (Dârul’l-Kemâl): απόηχοι της οθωμανικής πόλης στα καλλιτεχνικά σαλόνια της σύγχρονης Κωνσταντινούπολης, 1923-1957
Κατερίνα Αναγνωστάκη, Πόλεις σε τροχιά δημόσιας σφαίρας
Αλεξάνδρα Σιώτου, Χαρτογραφώντας τις συναισθηματικές καθημερινότητες των βουλγάρων μεταναστριών στο Βόλο

14:15-16:00 Διάλειμμα

Πρώτη απογευματινή συνεδρία
16:00-18:00
Ιερές μνήμες-μνήμες του ιερού: τόποι μαρτυρίου και λατρείας στον αστικό χώρο
Συντονισμός: Ποθητή Χαντζαρούλα
Άννα-Μαρία Δρουμπούκη, Μνήμη της Αντίστασης (1941-1944): μνημονικοί τόποι και συγκρότηση ταυτοτήτων στην κατοχική Ελλάδα
Μαρία Φιλοσόφου, Καλάβρυτα, οι μνήμες της πόλης
Κατερίνα Μάρκου, Μνημεία, δημόσιοι και λατρευτικοί χώροι της Ξάνθης στις μνήμες «μουσουλμάνων» και χριστιανών και η βιωματική εμπειρία της πόλης
Νικόλαος Γραίκος, Ιστορία της τέχνης και προφορικές μαρτυρίες

18:00-18:15 Διάλειμμα

Δεύτερη απογευματινή συνεδρία
18:15-20:15
Σχεδιάζοντας το Μουσείο Πόλης του Βόλου: ο χώρος, η μνήμη και οι άνθρωποι
Συντονίστρια: Μάρλεν Μούλιου
Ιουλία Πεντάζου & Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν, Η πόλη με τα μάτια των παιδιών: μεταφέροντας τις προφορικές μαρτυρίες σε ένα μουσείο πόλης.
Ελένη Σιδέρη, Οι «πόλεις» του Βόλου: μνήμη, διατοπικότητα και κινητικότητα
Βασιλική Λάζου, Ο Βόλος στη δεκαετία του 1940. Χαρτογραφώντας μία πόλη σε κρίση.
Μαρία Καραστεργίου, «Εμείς οι πρόσφυγες φέραμε το ποδόσφαιρο στο Βόλο…» Το γήπεδο της Νίκης ως τόπος μνήμης, ταυτότητας και ιστορίας των προσφύγων της Νέας Ιωνίας Βόλου.
           
Κεντρική ομιλία
20:15-21:15
Michaela Köttig,  A biographical and family-historical perspective on female right-wing-extremism in Germany
Συντονιστές: Γιώργος Τσιώλης, Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν


Παρασκευή 7 Μαρτίου  2014

Πρώτη πρωινή συνεδρία                             
9:30-11:30
Οι πόλεις της μνήμης: Ο βιωμένος χώρος στις μαζικές μετακινήσεις του 20ού αιώνα
Συντονίστρια: Κωνσταντίνα Μπάδα
Αιμιλία Σαλβάνου, Η μνήμη των μικρασιατών προσφύγων: προφορικές μαρτυρίες, τοπικότητα και ενσωμάτωση
Ειρήνη Ηλιοπούλου, Ο κοινωνικός χώρος της σύγκρουσης: ορατά και αόρατα τείχη στο παράδειγμα της παλιάς πόλης της Λευκωσίας
Νικολέττα Χριστοδούλου,  Η μνήμη αφηγείται την πόλη: προσωπικές αφηγήσεις για την Λάπηθο μέχρι το 1974
Βενετία Ευεργέτη &  Πάνος Χατζηπροκοπίου, Αντίληψη του αστικού χώρου στις αφηγήσεις μουσουλμάνων μεταναστών στην Αθήνα  

Δεύτερη πρωινή συνεδρία
11:30-13:00
Πόλεις μέσα στην πόλη: οι μνήμες των «άλλων» πολιτισμών
Συντονιστής: Γιάννης Γιαννιτσιώτης
Μαρκέλλα Τζαχρίστα, Οι χώροι του ρεμπέτικου. Από τη Σμύρνη των αρχών του 20ού αιώνα στον Πειραιά του Μεσοπολέμου
Μαρία Κουμαριανού, Η διαχείριση του χώρου στην Τρούμπα Πειραιά. Συλλογική μνήμη, λήθη, ταυτότητα και ιστορία του χώρου
Γιάννης Κολοβός, Νεανικές υποκουλτούρες, αστικοί νομαδισμοί… η πορεία της σκηνής πανκ στην Αθήνα από το 1979 έως σήμερα

13:00-13:15 Διάλειμμα


Τρίτη πρωινή συνεδρία
13:00-14:30  
Δραματοποιώντας την πόλη
Συντονίστρια: Ιωάννα Λαλιώτου
Κωστής Κορνέτης, Οπτικοποιώντας τη σιωπή: τρία ντοκιμαντέρ για το εβραϊκό παρελθόν της Θεσσαλονίκης
Ιωάννης Κατσίκης Πόλεις της μνήμης: η χωρική επιτέλεση
Ελένη Καλλιμοπούλου, Αισθητηριακή ιστορία και προφορικές μαρτυρίες στη Θεσσαλονίκη των προσφύγων

14:30-16:00 Διάλειμμα

Πρώτη απογευματινή συνεδρία
16:00-18:00
Συμμετοχικές βιογραφίες της πόλης
Συντονίστρια: Ειρήνη Νάκου
Αίγλη Μπρούσκου, «Είστε κι εσείς από την Δράμα; Θυμάστε εκείνη την ανηφορίτσα;» Ασκήσεις μνήμης γύρω από την πόλη και τη ζωή σε ένα εργαστήριο αφήγησης στο γηροκομείο
Ομάδα Προφορικής Ιστορίας «Ετερότητα», Οι «άλλοι» στην πόλη: τακτικές «αυτοδιαφοροποίησης»
Παναγιώτης Ζεστανάκης, «Οι μαρτυρίες που έψαχνες βρίσκονταν λίγα κλικ μακριά»: αξιοποιώντας το διαδίκτυο ως πηγή στη μελέτη της Αθήνας του 1980
Μάρλεν Μούλιου, Η δική μου/μας πόλη ... Συμμετοχικές πρακτικές για τη συλλογή της μνήμης του αστικού χώρου και η συμβολή των μουσείων πόλεων

18:00-18:15 Διάλειμμα

Δεύτερη απογευματινή συνεδρία
18:15-19:45
Μνημονικές αλληλουχίες: Ανασυγκροτώντας την εικόνα της πόλης
Συντονίστρια: Μαρία Παπαθανασίου
Ειρήνη Χρυσοχέρη, Αλεξάνδρεια: εικόνες μιας πόλης
Βασιλική Χρυσανθοπούλου, Συγκροτώντας την εθνοτική ιστορία και το συλλογικό μύθο μιας διασπορικής ομάδας: καστελλοριζιώτικες αναμνήσεις και αφηγήσεις  στον αστικό χώρο του Πέρθ Αυστραλίας
Κωνσταντίνα Μπάδα, Σιωπές και μνήμες της πόλης  των Ιωαννίνων για τη δεκαετία του '40

Κεντρική ομιλία
19:45-20:45
Rob Perks, Oral history in business and corporate contexts: case studies from the British Library 
Συντονίστρια: Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν




Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Πρώτη πρωινή συνεδρία
10:00-12:00
Η μεταπολεμική πόλη με τα μάτια της μνήμης
Συντονιστής: Δημήτρης Πλάντζος
Εύη Καπώλη, Bαδίζοντας στα χνάρια των εσωτερικών μεταναστών στη μεταπολεμική Αθήνα: η σημασία των ενδοαστικών μετακινήσεων για την εξέλιξη της σχέσης χώρου και ανθρώπου
Μαρία Θανοπούλου & Χρυσάνθη Ζάχου, Οι «πόλεις» της προφορικής μνήμης: χωρικά κοινωνικά πλαίσια και προφορική μνήμη
Ιωάννης Καρακατσιάνης, Πώς επιβιώνουν οι πόλεις μετά την κρίση; Στοιχεία για μια κοινωνική ιστορία της μετεμφυλιακής ελληνικής επαρχιακής πόλης
Μαρίνα Λαθούρη, Homo Ludens: βιωματικές αφηγήσεις της μεταπολεμικής πόλης

Δεύτερη πρωινή συνεδρία
12:00-14:00
Κοινωνικές πρακτικές συμπερίληψης και αποκλεισμού
Συντονιστής: Κώστας Γιαννακόπουλος
Αγγελίνα Αποστόλου & Κ. Σταμουλίδης, Χάνια στα Γιάννενα: ένα αστικό δίκτυο μνήμης
Ρεγγίνα Κασιμάτη, «O κύριος με τον οποίο μιλούσατε δεν είναι ντόπιος»: η ιθαγένεια και οι ταξικοί καθορισμοί σε μια «ελληνόφωνη» κοινότητα της Calabria
Γεώργιος Βοζίκας, Η φύση στην πόλη. Ανάμνηση και διαχείριση του φυσικού τοπίου στην Ηλιούπολη


14:00-15:00 Διάλειμμα

15:00-
Γενική συνέλευση της Ένωσης Προφορικής Ιστορίας (Ε.Π.Ι.):
Απολογισμός, εκλογή Δ.Σ.





Κυριακή 9 Μαρτίου 2014
Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη
Η προφορική ιστορία στην πόλη: επιτέλεση και συμμετοχή

Πρώτη συνεδρία
10.30-11:00 Αντώνης Λιάκος, Η προφορική ιστορία κυκλοφορεί στην πόλη

11:00-13:30
Οι προφορικές αφηγήσεις στη θεατρική σκηνή
Συντονίστρια: Τασούλα Βερβενιώτη
Ελένη Ουζουνίδου, ηθοποιός, Μαρία Παπαλέξη, θεατρολόγος: Θέατρο Νέου Κόσμου, Ο Κοινός Λόγος Έλλης Παπαδημητρίου, σκηνοθεσία Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Γιώργος Γλάστρας, Γιάννης Καλαβριανός, Αλεξία Μπεζίκη: Εταιρεία Θεάτρου Sforaris, Γιοί και κόρες, μια παράσταση για την αναζήτηση της ευτυχίας, σκηνοθεσία Γιάννης Καλαβριανός
Μπακάρ Χουσεΐν ΑλΜπακάρ, Ευαγγελία Αραχωβίτη, Κυριακή Καζελίδου,  Άνια Λουκά, Βασίλης Παγανόπουλος,  Σβιτλάνα   Παραμόνοβα, Λουίζα Πορφύρη, Ηλίας Κιάμα Τζογόνας: Θεατρική Ομάδα Vice Versa, Thats Life, σκηνοθεσία Αγγελική Γκιργκινούδη

13:30-14:00 Διάλειμμα

Δεύτερη συνεδρία
14:00-16:30
Μαρτυρίες για τους τόπους και τους ανθρώπους της πόλης
Συντονίστρια:  
Κλέλια Θερμού, Λίνα Λιάκου, Ιωάννα Πόθου (αρχιτεκτόνισσες-πολεοδόμοι, μέλη της ερευνητικής ομάδας Reactivate Athens) Reactivate Athens /  και τα αφηγήματα της πόλης.
Επανα-ενεργοποιώντας τους κατοίκους και την πόλη της Αθήνας
Γεωργία Γκουμοπούλου (αρχιτέκτονας-πολεοδόμος, πρόγραμμα Monumenta) "Καταγραφή και ανάδειξη των κτηρίων του 19ου και 20ού αιώνα στην Αθήνα
Ομάδα Προφορικής Ιστορίας Κυψέλης, Ομάδα για την Κρίση, Ζώντας την κρίση και συλλέγοντας προφορικές μαρτυρίες γι’ αυτήν

Χορηγοί: ΕΚΠΑ, Εκδόσεις Πλέθρον

Οργανωτική Επιτροπή:
Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν (Παν. Θεσσαλίας)
Τασούλα Βερβενιώτη (ιστορικός)
Δήμητρα Λαμπροπούλου (ΕΚΠΑ)
Αντώνης Λιάκος (ΕΚΠΑ)
Κωνσταντίνα Μπάδα (Παν. Ιωαννίνων)
Ειρήνη Νάκου (Παν. Θεσσαλίας)
Γιώργος Τσιώλης (Παν. Κρήτης)
Ποθητή Χαντζαρούλα (Παν. Αιγαίου)
















Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ



του Νίκου Θεοδοσίου
 
 
Andartes_crop
Ένα ποίημα, ένα μπλοκ, κομμάτια δυο από μια λόγχη, στην καρδιά, ένας αντάρτης νεκρός. Μια μεραρχία νεκρή.
«Νεκρή Μεραρχία» ονόμασαν τη 3η Μεραρχία του Δημοκρατικού Στρατού που έδρασε στην Πελοπόννησο, στάθηκε πιο ηρωική και συνάμα η πιο τραγική από όλες τις άλλες γιατί όλοι οι μαχητές της γνώριζαν ότι εάν δεν κατάφερναν να κρατήσουν τον Μοριά , αυτό θα σήμαινε τον θάνατό τους . Κι αυτό συνέβη.
Το 1949 έρχεται το τέλος της. Οι νικητές όμως δεν αρκούνται στη νίκη. Θέλουν να διαπομπεύσουν, να διασύρουν, να ευτελίσουν όσο γίνεται τον αντίπαλο. Γυρνούν με τα κομμένα κεφάλια σε πόλεις και χωριά και τα επιδεικνύουν περήφανα. Σκυλεύουν το σώμα αλλά και το πνεύμα.
Ανασκαλεύουν τα προσωπικά αντικείμενα των νεκρών κι ανακαλύπτουν στίχους! Θεωρούν αδιανόητο ένας «κατσαπλιάς» να έχει ευαισθησίες. Τα ποιήματα γίνονται αντικείμενο χλευασμού. Ο δημοσιογράφου της ΒραδυνήςΒενιζέλος Ζερβέας μέσα από άγνωστη διαδικασία γίνεται κάτοχος κάποιων εγγράφων. Σε δυο συνέχειες, 20 και 31 Μαΐου 1949, παρουσιάζει τα «ευρήματά» του κάτω από τον τίτλο «Αλληλογραφία και… ερωτικά ποιήματα των συμμοριτών»:
« Κρατώ στα χέρια μου όχι μόνο «έγγραφα» των συμμοριτών της Πελοποννήσου, τα οποία απέκτησα κατά την εν Τριπόλει διαμονήν μου αλλά και συμμοριτικά τετράδια ως και μπλοκ εις τα οποία αναγράφονται πως είχον συγκροτηθή διάφοροι συμμοριτικαί διμοιρίαι και ποίοι κατσαπλιάδες μετείχον εις αυτάς. Ένα μεγάλο μπλοκ φέρει καταφανή ίχνη λογχισμού, με τον οποίον, φαίνεται εξοντώθη εις πάλην σώματος προς σώμα με στρατιώτην ή με χωροφύλακα ο κατέχων αυτό συμμορίτης.»
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΙΧΟΙ
Ο Βενιζέλος Ζερβέας αναπαράγει πολλά έγγραφα και αναφορές του ΔΣ και του ΚΚΕ καθώς και γράμματα ανταρτών. Περιοριζόμαστε σε αυτά που αποκαλύπτουν κάποιες άγνωστες πλευρές του αντάρτικου αγώνα.
Σ ‘ένα τετράδιο, μάλλον ημερολόγιο,  άγνωστου αντάρτη , ανάμεσα σε σημειώσεις για μάχες βρίσκει το παρακάτω σχεδίασμα ποιήματος και το αντιγράφει – ακολουθούμε την ορθογραφία του δημοσιεύματος :
Μια στη ζωή για καθένα χτυπάει καμπάνα
Μια φορά στη ζωή αποχτάει κανένας τη μάννα
Μια φορά στη ζωή η πνοή του ανθρώπου τελειώνει-σβύνει
Μια φορά μονάχα της αγάπης το φαρμάκι πίνει
Την πρωτόειδα εκεί στης Καρίτσας τα βράχια, τα ελάτια
κι η καρδιά μου ευθύς χίλια γίνηκε κομμάτια.
Στο μυαλό μου περνά και φουντώνει η σκέψι κι απλώνει
Πως κρατά γερά ευτυχίας κι αγάπης τιμόνι
Μα του κάκου όλ’ αυτά, δεν αργούν μου ξεφεύγουν και πάνε
Πάνε πάνε ψηλά και μαζί  της αντάμα πετάνε
Κι εγώ μένω ξανά μ’ ένα πόνο βαρύ στο κεφάλι
Γιατί δίχως χαρά θα περάσω τη θύελλα πάλι.
5-5-1949
Άξια σημασίας είναι οι σημειώσεις που προηγούνται και έπονται του παραπάνω ποιήματος.
Πριν: «Το βράδυ της 29-3-49 φάγαμε τις ριπές στου Φλώρου το μαντρί στο Πόρο».
Μετά:  «Στις 5-4-49 σκότωσαν τον Αντζακλήν».
ΔΣΠ_ΑΤΖΑΚΛΗΣΟ Γιώργος Ατζακλής ήτανε Διοικητής του Αρχηγείου Πάρνωνα του ΔΣΕ. Σκοτώθηκε στις 5 Απριλίου του 1949 στη θέση Τσίλια του Βρονταμά Λακωνίας.  Το πτώμα του εκτέθηκε σε δημόσια θέα μαζί με κομένα κεφάλια ανταρτών κι οι φωτογραφίες δημοσιεύτηκαν στον τύπο της εποχής.
Στις παραπάνω σημειώσεις κάνει εντύπωση το γεγονός ότι ο ανώνυμος αντάρτης  καταγράφει το θάνατο του Γιώργου Ατζακλή σχεδόν ένα μήνα αργότερα. Άραγε άργησε τόσο πολύ να τον μάθει;
Σε ένα άλλο φύλλο του τετραδίου, το οποίον είναι σκισμένο στα δυο (από τη λόγχη άραγε;) αναγράφονται, χωρίς ημερομηνία, οι παρακάτω στίχοι:
Κάποια μαυρομάτα έχει
ξέπλεχα μαλλιά και χέρια σαν τα κρίνα. Έχει μάτια δακρυστά.
Στα μνημεία περπατούσε σιγανά, με προσοχή σ’ ένα μνήμα γονατίζει
και  το όνομα φιλεί.
Πες μου αν σ’ αρέση η νύχτα του Μαΐου η μαγική,
τόσο χώμα που σκεπάζει το ωραίο σου κορμί.

Σε ένα χαρτάκι από μπλοκ, που περιλαμβάνει σημειώσεις της επιμελητείας των ανταρτών,  ο χίτης δημοσιογράφος βρίσκει τους εξής στίχους:
Όπως την άλλη η ζωή
καθώς θα πας ένα πρωί
οι άσπλαχνοι οι Γερμανοί
μας στέλναν στο Χαιδάρι
Ρεφραίν
Αλλά εμείς…
όμως μανούλα μου μην κλαις
απ’ της σκλαβιάς τα σίδερα η λευτεριά χαράζει.
Μέσα από άγρια φυλακή
πέρνουν παιδιά αμούστακα
για να τα τουφεκίσουν
Ρημάξανε συνοικισμούς
με μπλόκα και εξευτελισμούς
Το Βύρωνα, τη Καισαριανή
… και το Παγκράτι
Αυτά τα ψήγματα στίχων παραπέμπουν άμεσα στο γνωστό, πλέον, τραγούδι του Νίκου Γούναρη σε στίχους Κώστα Κοφινιώτη, «Χαιδάρι». Κυκλοφόρησε το 1945 αλλά η λογοκρισία δεν επέτρεψε ποτέ τη ραδιοφωνική του μετάδοση και τα χρόνια καταπίεσης που ακλούθησαν, θάφτηκε ολοκληρωτικά.
Αναπάντητο μένει το ερώτημα  τι ρόλο έπαιζαν αυτοί οι στίχοι στο τετράδιο του αντάρτη. Άραγε μια προσπάθεια να τους θυμηθεί για να τους τραγουδήσει;  Μια απόπειρα δημιουργίας μιας παραλλαγής ; Εντυπωσιάζει η προσθήκη στίχων σε πρώτο πρόσωπο, που δεν υπάρχουν στο πρωτότυπο:
μας στέλναν στο Χαιδάρι
Αλλά εμείς…
Οι πλήρεις στίχοι του τραγουδιού του Κώστα Κοφινιώτη είναι:
Όπως στην άλλη τη ζωή / όταν θα πας ένα πρωί
στην κόλαση σε στείλουνε / αν δε σου δώσουν χάρη
έτσι στη μαύρη τη σκλαβιά / παίρνουν του κόσμου τα παιδιά
οι άτιμοι οι Γερμανοί / τα στέλνουν στο Χαϊδάρι.
Περνούσανε μαρτυρικά / μέναν ’κεί μέσα νηστικά
λες κι εγκληματούσανε / λες κ’ είχαν κάνει κάτι
ερήμωσαν συνοικισμούς / με μπλόκους κι εξευτελισμούς
τον Βύρωνα, την Κοκκινιά / Καισαριανή, Παγκράτι.
Και κάθε μέρα αποκεί / την κολασμένη φυλακή
παίρνουν παιδιά αμούστακα / για να τα τουφεκίσουν
χωρίς τη μάνα τους να δουν / μόν’ τ’ άκουγαν να τραγουδούν
γιατ’ ήξεραν τ’ αδέρφια τους / ελεύθερα θα ζήσουν.
Τα χτύπαγαν με απονιά / του Χαϊδαριού κάθε γωνιά
κρύβει βασανιστήρια / που ο νους σου δεν τα βάζει
άλλα ν’ ακούς κι άλλα να λες / κι όμως, μανούλα μου, μην κλαις
απ’ της σκλαβιάς τα σίδερα / η λευτεριά χαράζει.
(πηγή των στίχων http://rembetikoidialogoigmail.blogspot.gr/2011/12/blog-post_18.html)
ΔΣΕ_ΠΕΛΟΠΟΝΗΣΟΥ
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΤΣΙΤΣΑΝΗ
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα γράμμα μιας αντάρτισσας . Όπως μας πληροφορεί το δημοσίευμα της Βραδυνής  το γράμμα είναι  γραμμένο « από την συμμορίτισσαν «Ελενιό Χ. Καλαμπόκη», η οποία αναφέρεται εν αυτή και ως «αποστολεύς» και απευθύνεται στη «Δνίδα Πολητήμη Μανωλιού τομέας Ζάρακος».
Στο τέλος του γράμματος η Ελενιό σημειώνει (διατηρούμε την ορθογραφία της εφημερίδας που υποτίθεται αντιγράφει πιστά το πρωτότυπο):
σου γράφο και ένα τραγουδάκι.
Κάποια κόρη αναστενάζη μέρα νήχτα ανησηχή το παιδή της περιμένη πούχε χρώνια να το δη
Μέσα στην απελπησιά κάπιος την πληροφορή ότη ζη το παληκάρη και οποσδήποτε θαρθή
Με ηπομονή προσμένη με λαχτάρα στην καρδιά ο λεβέντης να γηρήση και να της φέρη λευτεριά.
Αναγνωρίζουμε αμέσως το πασίγνωστο τραγούδι  του Βασίλη Τσιτσάνη «Κάποια μάνα αναστενάζει» αλά με δυο σημαντικές παραλλαγές. Η λέξη «μάνα» έχει αντικατασταθεί με αυτήν της «κόρης» ενώ στο τέλος  ο στίχος «ο λεβέντης να γυρίσει από τη μαύρη ξενιτιά»  έχει γίνει «ο λεβέντης να γυρίσει να της φέρει λευτεριά».
Είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται αυτή η παραλλαγή που φαίνεται να τραγουδούσαν οι αντάρτες στα βουνά της Πελοποννήσου.  Η πιο συνηθισμένη παραλλαγή του ίδιου στίχου, για να υπάρχει άμεση αναφορά στους αριστερούς εξόριστους  ήταν «ο λεβέντης να γυρίσει από τη μαύρη Ικαριά»
Το τραγούδι του Τσιτσάνη γράφτηκε το 1947 και κυκλοφόρησε το 1948. Με τη μία πούλησε 35-40 χιλιάδες δίσκους αλλά σύντομα απαγορεύτηκε η εκτέλεσή του γιατί, όπως ανέφερε το κείμενο της σχετικής αστυνομικής ανακοίνωσης: «Εχει αλληγορικήν σημασίαν εξ ου δύνανται να δημιουργηθούν αντεγκλήσεις, επεισόδια και διασάλευσις της τάξεως».
Αυτό βέβαια που κάνει εντύπωση είναι ο χρόνος καθώς το γράμμα της Ελενιώς προς την Πολυτήμη, όπου εμπεριέχονται οι στίχοι του τραγουδιού, έχει ημερομηνία 25 Ιανουαρίου 48. Πότε και με ποιο τρόπο έφτασε στις κορφές του Πάρνωνα;
Η επιστολή της πάντως τελειώνει και με κάποιους άλλους στίχους που μοιάζουν να προέρχονται από τραγούδι αλά δεν έχουν εντοπιστεί:
Γράμα στα χέρια που θα πας να ξέρης να μηλήσης
Και το κορήτση που θα βρης να το γλυκοφηλήσης
Εμής κιαν χωρηστήκαμε
Πάλη θα νταμοθούμε
Σαν τα πουλάκια στη μοναξιά  το μπονο μας θαπούμε
Με χίλια φηλιά θα σε φιλήσω εκί που ξέρης.
Ελλενιό
ΙΣΤΟΡΙΑ
Για το ιστορικό της εύρεσης αυτών των ντοκουμέντων ως μόνη πηγή έχουμε αυτά που μας παρέχει ο δημοσιογράφος Βενιζέλος Ζερβέας. Πληροφορίες  που  σίγουρα χρειάζονται έλεγχο ως προς την αξιοπιστία τους.
Ο δημοσιογράφος της Βραδυνής γράφει όλα αυτά τα χαρτιά του τα έδωσε κάποιος, που δεν κατονομάζει, μαζί με την πληροφορία ότι βρέθηκαν «εις μιαν ομάδα 11 συμμοριτών, των οποίων αρχηγός ήτο ο Παν. Δαράκης, επιμελητης της 3ης συμμοριακής ταξιαρχίας.» Και συμπληρώνει « Την ομάδα αυτήν, εις την οποίαν υπαρχηγός ήτο ο Πέτρος Νικ. Λυμπέρης από την Κίτταν Λακωνίας, την εξόντωσε μόνος ένας χωροφύλαξ. Ο Δαράκης διαφυγών εκείνην την στιγμήν, εφονεύθη από τον ίδιον χωροφύλακα μετά δύο ημέρας.»
LIMPERISΟ ίδιος δηλώνει ότι έχει στα χέρια του την αστυνομική ταυτότητα του Πέτρου Λυμπέρη «η οποία έχει εκδοθή από το 18ον αστυνομικόν τμήμα Αθηνών την 18ην Μαΐου 1947.» Η εφημερίδα δημοσιεύει φωτογραφία του Λυμπέρη η οποία προφανώς προέρχεται από την ταυτότητα.
Το όνομα Βενιζέλος Ζερβέας, πριν κοσμήσει της σελίδες της Βραδυνής, το βρήκαμε να φιγουράρει ως:
Δεν γνωρίζουμε αν ο μασόνος-ταγματασφαλίτης-δήμαρχος ταυτίζεται με τον δημοσιογράφο Βενιζέλο Ζερβέα ή είναι συγγενείς.

πηγή:http://theodosiou.wordpress.com/

πόσοι μας διάβασαν: